Έρχομαι
Πάγος
λειωμένος σίδηρος
από της γης τη μήτρα
Κατεβασιά αχαλίνωτη από τη χαίτη των ορέων
Έρχομαι
Στην πλάτη μου το πανωφόρι από θυμό
Κάτω από το στέρνο μου κλωτσάνε
φαριά αφηνιασμένα
Από τη λαίλαπά σας πλέκω βρόγχο
Των επισήμων τις εξέδρες
μετατρέπω σε ικριώματα
Ό,τι χτισμένο με το ψέμμα
το γκρεμίζω
Αναποδογυρίζω της πραμάτειας σας
τους πάγκους
Σφυρίζει κνούτο στον αγέρα
Κατρακυλάει το ρίγος του σεισμού στη ράχη σας
ανηλεής
τυφλός και μακελάρης
ισοπεδώνει
‘τοιμάζει το τοπίο
τον τόπο αναοργώνει
γι’ άλλη φύτρα
Δεσπότες της τιμής μου
ελήλυθεν υμών το πέρας
Με λένε ο Λαός
Δικαιοσύνη
με καλούν