adelfotita  Αδελφότητα Ζωτικιωτών Αθήνας”

Σύλλογος Ζωτικιωτών "Η ΒΡΥΤΖΑΧΑ"   

Σύνδεση / εγγραφή

Αρχείο φωτογραφιών

Η Αδελφότητα Ζωτικιωτών στο Facebook

zotiko 2

Ο Σύλλογος Ζωτικιωτών στο Facebook

vrytzacha

Διαδικτυυακές Δημ. Υπηρεσίες

Screenshot 2023 04 27 at 1.38.35 PM

Ελληνικό Κτηματολόγιο

Screenshot 2023 04 27 at 1.48.41 PM

Α.Α.Δ.Ε.

Screenshot 2023 04 27 at 10.27.29 PM

Screenshot 2023 04 28 at 12.10.11 AM

Ἡ ἵδρυσι καὶ ἡ ὀνομασία μιᾶς πόλης… τά «Γιάννινα»… «Ἰωάννινα»

Δημητρίου Μίχα

Ἕνας γρίφος πού δὲν βρῆκε ἀκόμη λύσι καὶ θεωρεῖται δυσεπίλυτο πρόβλημα εἶναι ὁ χρόνος ἵδρυσης ἀλλὰ καὶ ἡ ὀνομασία τῆς πόλης τῶν Ἰωαννίνων, πράγματα πού ἡ ἱστορικὴ ἔρευνα ἀκόμη δὲν μπόρεσε νὰ προσδιορίσει ἐπακριβῶς.

Νέες μελέτες καὶ ἡ ἀπουσία πρῶτο -βυζαντινῶν  εὑρημάτων στὸν χῶρο ἔχουν ἀπορρίψει τὴν ὁποιαδήποτε  σύνδεσι ἤ σχέσι μὲ τὴν ἀναφορὰ τοῦ ἱστορικοῦ Προκοπίου (6ος αιών), τῆς Θεσπρωτικῆς Εὐροίας μὲ τὴν πόλι τῶν Ἰωαννίνων. Τό χωρίο, ἐπειδὴ προσομοιάζει μὲ τὴν γεωγραφικὴ εἰκόνα τῆς περιοχῆς, τοῦ γνωστοῦ Κάστρου τῆς παλιᾶς πόλης, προξενεῖ ὄντως σύγχυσι, ἀφοῦ ἀναφέρεται «στὴν ἵδρυσι μίας ὀχυρῆς πόλης κοντὰ σὲ λίμνη πού εἶχε στὸ μέσον της ἕνα νησὶ μὲ ὑψωμένο λόφο». «Περὶ κτισμάτων» (4.37- 4.1.41.)[1].  Κατὰ τὸν Προκόπιο, ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανὸς στόχευε νὰ δημιουργήσει ἕνα ἀσφαλὲς καταφύγιο γιὰ τοὺς κατοίκους τῆς θεσπρωτικῆς πόλης Εὐροίας, (σημερινή Γλυκή) ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅσους κατοικοῦσαν στὴν γύρω περιοχή, προφυλάσσοντας τους ἀπὸ τοὺς βαρβάρους ἐπιδρομεῖς»[2

 Ἐπίσης οὔτε ὁ «Συνέκδημος τοῦ Ἱεροκλέους», ἕνας Γεωγραφικὸς κατάλογος μὲ 64 ἐπαρχίες καὶ 912 πόλεις τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας τῆς ἴδιας ἐποχῆς, - ἐνῶ ἀναφέρει τὶς πόλεις τῆς Ἠπείρου - , γιὰ τὰ Γιάννινα δὲν κάνει καμμία μνεία γιατὶ φυσικὰ εἶναι ἀκόμη ἀνυπόστατα ὡς πόλι ἤ ὁ ὑπάρχων οἰκισμὸς στὸ «Κάστρο» θὰ ἦταν τελείως ἀνυπόληπτος. Ἐπειδὴ ὅμως ἀναφέρεται στὸν «Συνέκδημο» καὶ ἡ πόλις «Εὔροια Ἀκνίου» ὁ Σ. Δάκαρης ἐξέφρασε τὴν δυσεξήγητη ἄποψι ὅτι αὐτὴ ἔπρεπε νὰ διαβαστῆ ὡς «Εὔροια ἐκ νέου» καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ ταυτισθῆ μὲ τὴν νέα «ὀχυρὴ πόλι» (τοῦ Κάστρου Ἰωαννίνων) τοῦ Προκοπίου, θέσι πού δὲν ἔγινε ἀποδεκτὴ. Τό κύριο ἀντεπιχείρημα ἦταν πὼς ἡ «Εὔροια Ἀκνίου» εἶναι ἀρχαιότερη τῆς Εὐροίας καὶ πῶς : «ἂν οἱ κάτοικοι τῆς Εὐροίας εἶχαν ὄντως μεταφερθῆ στὸ σημερινὸ Κάστρο, τότε αὐτὸ θὰ συνεπαγόταν αὐτομάτως καὶ τὴν μεταφορὰ στὸ Κάστρο τῆς λατρείας τοῦ ἁγίου Δονάτου πού ἦταν ἐπίσκοπος τῆς Εὐροίας τὸν 4ον αι. καὶ ἐν συνεχεία ἔγινε προστάτης ἅγιος της, ἡ τιμὴ τοῦ ὁποίου δὲ, χαρακτήριζε τὴν ταυτότητὰ της. Λατρεία τοῦ ἁγίου Δονάτου δὲν ὑπῆρξε ὅμως ποτέ στὴν περιοχὴ τῶν Ίωαννίνων.[3]  

Ἡ πιθανώτερη ἐκτίμησι γιά τό θέμα εἶναι αὐτὴ πού ὑποστηρίζει ὅτι ἡ Εὔροια μεταφέρθηκε στὸν σημερινὸ λόφο Καστρίου στὸ Καναλάκι Πρεβέζης, στὴν ἀνατολικὴ ὄχθη τῆς ἀποξηραμένης πλέον Ἀχερουσίας λίμνης, στὴν κορυφὴ τοῦ ὁποίου ὑπάρχει βυζαντινὸς ὀχυρωμένος οἰκισμὸς ἔκτασης 33 στρεμμάτων, καὶ ἡ μετακίνησι τῶν κατοίκων πρέπει νὰ ἔγινε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 551 καὶ 555.[4] Ἡ θέσι ὄχι μόνο ἀνταποκρίνεται πολὺ καλὰ στὴν περιγραφὴ τοῦ Προκοπίου, ἀλλὰ ἐπιπλέον στὴν περιοχὴ μαρτυρεῖται καὶ ἡ λατρεία τοῦ ἁγίου Δονάτου.[5]

Ἡ ὕπαρξι τῆς πόλης καὶ ἐμμέσως μὲ τὸ σημερινὸ της ὄνομα ἀναφέρεται γιὰ πρώτη φορὰ πολὺ ἀργότερα, μέσα ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπὸν της Ζαχαρία. Ἀναφέρεται ως «Ζαχαρίας Ίωαννίνης» και τό ερμηνεύουν ως - Ζαχαρίας ὁ ἐπίσκοπος Ιωαννίνων - τὸ ἔτος 879 μ.Χ., ὅταν συμμετεῖχε στὴν «Μεγάλη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο» πού ἔγινε στὸν Ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας στὴν Κωνσταντινούπολι ἐπὶ Πατριάρχου τοῦ Μεγάλου Φωτίου. Σὲ αὐτὴ μετεῖχαν ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν πατριαρχείων, ἀκόμη καὶ τοῦ Πάπα, στὴν ὁποία ἀναγνωρίστηκε ἡ ἐγκυρότητα τῆς πατριαρχίας τοῦ Φωτίου καὶ καταδίκασε τὴν προσθήκη τοῦ Filioque στὸ σύμβολο τῆς πίστεως, θέμα πού εἶχε προξενήσει ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία.

Παρ’ ὅτι τρεῖς κώδικες τῆς Βατικανῆς Βιβλιοθήκης[6] ἀναφέρονται στὸν «Ζαχαρία Ἰωαννίνης» καὶ ἕνας σὲ «Ζαχαρία Ἰωαννίνων», ὅμως ὑπάρχει ἔντονος προβληματισμὸς γιὰ τὴν λέξι «Ίωαννίνα(η)ς» (ὡς θηλυκὸ γενικῆς ἑνικοῦ) γιατὶ προϋποθέτει τὴν δυσεξήγητη προέλευσι τοῦ ὀνόματος: θηλ. Ίωαννίνη ἤ Ἰωαννίνα. Ὁ Προκόπιος ἀναφέρει τὴν κόρη τοῦ στρατηγοῦ τοῦ Ἰουστινιανοῦ Βελισσαρίου μὲ ταυτόσημο ὄνομα καὶ ἐπειδὴ ἦταν ὑπεύθυνος γιὰ τὴν κατασκευὴ τῶν φρουρίων στὴν Ἤπειρο, ὁ Χαράλαμπος Χαρίσης λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψιν μορφολογικὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ τείχους καὶ τὴν μὴ ἀσυνήθη παράδοσι ὀνοματοθεσίας ἀντίστοιχων κτισμάτων καὶ ἀπὸ γυναικεῖα ὀνόματα, πρεσβεύει ὅτι τὸ φρούριο τοῦ Κάστρου ἔλαβε τὸ ὄνομα «τῆς Ἰωαννίνης» κόρης τοῦ Βελισσαρίου καὶ ἐξ αὐτοῦ μετὰ ἡ ἀνοικοδομηθεῖσα πόλι.[7]

Μία θέσι ὅμως παρ’ ὅτι βάσιμη δὲν ἔτυχε ἱκανῆς ἀποδοχῆς. Ὅπως ἐπίσης καὶ ἐκκλησιαστικοὶ ἐρευνητὲς ἀμφισβητοῦν τὴν παρουσία «Ἐπισκόπου Ἰωαννίνων» στὴν συγκεκριμένη Σύνοδο τοῦ 789, γιατὶ κατά τὴν ἄποψί τους δὲν ὑπάρχει κἂν στὴν κατάταξι τῶν συμμετεχόντων ἐπισκόπων στὰ Πρακτικὰ της. Θὰ ἔπρεπε ἐξ ἄλλου νὰ συμμετέχει ὡς ἐκπρόσωπος τὴν ἐποχὴ ἐκείνη μὲ τὴν προσωνυμία «Ἐπίσκοπος τῆς Παλαιᾶς Ἠπείρου» (Epirus Vetus) καὶ ὄχι Ἰωαννίνων. Στὴν Σύνοδο, ὅπως ὑποστήριξαν, δὲν συμμετεῖχε κανεὶς ἀπὸ τὴν Ἤπειρο, οὔτε ὁ Νικοπόλεως Δανιὴλ γιατὶ εἶχε μετατεθῆ στὴν τότε Ἄγκυρα, οὔτε ὁ Βαγενητίας (Φωτικῆς). Ἡ θέσι αὐτὴ ἐκφράστηκε κυρίως ἀπὸ τὸν λόγιο Μητροπολίτη Παραμυθιᾶς καὶ Πάργας Ἀθηναγόρα (1869-1944)[8] μὲ ταυτόσημη σχεδὸν ἄποψι καὶ ἀπὸ τὸν καθηγητὴ καὶ ἱδρυτὴ τῆς Ζωσιμαίας Βιβλιοθήκης Χρίστο Σούλη (1892-1951), ὅπου ἡ ἐπισκοπὴ μάλιστα «Ἰωαννίνης» πιθανολογεῖται ὡς κάποια περιοχὴ ἐκτὸς τῆς Ἠπείρου, ἐνῶ κατὰ τὸν Ἀθηναγόρα ὡς περιοχὴ τῆς Φρυγίας!.

Ἄποψι πού ἀντεκρούσθη πειστικὰ γιατὶ ἡ ἔρευνα ἀπέδειξε μέσα ἀπὸ Κώδικα τὴν συμμετοχὴ ἐπισκόπων ἐκ τῶν ἐπισκοπῶν τῆς Ἠπείρου ὅπως τῶν Ἀδριανουπόλεως (Δρυϊνουπόλεως), Βαγενιτίας, Δυρραχίου καὶ τῆς Νικοπόλεως. Ἐπειδὴ δὲ σὲ αὐτὴ τὴν Σύνοδο, στὸν κατάλογο δὲν ὑπάρχει ἡ Ἐπισκοπὴ Δωδώνης φαίνεται ὅτι αὐτὴ καταργήθηκε, σύμφωνα μὲ τὸν Εὐ. Χρυσό, ἀπὸ τὸν 6ον αἰῶνα καὶ ἀργότερα ὑπήχθη ἐκκλησιαστικῶς στὴν ἐπισκοπὴ Ἰωαννίνων.[9]

Πάντως ἡ ἀλήθεια χρονικὰ δὲν βρίσκεται πολὺ μακριά, γιατὶ στὰ «Τακτικὰ» ἐπὶ Λέοντος ΣΤ’ τοῦ Σοφοῦ (βασιλεύοντος ἀπὸ τὸ 886 ἕως τὸ 912.) καὶ πατριαρχεύοντος τοῦ Νικολάου τοῦ Μυστικοῦ (δὶς πατριάρχης : ἀπὸ τὸ 901 ἕως τὸ 907 καὶ ἀπὸ τὸ 912 ἕως τὸ 925) ὑπάρχει ἀναφορὰ περὶ «Ἐπισκοπῆς Ιωαννίνων»[10].

Συγκεκριμένα, ὅταν ἀνέλαβε τὸ 901 Πατριάρχης ὁ Νικόλαος, ἐξάσκησε χρέη καὶ τοῦ ἀντιβασιλέως, συμβουλεύοντας τὸν αὐτοκράτορα. Στὴν πολιτικό- στρατιωτικὴ ἀναδιοργάνωσι τῶν «Θεμάτων» πού ἔγινε, ἀκολούθησε καὶ ἡ ἀντίστοιχη (νέο)-κατάτμησι τῶν Μητροπόλεων τῆς Ἐπικράτειας πού περιελάμβανε 624 Μητροπόλεις καὶ ἐπισκοπὲς ἡ ὁποία κατὰ τὴν «τάξιν πρωτοκαθεδρίας» εἶχε ὑπαχθῆ καὶ ἡ «ἐπισκοπὴ Ἰωαννίνων» στὴν νεοσυσταθεῖσα Μητρόπολι «Ναυπάκτου καὶ Νικοπόλεως μὲ ἀριθμὸ 35 «κατὰ τὴν τάξιν». Ἑπομένως ἡ ἐπίσημη χρονολογία τῆς ἀναδιάρθρωσης (πιθανώτατα τὸ 901) πρέπει νὰ θεωρηθῆ τοὐλάχιστον (ἂν ἀγνοηθοῦν οἱ προηγούμενες ὑποθέσεις) ὡς ἡ Terminus ante quem, ὅτι δηλαδὴ χωρὶς καμμία ἀμφιβολία ἡ πόλι τῶν «Ἰωαννίνων» (γενική πληθ. πάντα) μαρτυρεῖται ὡς Ἐπισκοπὴ καὶ ἡ ὕπαρξὶ της ὡς πόλι εἶναι εὔλογα πολὺ προγενέστερη ἀπὸ τὴν ἀναφερόμενη χρονολογία.

Ἀκολουθεῖ καὶ ἡ ἱστορικὰ πάλι ἀναμφισβήτητη μαρτυρία, ἀπὸ σιγίλιο τοῦ Βασιλείου Β' τοῦ Βουλγαροκτόνου (1020), ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν κατάλυσι τοῦ Βουλγαρικοῦ κράτους προβλέπει τὴν ἔνταξι τῆς «Ἐπισκοπῆς Ἰωαννίνων», χωρὶς ἀναφορὰ στὸ ὄνομα τοῦ ἐπισκόπου, στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀχρίδος, ἀλλὰ καὶ πάλι ὑπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ ἀρχὴ τοῦ ’Ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας. Στὸ ἴδιο σιγίλιο περιλαμβάνονται καὶ οἱ ἄλλες ἐπισκοπὲς τῆς Ἠπείρου πού εἶχαν καταληφθῆ ἀπὸ τοὺς Βουλγάρους: Φωτικῆς (μέ δικαιοδοσία τὴν σημερινὴ Θεσπρωτία περίπου), τὴν Κοζύλης (μέ κέντρο, περιοχὴ τῆς Πρέβεζας - Ζαλόγγου), Χειμάρας καὶ Βουθρωτοῦ (20 χιλιόμετρα νότια ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Σαράντα). Γιὰ κάθε ἐπισκοπὴ ἀνάλογα τὸν πληθυσμὸ τῶν κατοίκων προβλέπονταν καὶ συγκεκριμένος ἀριθμὸς κληρικῶν καὶ παροίκων πού θὰ τοὺς ὑπηρετοῦσε. Ἡ Ἐπισκοπὴ Ἰωαννίνων φαίνεται ὅτι δὲν ξεχώριζε ἀπὸ τὶς ἄλλες ὡς πρὸς τὸ μέγεθος, ἀφοῦ ἀνάλογα μὲ αὐτὸ καὶ τὸν πληθυσμὸ τους καθορίστηκε σχεδὸν ἡ ἴδια ἀναλογία κληρικῶν καὶ τεμαχίων γῆς σύμφωνα μὲ τὰ τότε καθιερωμένα. Συγκεκριμένα τὶς ἐπισκοπὲς θὰ ἐξυπηρετοῦσαν δεκαπέντε κληρικοὶ καὶ δεκαπέντε πάροικοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Χειμάρα καὶ ἐκείνης τοῦ Βουθρωτοῦ πού θὰ ἐπληροῦντο ἀπὸ δώδεκα κληρικοὺς καὶ ἀπὸ δώδεκα ἀντίστοιχα παροίκους. Πράγμα πού σημαίνει ὅτι τὰ Ἰωάννινα τὸν 11ον αἰῶνα εἶναι ἀκόμη μικρὴ πολίχνη (πόλισμα, πολίδιον)[11]

Ἄλλη σημαντικὴ μαρτυρία ἔχουμε ἀπὸ τὴν «Ἀλεξιάδα» (5.4.1) τῆς Ἄννας Κομνηνῆς (1083 – 1153). Εἶναι πρώτη φορὰ πού λαμβάνουμε γνῶσι τῆς ὀνομασίας τῆς πόλης ὡς οὐδέτερο πληθυντικοῦ: «Ἰωάννινα», πού ἰσχύει μέχρι σήμερα, (ὅπως Γρεβενά, Μουδανιά, Πετράλωνα, Χανιά) μὲ ἄγνωστη ἀκόμη τὴν μορφολογικὴ της καταγωγή, παρ’ ὅτι ἐκφράστηκαν, ὅπως εἴπαμε, πολλὲς ἐκδοχὲς γιὰ τὴν προέλευσι τῆς ἐπωνυμίας της. Μαθαίνουμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν λόγια ἱστορικὸ ὅτι τὸ 1082 ὁ Βοημοῦνδος τῶν Νορμανδῶν κατέλαβε τὰ Ἰωάννινα καὶ παρ’ ὅτι διόρθωσε τὰ τείχη καὶ τὴν ἐπικίνδυνη νὰ πέσει Ἀκρόπολι τῆς πόλης, γνωμάτευσε ὅτι ἦταν ἀδύνατο νὰ τὸν προστατεύσει, ἂν καὶ ἐπιδιόρθωσε τὰ τείχη καὶ ἔχτισε καὶ νέα Ἀκρόπολι, γι’ αὐτὸ τόσο ὁ ἴδιος ὅσο καὶ οἱ ὁπλίτες … γιὰ ἀσφάλεια τους διέμειναν σὲ σκηνὲς ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι. «… ὁ Βοημοῦνδος (κατά τὸ 1082) διὰ τῆς Βαγενητίας (μέσα ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Θεσπρωτίας) καταλαμβάνει τὰ ’Ἰωάννινα καὶ τάφρον κατὰ τοὺς ἔξωθεν διακειμένους ἀμπελῶνας ποιήσας πρότερον, (καί ἀφοῦ διάνοιξε τάφρον προηγουμένως γύρω ἀπὸ τὴν πόλι σὲ τόπο μὲ φυτεμένους ἀμπελῶνες ), ἅμα δὲ καὶ τὸ ὁπλιτικὸν ἅπαν ἐν ἐπικαίροις τόποις καταθέμενος, αὐτὸς ἐκτὸς τὰς σκηνὰς ἐπήξατο (ό ἴδιος μαζὶ μὲ ὅλο τὸ στράτευμα ἀφοῦ στρατοπέδευσε σὲ ἐπίκαιρες θέσεις, ἔστησε σκηνὲς ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι). Τὰ δὲ τείχη περιαθρήσας (ἐξονυχιστικὰ ἐλέγχοντας ) καὶ τὴν τοῦ Κάστρου ἀκρόπολιν ἐπισφαλῆ διαγνοὺς (καί ἀφοῦ διέγνωσε ὡς ἐπικίνδυνη τὴν Ἀκρόπολι) , οὐ μόνον αὐτὴν ἀνορθοῦν, ὡς ἐνόν, ἠπείγετο (ἔσπευσε, ὅσο τοῦ ἦταν δυνατόν, νὰ τὴν ἀνεγείρει καὶ ὄχι μόνο αὐτὴν) ἀλλὰ καὶ ἑτέραν ἐν ἄλλῳ μέρει τῶν τειχῶν, οὐ μᾶλλον, αὐτῷ συνοῖσον δέδοκτο, ἐρυμνοτάτην άνωκοδόμει». (ἀλλὰ ἀνοικοδόμησε ὀχυρώτατη καὶ ἄλλη, σὲ διαφορετικὴ τοποθεσία τοῦ τείχους, ἔχοντας ὅμως τὴν ἐκτίμησι ὅτι αὐτὸ (καὶ πάλι) δὲν θὰ τὸν ὠφελοῦσε καθόλου).

Τά «Ἰωάννινα» ἐδῶ, ἐμμέσως ἀλλὰ σαφῶς, διαγράφονται ὡς μικρὴ πόλι, ἀνοχύρωτη καὶ εὐάλωτη σὲ ἐχθρικὲς ἐπιθέσεις . Σέ ἔγγραφα δέ, τὰ ὁποῖα ἀναφέρουν τὰ προνόμια, πού παραχωρήθηκαν στὴ Βενετία ἀπὸ τὸν Ἀλέξιο Α' Κομνηνὸ τὸ 1111, τὰ Ἰωάννινα μνημονεύονται ὡς «Θέμα» (δηλαδή στρατιωτικὴ καὶ διοικητικὴ περιφέρεια), πού ἀποκόπηκε ἀπὸ τὸ «Θέμα Νικοπόλεως». Ἡ σημασία τῆς πόλης ὡς τόπος ὀχυρὸς μεγαλώνει στὸ τέλος τοῦ 12ου αἰῶνα, ὅταν πλέον ἀποτελεῖ καὶ ἐμπορικὸ κέντρο τῆς εὐρύτερης περιοχῆς. Φανερώνει ἐπιπλέον πώς τὴν πόλι στὸ ἑξῆς θὰ τὴν ἀκολουθεῖ ἀπαράλλαχτο καὶ τὸ ταυτοτικὸ της ὄνομα: Ἰωάννινα.

Μεταξὺ τῶν προτάσεων ποὺ κατατέθηκαν κατὰ καιροὺς γιὰ τὴν ὀνομασία της εἶναι καὶ οἱ ἀκόλουθες: Ὁ Π. Ἀραβαντινός: στὸ σύγγραμμὰ του Χρονογραφία τῆς Ἠπείρου, ἀναφέρει ὅτι τὰ Ἰωάννινα μετὰ τὴν καταστροφὴ ἀπὸ τοὺς Γότθους τὸ 552, οἱ κάτοικοὶ της στὴν προσπάθεια τους νὰ προφυλαχτοῦν ἵδρυσαν μία νέα πόλι στὴ θέσι τοῦ σημερινοῦ κάστρου, ὅπου προϋπῆρχε ἕνα μοναστήρι, τιμώμενο στὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Προδρόμου. Ἀπὸ τὸ μοναστήρι αὐτὸ ἡ νεόδμητη πόλι ὀνομάστηκε Ἁγιωάννεια καὶ κατὰ συγκοπὴ Γιάννενα ἢ Γιάννινα[12].

Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι ὁ Ἀνδρόνικος Β’ ὁ Παλαιολόγος (1282- 1328) στὸ χρυσόβουλο τοῦ 1319 - μὲ τὸ ὁποῖο παρέσχε διοικητικὰ καὶ οἰκονομικὰ προνόμια στοὺς κατοίκους τῶν Ἰωαννίνων καὶ στὴν προαχθεῖσα ἐπισκοπὴ τῆς πόλης σὲ Μητρόπολι (1318), - κάνει ξεχωριστή ἀναφορὰ: πὼς πρὶν ἀκόμη κτισθοῦν τὰ Ἰωάννινα ὑπῆρχε στὸν χῶρο Ναὸς  ἀφιερωμένος στὸν Ταξιάρχη Μιχαήλ. Στὸ κείμενο δέ, μὲ σπάταλο καὶ ἐγκωμιαστικὸ λόγο ὁ αὐτοκράτορας τονίζει πώς ὁ «θαυματουργὸς Ἀρχάγγελος» κατέστη «ὡς προστάτης κράτιστος καὶ μέγας τῶν ἄνω τοῦ Θεοῦ ταγμάτων», χορηγὸς πασῶν τῶν ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν δωρεῶν καὶ λειτούργησε ὡς «πολιστὴς» (δηλαδή ὡς αἴτιος ἀνίδρυσης καὶ ἀνοικοδόμησης τῆς πόλης) καὶ «πολιοῦχος καὶ καλς πράττων» (δηλαδή ὁ  προστάτης ἅγιος, ὁ εὐεργέτης καὶ ὁ ἄμεσος οὐράνιος μεσολαβητὴς γιὰ τὴν πόλι καὶ γιὰ ὅσους ζητοῦν τὴν βοήθειὰν του).

Ἀντίστοιχη φρασεολογία ὑπάρχει καὶ στὸ ἕτερο χρυσόβουλο τοῦ ἰδίου, τοῦ 1321 μὲ τὸ ὁποῖο μάλιστα θέσπισε καὶ πανήγυρι  «ἐπὶ τὴ μνήμη τοῦ τιμίου Ἀρχιστρατήγου τῶν ἄνω δυνάμεων», καθὼς καὶ σὲ ἐκεῖνο τοῦ 1329 τοῦ Ἰωάννη Ὀρσίνι (Δεσπότης τῆς Ἠπείρου καὶ ἡγεμὼν τῆς πόλης 1323-1333), τὸ ὁποῖο ἐκδόθηκε γιὰ νὰ ἀποδοθοῦν κάποια κτήματα στὴν «Ἁγιωτάτην Μητρόπολιν Ἰωαννίνων»,«ἔχουσαν πρόμαχον καὶ πολιοῦχον τὸ δεύτερον φῶς ἐξ ἀκτίστου φωτός, τὴν ἄυλον  οὐσίαν, τὸν Ταξιάρχην τῶν ἀγγελικῶν καὶ Θείων δυνάμεων». Ἡ ἄποψι επομένως τοῦ Π. Ἀραβαντινοῦ δεν πρέπει νὰ ἰσχύει.

Τὸν 13ον – 14ον αἰῶνα λοιπὸν (ἐποχὴ τοῦ Δεσποτάτου) ἡ πόλι προοδευτικὰ μεγαλώνει σὲ μέγεθος καὶ κύρος καὶ μάλιστα στὸν χῶρο πού προϋπῆρχε Ναὸς ἀφιερωμένος στὸν Ταξιάρχη Μιχαήλ, πού ἐτιμᾶτο ὡς ὁ πολιοῦχος τῆς πόλης καὶ εὔλογα μπορεῖ νὰ τὸν θεωρήσει κανεὶς ὡς τὸν τότε Μητροπολιτικὸ Ναό.

Παρὰ ταῦτα ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου – γράφει ὅμως λίγο πρίν τοῦ 1318 όταν τα Ιωάννινα ὡς ἐπισκοπὴ ἀνῆκαν στὴν Μητρόπολὶ του), ἀκόμη τὴν ἀναφέρει ὡς «πολίδιον», τονίζοντας μὲ κάποια ὑπερβολή, ὅτι ὁ Μιχαὴλ «μηχανεύτηκε μὲ σκοπιμότητα ὥστε νὰ ἀνεγείρει καὶ νὰ διαμορφώσει κάστρο στὸ «πολίδιον» τῶν Ἰωαννίνων. (ὡς τὸν τεκτηνάμενο τὸ τῶν Ἰωαννίνων πολίδιον καὶ εἰς μόρφωσιν κάστρου αὐτὸ ἀνεγείρας)[13]

Σημαντική παράμετρος εἶναι καὶ ξς:

Ἡ Βαρβάρα Παπαδοπούλου ἀνακαλύπτοντας μεγάλο τμῆμα ἀρχαίας ὀχύρωσης, πάνω στὴν ὁποία κτίστηκε τὸ τεῖχος τῆς βυζαντινῆς περιόδου, μεταθέτει χρονικὰ τὴν ἱστορία τῆς πόλης πλέον στὴν ὕστερη κλασσική-ελληνιστική περίοδο, ὅπου «τὸ ἀρχαῖο τεῖχος, ἐκτὸς τῆς ἀμυντικῆς του σημασίας, ὁριοθετοῦσε ἕναν σημαντικὸ οἰκισμό, τὸ ὄνομα τοῦ ὁποίου δὲν εἶναι γνωστὸ [14] Ἡ ἀρχαιολογικὴ αὐτὴ μαρτυρία παρ’ ὅτι θεωρεῖται πολὺ σημαντικὴ γιατὶ ὁ ἀρχικὸς πυρῆνας τῆς πόλης ἐντοπίζεται χίλια χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν Ἰουστινιάνεια περίοδο τοῦ 6ου μ. Χ. αἰνα, δὲν δίνει ὅμως ἀπάντησι στὴν περιώνυμη ὀνομασία.

Φαίνεται ὅμως πώς ἡ ἐκτίμησι γιὰ τὸ ὄνομα ἐκείνων ποὺ ὑποστηρίζουν τὴν Σλαβικὴ προέλευσι τοῦ τοπωνυμίου «Ἰωάννινα» νὰ βρίσκει θετικὴ ἀνταπόκρισι ἀπὸ περισσότερους ἐρευνητές. Μέ δεδομένο τὴν πληθώρα Σλαβικῶν τοπωνυμίων ἀπὸ τὴν ἔλευσι, ἐγκατάστασι καὶ ἐκχριστιανισμὸ Σλαβικῶν φύλων ἀρχικὰ κατὰ τὸν 6ον – 7ον – 8ον αἰῶνα εἶναι πολὺ πιθανὸν καὶ ἡ ρίζα jan μὲ τὴν ἐπιθετικὴ κατάληξι -ina νὰ σχηματίζει τὴν λέξι «Γιάννινα» καὶ ὅλες τὶς παρεμφερεῖς παράγωγες, ὅπως : Γιάνιτσα, Γιανιτσά, Γιαννιτσοχώρι, Γιαννίτσι, Γιαννιώτι, Γιαννούλη, Γιανούζι, Γιανίτσα, Γιάννος, Γιαννοβόντα, Γιαννιώτα, κ.λπ. (Τό διπλὸ -ν- , ὅπου προκύπτει, συμβαίνει κατὰ τὴν ἑλληνότροπη μεταφορὰ κατ‘ ἀναλογία ἀπὸ τὸ «Γιάννης καὶ ἀπὸ τὸν λόγιο ἐξελληνισμὸ «Ἰωάννης».

Ὅλα δέ, ἔχουν σχέσι μὲ πηγὴ καὶ νερά, μὲ ὑδροφόρο τόπο (πηγή, ἕλος, ποταμό, λίμνη ἢ μὲ ὅποια τοποθεσία παρουσιάζει ἔστω καὶ ἐποχιακὰ κατακλύζοντα νερά.[15] Τά Γιάννινα φυσικὰ εἶναι γνωστὰ καὶ γιὰ τὴν γραφικώτατη λίμνη τους, ἐνῶ τὰ εὑρήματα ἀγγείων συγκεκριμένης Σλαβικῆς τεχνικῆς («χειροποίητα μὲ ἀκόσμητη ἐπιφάνεια χρονολογούμενα ἀπὸ τὸ 7ον αἰῶνα καὶ ἄλλα μὲ παράλληλλες καὶ ἐγχάρακτες γραμμὲς εὐθεῖες καὶ κυματοειδεῖς» τοῦ 8ου – 9ου αἰῶνα[16]), πέριξ τῆς σημερινῆς πόλης ἀλλὰ καὶ εὐρύτερης περιοχῆς προδίδουν τὴν ἔντονη παρουσία τους.

Ἔτσι, ἐνῶ οἱ γραπτὲς - (Ἐκκλησιαστικὲς) κυρίως - πηγὲς ἐμφανίζουν τὸ ὄνομα ὡς «Ἰωαννίνα , Ἰωαννίνη», «Ἰωαννίνων», γιὰ πρώτη φορὰ κατὰ τὸν 9ον αἰνα (879) καὶ ἄλλες στὶς ἀρχὲς τοῦ 10ου αἰῶνα (901-907), ὡς Ἑλληνικὸ προσωπωνύμιο ἤ οικωνύμιο, μὲ τὴν ἄποψι τῆς Σλαβικῆς ἐτυμολογίας, ἡ ἱστορία τῆς πόλης ὡς πρὸς τὴν ὀνοματοθεσία μετατίθεται δύο μὲ τρεῖς αἰῶνες πίσω, δηλ. τέλους τοῦ 6ου – ἀρχὲς τοῦ 7ου αἰῶνα. Το 1204 μετὰ τὴν κατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους, ὁ Μιχαὴλ Α’ Κομνηνὸς Δούκας καταλαμβάνει τὰ «Ἰωάννινα» καὶ ἱδρύει στὴν Ἄρτα τὸ Δεσποτάτο τῆς Ἠπείρου.

Ἔκτοτε τὰ Ἰωάννινα θ' ἀκολουθήσουν τὶς ἱστορικὲς ἐξελίξεις τοῦ καλούμενου Δεσποτάτου τῆς Ἠπείρου. Ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ Μιχαὴλ Α’ (1205 - 1215) τὰ Ἰωάννινα φέρονται ν' ἀναπτύσσονται καὶ νὰ παρουσιάζουν σχετικὴ εὐημερία. Σύμφωνα μὲ ἱστορικὲς πηγές, κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ, συγκεντρώνονται στὰ Ἰωάννινα ἐπίσημοι καὶ λόγιοι πρόσφυγες ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολι, μετὰ τὴν κατάληψὶ της ἀπὸ τοὺς Φράγκους καὶ τὶς διώξεις τῶν ἀνθενωτικῶν ἀπὸ τὴν Πόλι. Τότε σημειώνεται ἀνακαίνισι τῶν τειχῶν τοῦ φρουρίου καὶ ἵδρυσι στὸ νησὶ τῆς λίμνης τῆς Μονῆς Σπανοῦ, τῆς Σχολῆς Φιλανθρωπινῶν καὶ τῆς Μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου Στρατηγοπούλου, κ.λπ.

Σχετικά δὲ μὲ τὴν ὀνομασία, τελικς τὴν πόλι τὴν ἀκολουθοῦν δύο ὀνόματα: πότε «Γιάννινα» καὶ πότε «Ἰωάννινα» (εἴτε αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ τὴν Σλαβικὴ ρίζα εἴτε ἀπὸ Χριστιανικὸ ὀνομα), ἔτσι:

Τὸ 1227 ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἰωάννης Ἀπόκαυκος τὴν ὀνομάζει Ἰωάννινα. Τὸν 15ον αἰῶνα στὸ Χρονικὸ τῶν Τόκκων ἀναφέρεται ὡς Ἰωάννινα καὶ Γιάννινα, στὸν «Ὁρισμὸ τοῦ Σινᾶν πασᾶ» τὸ 1430, ὡς Ἰωάννινα, τὸ 1519 ὡς Γιάννενα, τὸ 1588 στὸ «Ὁδοιπορικὸ Πατμίου Μιλοΐτου» ὡς Γιάννενα. Σὲ ξένα χειρόγραφα ἀναφέρονται ὡς Ἰάννινα, Ἰάνενα, Γιάνενα, Γιάννινα ἀπὸ τὸ Ἰταλικὸ Giannina, καὶ στὸν Ἀγγλικὸ τύπο ὡς Yannina.

Γιὰ τὸ θέμα, πού μέχρι καὶ σήμερα προβληματίζει , δὲν ἔγινε τεκμηριωμένη μελέτη, ἀλλὰ παρουσιάστηκε μία ἐπιφανειακὴ ὄψι τῶν προβληματισμῶν γιὰ τὴν γέννησι καὶ τὴν ὀνοματοθεσία μίας πόλης πού ἀγαπᾶμε: τά «Γιάννινα»… «Ἰωάννινα». Τὰ ἀνωτέρω βασίστηκαν στην κάτωθι βιβλιογραφία και πιθανὸν νὰ βοηθήσει κάποιον γιὰ νὰ καλύψει ἀπορίες καὶ τὰ κενὰ πού θα διαπιστωθοῦν.    

 kastro

Σημειώσεις:   

  1. «ἣν δὲ τὶς ἐνταῦθα πόλις ἀρχαία, ὕδασιν ἐπιεικῶς (μετριοπαθώς, παραδόξως σχεδόν) κατακορὴς (κορεσμένος, γεμάτος, υπερβολικώς) οὖσα, ὀνόματὸς τε τῆς τοῦ χωρίου φύσεως ἀξίου ἐπιτυχοῦσα. Εὔροια γὰρ ἀνέκαθεν ὠνομάζετο. ταύτης δὲ τῆς Εὐροίας οὐ πολλῶ ἄποθεν λίμνη κέχυται καὶ νῆσος κατὰ μέσον ἀνέχει καὶ λόφος αὐτὴ ἐπανέστηκε». (ύψωσε, ανέγειρε) … ἔνθα δὴ βασιλεὺς τοὺς τῆς Εὐροίας μεταβιβάσας οἰκήτορας, πόλιν ὀχυρωτάτην οἰκοδομησάμενος ἐτειχίσατο.
  2. Ἤδη ἡ εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Ἠπείρου (παλαιά καὶ Νέα Ήπειρος) εἶχε πληγὴ ἀπὸ καταστρεπτικὲς ἐπιδρομὲς : τῶν Γότθων τοῦ Αλάριχου τὸ ἔτος 396 μέχρι 400 μ.Χ., τὸ 447-450 τοῦ Ἀττίλα, τὸ 460 ἐπιδρομὴ Οστρογότθων, τὸ 473 ἐπιδρομὴ Γότθων μὲ τὸν Θευδέριχο, καὶ τὸ 475 ἐπιδρομὴ Βανδάλων οἱ ὁποῖοι κατέστρεψαν καὶ τὴν Νικόπολι.   
  3. Χαράλαμπος Χαρίσης: ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, www.academia.edu, σελ.3. / Γιὰ τὸ θέμα ἀσχολήθηκε διεξοδικώτερα ὁ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ: ΙΩΑΝΝΙΝΑ- ΕΥΡΟΙΑ- ΝΕΑ ΕΥΡΟΙΑ.  
  4. Βαρβάρα Παπαδοπούλου, «Το κάστρο τῶν Ἰωαννίνων καὶ οἱ ἀπαρχὲς τῆς πόλης", ΠΡΑΚΤΙΚΑ Α' ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ, " Ιστορία-Λογιοσύνη, Ἡ Ἤπειρος καὶ τὰ Ἰωάννινα ἀπὸ τὸ 1430 ἕως τὸ 1913 ", Ἰωάννινα 2015, σ.405-450
  5. Αὐτόθι, σελ.4
  6. Στον κώδικα Ott.gr. 27 (319v) ἀναφέρεται ὁ ‘Ζαχαρίας Ιωαννίνας), στὸν κώδικα Vat.gr. 1152 (22) ἀναφέρεται ὁ ‘Ζαχαρίας Ίωαννίνων’ καὶ στὸν κώδικα Vat.gr. 1115 (121) ἀναφέρεται ὁ ‘Ζαχαρίας Ιωαννίνας. Ἰδὲ: Χαράλαμπος Χαρίσης: ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
  7. Την πρότασι αὐτὴ προτείνει σὲ μελέτη τοῦ ὁ Χαράλαμπος Χαρίσης: «Συνεπῶς σὲ καμία περίπτωση δὲν μπορεῖ νὰ ἀμφισβητηθεῖ ὅτι τὸ ἀρχικὸ ὄνομα τῆς πόλης, τὸν 9ὁ ἄι., ἦταν τὸ θηλυκοῦ γένους (η) ‘Ἰωάννινα’ (ή Ιωαννίνα’), καὶ … Το ὄνομα τῆς πόλης τῶν Ίωαννίνων προῆλθε ἀπὸ τὸ λατινικὸ ὄνομα Ioannina (με τόνο στὴν παραλήγουσα) πού ἀνῆκε στὴν κόρη τοῦ στρατηγοῦ τοῦ Ἰουστινιανοῦ, Βελισσαρίου ὁ ὁποῖος ἦταν ὑπεύθυνος γιὰ τὴν ὀχύρωση τῆς ἠπείρου. Το ὄνομα τῆς Ioannina δόθηκε τὸν 6ον αι., ἀρχικὰ σὲ προϋπάρχον φρούριο πού κατὰ πάσα πιθανότητα βρισκόταν στὸν νοτιοανατολικὸ λόφο τῆς χερσονήσου ἐκεῖ ὅπου σήμερα βρίσκεται τὸ Ιτς Καλέ. ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, www.academia.edu/ …και « μὲ ὁδήγησε στὸ ὄνομα τῆς βυζαντινῆς πριγκίπισσας Ιωαννίνας πού γλωσσολογικὰ πιστεύω εἶναι καθόλα σωστή, ἀλλὰ πού ὅπως εἴδαμε συνάδει καὶ μὲ τὶς ἱστορικὲς πηγές. Κι αὐτὸ εἶναι σημαντικὸ» (από συνέντευξὶ τοῦ στὸν Φιλήμονα Καραμήτσο). //Και ὁ Γ. Χρ. Χασιώτης, Πραγματεία περὶ Δωδώνης & Th. S. Huges, Travels in Sicily, Greece, and Albania, 1820.  
  8. ΑθΗΝΑΓΟΡΟΥ, Μητροπολίτου Παραμυθίας καὶ Πάργας, ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ,   ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, Ἐν Ιωαννίνοις ἐν τὴ ἱερὰ Μητροπόλει, ἔτος 3ὂν 1928, σελ.8.  
  9. Χρυσὸς Ε.. «Βυζαντινὴ Ἤπειρος. Πρωτοβυζαντινὴ περίοδος (4ος 6ὃς αι.)». Ἤπειρος. 4000 χρόνια ἑλληνικῆς ἱστορίας καὶ πολιτισμοῦ. Επιμ. Μ.Β. Σακελλαρίου. Ἀθήνα. 1997, 148-160.
  10. Soustal-Koder, 1981, σ.165 κ.εξής.
  11. Ἐκτενέστερες πληροφορίες γιὰ τὸ Θέμα: ΑθΗΝΑΓΟΡΟΥ, Μητροπολίτου Παραμυθίας καὶ Πάργας, ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, Ἐν Ιωαννίνοις ἐν τὴ ἱερὰ Μητροπόλει, ἔτος 3ὂν
  12. Βαρβάρα Παπαδοπούλου, «Το κάστρο τῶν Ἰωαννίνων καὶ οἱ ἀπαρχὲς τῆς πόλης, σελ.441 13.   Αὐτόθι, σελ. 443
  13. Αὐτόθι, σελ. 443
  14. Αὐτόθι, σελ. 443, , ιδέ και Κωνσταντίνα Ζήδρου, «Ανακαλύπτοντας το βυζαντινό κάστρο των Ιωαννίνων. Τοπογραφία – Ιστορική αναδρομή – Μνημεία».
  15. ΒΙΒΗ ΚΑΡΑΤΖΕΝΗ, Γιάν(ν)ινα/Ιωάννινα/Γιάννενα: Σχετικὰ μὲ τὶς ἀπαρχὲς καὶ τὸ ὄνομα πόλης, ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟΔΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ Ἰωάννινα, 23-26 Νοεμβρίου 2017, ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΑΘΗΝΑ 2022, σελ.297-314.
  16. Αὐτόθι

 

Βιβλιογραφία

1.     ΑθΗΝΑΓΟΡΟΥ, Μητροπολίτου Παραμυθίας καί Πάργας, Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, Εν Ιωαννίνοις εν τη ιερά Μητροπόλει, έτος 3ον 1928.

  1. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΠΥΡΣΙΝΕΛΛΑ, Η ΙΔΡΥΣΙΣ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΚΑΙ Η ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΑΥΤΩΝ (Ιστορική μελέτη), ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, ΤΕΥΧΟΣ 82ον, ΕΤΟΣ H’, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 1959
  2. Βαρβάρα Παπαδοπούλου, «Το κάστρο των Ιωαννίνων και οι απαρχές της πόλης", ΠΡΑΚΤΙΚΑ Α' ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ, " Ιστορία-Λογιοσύνη, Η Ήπειρος και τα Ιωάννινα από το 1430 έως το 1913 ", Ιωάννινα 2015
  3. ΒΑΡΒΑΡΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ- ΗΠΕΙΡΟΣ, ΚΑΣΤΡΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, ΤΕΥΧ.122, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ-2016
  4. ΒΙΒΗ ΚΑΡΑΤΖΕΝΗ, Γιάν(ν)ινα/Ιωάννινα/Γιάννενα: Σχετικά με τις απαρχές και το όνομα πόλης, ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΟΔΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ Ιωάννινα, 23-26 Νοεμβρίου 2017, ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΑΘΗΝΑ 2022, σελ.297-314.
  5. Δάκαρης Σ. «Ίωάννινα, η νεώτερη Εύροια». Ηπειρωτική Εστία, 1952.
  6. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ: ΙΩΑΝΝΙΝΑ- ΕΥΡΟΙΑ- ΝΕΑ ΕΥΡΟΙΑ.
  7. ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, Εν Ιωαννίνοις εν τη ιερά Μητροπόλει, έτος 3ον 1928
  8. Μπέττης Στέφανος, «Γιάννινα. Ίδρυση της πόλης, παραγωγή, σημασία και εξέλιξη του ονόματός της». Ηπειρωτικά Χρονικά 32,1997
  9. Κωνσταντίνα Ζήδρου, «Ανακαλύπτοντας το βυζαντινό κάστρο των Ιωαννίνων. Τοπογραφία – Ιστορική αναδρομή – Μνημεία».
  10. Παππάς Στέφανος, "Ιωάννινα. Η ίδρυση της πόλης. Οι τύποι, η προέλευση και η σημασία της ονομασίας της", Ιωάννινα, 2009
  11. Πυρσινέλας Β. 1959-1960. «η ίδρυσης των Ίωαννίνων και η ονομασία αυτών». Ηπειρωτική Εστία
  12. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΤΣΙΟΔΟΥΛΟΣ Η ΝΤΑΠΙΑ Ή Η ΤΑΦΡΟΣ ΤΟΥ ΒΟΗΜΟΥΝΔΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΟΧΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ (19ος -20ός αιώνας)
  13. Χαράλαμπος Β. Χαρίσης, ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ, ww.academia.edu/40403354/Το όνομα των Ιωαννίνων

15.   Χρυσός, Ε., Συμβολή στην ιστορία της Ηπείρου κατά την Πρωτοβυζαντινή εποχή (Δ'- ΣΤ' αι.), ΗΧ 23, 1981. 9-111

  

Πρόσφατες αναρτήσεις

  • Δεν υπάρχουν δημοσιεύσεις προς εμφάνιση

Τοπολαλιά

 

Οι γειτονιές μας

ΒΡΥΤΖΑΧΑ web tv

Μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι

dd

Μετεωρολογικός σταθμός Ζωτικού

Screenshot 2023 04 27 at 5.14.24 PM

Screenshot 2023 04 27 at 10.43.18 PM

Ellinomatheia1

Screenshot 2023 04 27 at 11.18.15 PM

Λογοτεχνία

ΤΑΣΣΟΣ ΜΟΥΖΑΚΗΣ

Γιώργος Σεφέρης

Ο Φωτεινός

Σαπφώ: η δέκατη μούσα, ο θηλυκός Όμηρος

Χὰνς Κρίστιαν Ἄντερσεν - Τὸ κοριτσάκι μὲ τὰ σπίρτα

Η ιστορία του Ζωτικού

ΖΩΤΙΚΟ (ΛΙΒΙΚΙΣΤΑ) ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Μύθος και Λόγος - Μέρος 2.

Συμβόλαιο αγοροπωλησίας Ζωτικού

Η εξέλιξη του πληθυσμού του Ζωτικού από την απελευθέρωσή του από τους Τούρκους έως σήμερα

Έρευνες

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΖΩΤΙΚΟ

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 1.

Το Μαντήλι στην λογοτεχνία - ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 3.

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 4.

Το Ζωτικο στις τέχνες - Φρειδερίκη Παπαζήκου

Το Ζωτικο στις τέχνες - Φώτης Μότσης

Αφηγήσεις

Αφιερώματα

Περιηγήσεις

periigiseis

Γιορτές

giortes

Δημιουργίες

dimiourgies

Παρουσιάσεις

parousiaseis