ΣΚΗΝΙΚΑ: ΦωτοΜότσης (το δαυλί)
Χαράματα, σηκώθηκε η κυρα Κατέρω ν’ ανάψει τη φωτιά στο τζάκι, να βάλει τον τέντζερη με το νερό στην πυροστιά, να ετοιμάσει τραχανά για τα παιδιά πριν ανηφορίσουνε για το σχολειό.
Όσο κι αν σκαλίζει όμως τη χόβολη, κάρβουνο ζωντανό δεν βρίσκει. Και πώς ν’ ανάψει τώρα τη φωτιά…
Σκουντάει ανάλαφρα τον Φώτη.
"Σήκω, γραμμένο μου, δεν έχουμε φωτιά..".
Στο πόδι ο Φώτης, με την τσίμπλα στο μάτι. Βγαίνει στον νιβορό, νίβεται.
"Για πες, ρε μάννα, αφού σπίρτα δεν έχει ο Μπούση Λιόντος, τρεις βδομάδες τώρα, και τον πριόβολο δεν μπορώ να τονε κάνω καλά, -τι θες να φτιάξω;".
"Στάσου, θα ιδούμε".
Βγαίνει στο νιβορό, βάζει φωνή.
"Ορ’ Νάσαινα!".
Μετά από κανα δυο προσπάθειες, απολογιέται η κακω Χρύσω πόπερα.
"Ούου!".
"Για τήρα, μην κρατάς φωτιά;!".
"Για, θα ιδώ".
Και σε λιγάκι: "Ορ’ νύφη, έχει κανα δυο ακόμα αναμμένα!".
"Άιντε, Φώτη μου", λέει η Κατέρω, "αρέντα στην κάκω να φέρεις το δαυλί! Αλλά μην το κουνάς και πολύ, γιατί το βράδυ θα κατουριέσαι στο κρεβάτι..".
{play}/music/Tetoian_wra_san_kai_tora.mp3{/play}
Και τραχανά φάγαμε, και πήραμε μια πύρα πριν ανηφορίσουμε για το σχολειό με το ξύλο παραμάσχαλα.