Ο Πλούταρχος (50-120 μ.Χ.) γεννήθηκε από παλιά αρχοντική οικογένεια στη Χαιρώνεια της Βοιωτίας, σπούδασε στην Ακαδημία, ταξίδεψε στην Ελλάδα, στην Ιταλία και σε άλλους τόπους, επισκέφτηκε την Αλεξάνδρεια και τη Ρώμη, όπου έδωσε διαλέξεις και σχετίστηκε με ρωμαίους άεχοντες, αλλά τελικά προτίμησε να παραμείνει στη μικρή του πατρίδα.
Άνθρωπος ευσεβής, φιλήσυχος και μελετηρός, ενεργός πολίτης, στοργικός σύζυγος και καλός φίλος, ο Πλούταρχος έζησε τιμημένος από τους συμπολίτες του, που του εμπιστεύτηκαν σημαντικά αξιώματα, από τους κατοίκους των γειτονικών Δελφών, όπου ασκούσε ιερατικά καθήκοντα, και από τους Ρωμαίους, που τον ανακήρυξαν ρωμαίο πολίτη για την ιδεολογική υποστήριξη που τους πρόσφερε με τα έργα του. Από τα πάμπολλα συγγράμματα που ξέρουμε ότι δημοσίευσε υπολογίζουμε ότι σώζονται τα μισά: 120 πάνω κάτω έργα, που κατατάσσονται σε δύο ομάδες: Βίοι παράλληλοι και Ἠθικά.
Η σκέψη του Πλούταρχου δεν ήταν ούτε πρωτότυπη, ούτε ενταγμένη σε μία και μόνο φιλοσοφική σχολή. Εκλεκτικός ήταν, όπως και πολλοί άλλοι στην εποχή του. Ξεκινούσε από τον πλατωνικό ιδεαλισμό, αλλά ήταν έτοιμος να αποδεχτεί και να στηρίξει κάθε πρόταση που του φαινόταν σωστή, να απαρνηθεί και να πολεμήσει κάθε πρόταση που του φαινόταν σφαλερή. Πολύτιμα μας είναι τα έργα του ως τεκμήρια της εποχής του αλλά και για τον τεράστιο όγκο των πληροφοριών που περιέχουν για τα περασμένα. Ο Πλούταρχος ήξερε πολλά, και δεν έχανε ευκαιρία να διηγηθεί κάποιο επεισόδιο, μια φήμη, ένα ανέκδοτο, ή και να παραθέσει μια γνώμη, ένα απόφθεγμα, λίγους χαρακτηριστικούς στίχους. Τα έργα του, όσα σώθηκαν, παραπέμπουν σε πάνω από πεντακόσιους συγγραφείς και μας οδηγούν να υποθέσουμε ότι δούλευε συστηματικά, με επιστημονική μέθοδο, διαβάζοντας τα συγγράμματα των προκατόχων του και αποδελτιώνοντας όσα στοιχεία τον ενδιαφέραν για να τα αξιοποιήσει στις δικές του αντίστοιχες διατριβές.
Η γλώσσα και το ύφος του είναι απλά αλλά επιμελημένα. Μαρτυρούν την πολύπλευρή του μόρφωση και την οικείωσή του με τον καλλιεργημένο αττικό λόγο· μαρτυρούν όμως και τη μετριοπάθεια και την ανεξαρτησία του απέναντι στον κυρίαρχο αττικισμό, καθώς ο Πλούταρχος δε δίσταζε να υιοθετεί στη γραφή του χαρακτηριστικά και λέξεις της Κοινής - στοιχεία που, αν ήθελε, σίγουρα θα μπορούσε να τα αποφύγει.
Η φήμη και η επίδρασή του ήταν, ήδη στην εποχή του, τεράστια.
Ο Πλούταρχος ήταν επί 29 χρόνια αρχιερέας των Δελφών, και διοργάνωσε ένα παγκόσμιο, επιστημονικό και φιλοσοφικό συνέδριο στους Δελφούς με θέμα την Σελήνη και πιο συγκεκριμένα τις μυστηριακές συνθήκες που λειτουργούν στη Σελήνη ή πιo απλά πώς επηρεάζεται η γη από την σελήνη και ποιός είναι ο ρόλος που παίζει η Σελήνη ως προς το θέμα της ζωής πάνω στη γη. Τα συμπεράσματα του συνεδρίου καταγράφει ο Πλούταχος στο βιβλίο του “Περὶ τοῦ ἐμφαινομένου προσώπου τῷ κύκλῳ τῆς Σελήνης”. Το βιβλίο αυτό του Πλουτάρχουν πολύ λίγο είναι γνωστό και καταγράφει, θα έλεγα, την προϊστορία του πλανήτη μας, μια προϊστορία πολύ διαφορετική από αυτήν που γνωρίζουμε. Στην σημερινή μας δημοσίευση θα ασχοληθούμε με το 24ο κεφάλαιο του προαναφερόμενου βιβλίου του Πλουτάρχου, στο οποίο υπάρχει πλήθος στοιχείων για την χαμένη Ατλαντίδα και την ελληνική αποίκιση της αμερικανικής ηπείρου.
“...δ ἐγὼ μὲν οὖν ὑποκριτής εἰμι, πρότερον δ’ αὐτοῦ φράσω τὸν ποιητὴν ὑμῖν εἰ μή τι κωλύει, καθ’ Ὅμηρον ἀρξάμενος. ‘Ὠγυγίη τις νῆσος ἀπόπροθεν εἰν ἁλὶ κεῖται’, δρόμον ἡμερῶν πέντε Βρεττανίας ἀπέχουσα πλέοντι πρὸς ἑσπέραν· ἕτεραι δὲ τρεῖς ἴσον ἐκείνης ἀφεστῶσαι καὶ ἀλλήλων πρόκεινται μάλιστα κατὰ δυσμὰς ἡλίου θερινάς. ὧν ἐν μιᾷ τὸν Κρόνον οἱ βάρβαροι καθεῖρχθαι μυθολογοῦσιν ὑπὸ τοῦ Διός, τὸν δ’ ὡς υἱὸν ἔχοντα φρουρὸν τῶν τε νήσων ἐκείνων καὶ τῆς θαλάττης, ἣν Κρόνιον [941B] πέλαγος ὀνομάζουσι, παρακατῳκίσθαι. τὴν δὲ μεγάλην ἤπειρον, ὑφ’ ἧς ἡ μεγάλη περιέχεται κύκλῳ θάλαττα, τῶν μὲν ἄλλων ἔλαττον ἀπέχει<ν>, τῆς δ’ Ὠγυγίας περὶ πεντακισχιλίους σταδίους κωπήρεσι πλοίοις κομιζομένῳ· (βραδύπορον γὰρ εἶναι καὶ πηλῶδες ὑπὸ πλήθους ῥευμάτων τὸ πέλαγος· τὰ δὲ ῥεύματα τὴν μεγάλην ἐξιέναι γῆν καὶ γίνεσθαι προχώσεις ἀπ’ αὐτῶν καὶ βαρεῖαν εἶναι καὶ γεώδη τὴν θάλατταν, ἧ καὶ πεπηγέναι δόξαν ἔσχε). τῆς δ’ ἠπείρου τὰ πρὸς τῇ θαλάττῃ κατοικεῖν Ἕλληνας περὶ κόλπον οὐκ ἐλάττονα τῆς Μαιώτιδος, οὗ τὸ στόμα [941C] τῷ στόματι τοῦ Κασπίου πελάγους μάλιστα κατ’ εὐθεῖαν κεῖσθαι· καλεῖν δὲ καὶ νομίζειν ἐκείνους ἠπειρώτας μὲν αὑτοὺς <νησιώτας δὲ τοὺς> ταύτην τὴν γῆν κατοικοῦντας, ὡς καὶ κύκλῳ περίρρυτον οὖσαν ὑπὸ τῆς θαλάσσης· οἴεσθαι δὲ τοῖς Κρόνου λαοῖς ἀναμιχθέντας ὕστερον τοὺς μεθ’ Ἡρακλέους παραγενομένους καὶ ὑπολειφθέντας ἤδη σβεννύμενον τὸ Ἑλληνικὸν ἐκεῖ καὶ κρατούμενον γλώττῃ τε βαρβαρικῇ καὶ νόμοις καὶ διαίταις οἷον ἀναζωπυρῆσαι πάλιν ἰσχυρὸν καὶ πολὺ γενόμενον· διὸ τιμὰς ἔχειν πρώτας τὸν Ἡρακλέα, δευτέρας δὲ τὸν Κρόνον...”
(Απόδοση στα νεα ελληνικά)
“Εγώ βέβαια δεν είμαι παρά ηθοποιός, πριν όμως θα σας αναφέρω τον ποιητή, αν δεν υπάρχει αντίρρηση, αρχίζοντας από τον Όμηρο’.
“‘Η Ωγυγία, νησί που βρίσκεται μακριά στη θάλασσα“, που απέχει δρόμο πέντε ημερών από τη Βρετανία, πλέοντας προς τα δυτικά. Τρία άλλα νησιά, όπου απέχουν σε ίση απόσταση από εκείνη και μεταξύ τους, βρίσκονται πέρα από αυτή προς το σημείο όπου δύει το καλοκαίρι ο ήλιος. Σ’ ένα από αυτά, λένε οι βάρβαροι (οι κάτοικοι της Ατλαντίδας) στον μύθο τους, είχε φυλακίσει ο Δίας τον Κρόνο, κι εκείνος, έχοντας φρουρό τον γιο του, είχε εγκατασταθεί δίπλα στά νησιά εκείνα και σε εκείνη τη θάλασσα, την οποία ονομάζουν Κρόνιο πέλαγος. Όσο για τη μεγάλη ήπειρο, από την οποία τριγυρίζεται σε κύκλο η μεγάλη θάλασσα, από τα άλλα νησιά απέχει λιγότερο, από την Ωγυγία όμως γύρω στα πέντε χιλιάδες στάδια και το ταξίδι γίνεται σε πλοία με κουπιά (διότι το πέλαγος διαβαίνεται αργά και είναι λασπουδερό λόγω των πολλών ρευμάτων). Τα ρεύματα βγαίνουν από τη μεγάλη ηπειρωτική χώρα, δημιουργούν προσχώσεις και η θάλασσα είναι πυκνή, γεώδης και θεωρήθηκε πως έχει παγώσει). Από τα ηπειρωτικά μέρη (λένε οι βάρβαροι) τα προς τη θάλασσα κατοικούν οι Έλληνες, γύρω από κόλπο όχι μικρότερο από τη Μαιώτιδα (λίμνη), που το στόμιό του βρίσκεται στην ίδια ευθεία με το στόμιο της Κασπίας θάλασσας. Εκείνοι αποκαλούν και θεωρούν τους εαυτούς τους ηπειρώτες και νησιώτες όσους κατοικούν τούτη τη γη, επειδή περιβρέχεται γύρω γύρω από θάλασσα. Πιστεύουν επίσης ότι με τους λαούς του Κρόνου αναμείχθηκαν αργότερα όσοι έφτασαν με τον Ηρακλή και παρέμειναν και ότι το Ελληνικό στοιχείο, που έσβηνε ήδη εκεί και ήταν υποταγμένο στη βαρβαρική γλώσσα, τους νόμους και τον τρόπο ζωής, αναζωπυρώθηκε, για να το πούμε έτσι, και έγινε πάλι ισχυρό και σημαντικό. Για τούτο τις ανώτερες τιμές έχει ο Ηρακλής, τις αμέσως επόμενες ο Κρόνος”.
Με την παραδοχή ότι ένα κωπήλατο σκάφος θα μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα περίπου 4-5 μιλίων / ανά ώρα, τότε η απόσταση που διανύεται μέσα σε 5 ημέρες προκύπτει από τον ακόλουθο συλλογισμό: 5 ημ. x 24 ώρ. = 120 ώρες, 120 x 4 m / h = 480 μίλια, περίπου 900 χιλιόμετρα
Η ομοιότητα ανάμεσα στην γλώσσα των Ινδιάνων του Μεξικού με τα Αρχαία Ελληνικά έκανε τον Αλεξάντερ φον Χούμπολτ,έναν από τους πρώτους μελετητές των Αζτέκων να αναφωνήσει:”Μα αυτά είναι καθαρά Ελληνικά”! Μάλιστα όταν οι Ισπανοί κονκισταδόρ πρωτοήλθαν σε επαφή με τους Ινδιάνους, τους μιλούσαν στην αρχή στα λατινικά όμως αργότερα στα Ελληνικά, γιατί διαπίστωσαν ότι οι λέξεις των Μάγιας έμοιαζαν περισσότερο με τις ελληνικές! Τα δε βασιλικά ανάκτορα των Ίνκας και των Μάγιας είναι διακοσμημένα εξωτερικά με τον Ελληνικό Μαίανδρο. Στο έργο του Πλάτωνα “Τίμαιος” ο Κριτίας παραθέτει τον διαλογο του Σόλωνα με τους Αιγύπτιους ιερείς της Σάιδας, από όπου καταγόταν ο Άμασις και όπου λάτρευαν τη θεά Νηίθ, ελληνικά Αθηνά. Στην πόλη αυτήν αγαπούσαν τους Αθηναίους και τους θεωρούσαν και συγγενείς τους. Ένας γέρων ιερέας είπε λοιπόν στον Σόλωνα: «ὦ Σόλων, Σόλων, Ἕλληνες ἀεὶ παῖδές ἐστε, γέρων δὲ Ἕλλην οὐκ ἔστιν». Και ο ιερέας εξηγεί την αιτία της οιονεί νεότητας των Αθηναίων:... Και ο ιερέας συνεχίζει λέγοντας ότι η ιστορία των Αιγυπτίων ξεκινάει πριν από 8.000 χρόνια (προ του Σόλωνα, 640-560 π.Χ.), ενώ των Αθηναίων πιο παλιά, ξεκινάει 9.000 χρόνια πριν. Τότε, λοιπόν, πέραν των Ηρακλείων Στηλών (Γιβραλτάρ) υπήρχε μια παμμεγίστη νήσος, η Ατλαντίς, μεγαλύτερη από τη Λιβύη (Αφρική) και την Ασία ενωμένες. Οι βασιλείς της είχαν συγκεντρώσει μεγάλη ισχύ και ήθελαν να κυριαρχήσουν σε Ευρώπη, Ασία και Λιβύη. Οι μόνοι που αντιτάχθηκαν στους Ατλαντιδείς βασιλιάδες ήταν οι τότε κάτοικοι των Αθηνών που κατόρθωσαν παρά την ολιγαριθμία τους να τους νικήσουν και να ελευθερώσουν όλους τους υποδουλωμένους. Ύστερα όμως από σεισμούς και κατακλυσμούς καταστράφηκε η Αθήνα ενώ ολόκληρη η Ατλαντίδα καταβυθίσθηκε και όλη η περιοχή σκεπάσθηκε από λάσπη. Αυτή την παράδοση, διατείνεται ο ιερέας των Αιγυπτίων, δεν τη γνωρίζουν οι Αθηναίοι διότι δεν υπάρχουν γραπτές πηγές και μόνο στα ιερά βιβλία της Αιγύπτου, που δεν καταστράφηκε ποτέ, σώζονται... Ο Πλάτων τοποθετεί την καταβύθιση της Ατλαντίδας περ το 9.650 π.Χ.
Ο Λόνκο Κιλαπάν, ο οποίος θεωρείται ο επίσημος ιστορικός των Αραουκανών, εξιστορεί τα εξής. Περί το 800 π.Χ. μία αποστολή από την κυρίως Ελλάδα και συγκεκριμένα την Σπάρτη ξεκίνησε με στόχο την ίδρυση αποικίας στην περιοχή της Χιλής. Αφού διέσχισαν την Μ. Ασία, έφτασαν στον σημερινό Λάος... κατέβηκαν προς την χερσόνησο της Μαλαισίας και έπειτα βγήκαν στον Ειρηνικό ωκεανό και από εκεί στην αμερικανική ήπειρο. Κατευθύνθηκαν μεταξύ του 36ου και 34ου παραλλήλου νότια του Ισημερινού. Ίδρυσαν έτσι κράτος και το ονόμασαν Χιλή ως παραφθορά της λέξης Φυλή. ΟΙ Αρακουάνοι αριθμούν 1.800.000 στην Χιλή και Αργεντινή.
Ο μεγαλύτερος ποιητής των Αραουκανών, Πάμπλο Νερούντα, έχει συνθέσει το ακόλουθο ποίημα με τίτλο «Canto Heneral»:
« Ω Αραουκανία, με τις χειμαρροφυείς βαλανιδιές εσύ ω πατρίδα δίχως έλεος (...)
κι εσείς, Αραουκάνοι,
πρόγονοί μου (...)
Το αίμα το Eλληνικό
κατρακυλά την ώρα τούτη...»
Γιάννης Μότσης
Σχετικά άρθρα: