Δημητρίου Μίχα, φιλολόγου
Εἰσαγωγικὰ:
Ἡ πολιτικὴ ἡγεσία, ὡς θεμελιώδης παράμετρος τῆς ἱστορικῆς ἐξέλιξης καὶ τῆς συλλογικῆς ζωῆς, ὑπῆρξε ἀντικείμενο στοχασμοῦ ἤδη ἀπὸ τὴν κλασσικὴ ἀρχαιότητα. Ἀπὸ τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέλη ἕως τὸν Θουκυδίδη, ὁ ἡγέτης δὲν νοεῖται ἁπλῶς ὡς διαχειριστὴς τῆς ἐξουσίας, ἀλλὰ καὶ ὡς φορέας ἠθικῶν καὶ διανοητικῶν ἀρετῶν ποὺ καθορίζουν τὴν πορεία τῆς πόλης- κράτους καὶ τὸ μέλλον τῶν πολιτῶν της.
Ἡ φρόνησι, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀνδρεία καὶ ἡ σωφροσύνη ἀποτελοῦν διαχρονικὰ τὸν πυρήνα τῶν ἀρετῶν ποὺ ἀπαιτοῦνται γιὰ τὴν ὀρθὴ ἄσκησι τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας. Σὲ αὐτὲς προστίθενται ἡ διορατικότητα, ἡ εὐβουλία (ἱκανότητα λήψεως ὀρθῶν ἀποφάσεων), ἡ φιλοπολιτεία (φιλοπατρία) καὶ ἡ προσήλωσι στὸ κοινὸ καλό, ἀρετὲς οἱ ὁποῖες καθιστοῦν τὸν ἡγέτη ἄξιο ἐμπιστοσύνης καὶ ἠθικὸ πρότυπο γιὰ τὸν δῆμο, τὸν λαό.
Ἔτσι ἀπὸ τὴν ἰδανικὴ πολιτεία τοῦ Πλάτωνα, στὴν ὁποία ἀσκεῖται ἡ ἰδανικὴ ἐξουσία ἀπὸ τὸν «μὲ γνώσι και ἀρετή»-φιλόσοφο ἡγέτη, πρὸς ἐξυπηρέτησι τοῦ συμφέροντος τῶν πολιτῶν μὲ στόχο τὴν εὐδαίμονα πόλι, γίνεται ἡ μετάβασι στὸν κυνικὸ ρεαλισμὸ τοῦ Μακιαβέλι, ὁ "ἡγεμόνας" τοῦ ὁποίου προκειμένου νὰ ὑπηρετήσει συγκεκριμένους πολιτικοὺς στόχους, δικαιοῦται νὰ χρησιμοποιεῖ , ὡς ἀναγκαῖο κακό, τὴν ἐξουσία καὶ τοὺς πολίτες ὡς ὄργανα, γιὰ νὰ ἀναδυθῆ μέσα ἀπὸ τὶς δυσκολίες ὁ ἱκανὸς ἡγέτης.Ἡ παραπάνω ἄποψι ἔχει γίνει ἡ αἰτία γιὰ νὰ δεχθῆ ἀμφισβητήσεις σχετικὰ μὲ τὴν ἠθικὴ τῆς πολιτικῆς καὶ νὰ χαρακτηριστεῖ ἀπὸ πολλοὺς ὡς ἀμοραλιστὴς καὶ καιροσκόπος. Ἔμεινε διάσημη ἡ φράσι του, πὼς «ἕναν ἡγέτη εἶναι πιὸ σημαντικὸ νὰ τὸν φοβοῦνται παρὰ νὰ τὸν ἀγαποῦν», ἀνεχόμενος ἠθικὰ: τὴν βία, τὴν χειραγώγησι καὶ τὴν ἐκμετάλλευσι τοῦ κυβερνωμένου λαοῦ.
Στὴν σύγχρονη ἱστορικὴ διαδρομή, ἡ θεωρητικὴ προσέγγισι τῆς ἡγεσίας γνώρισε ποικίλες ἐκφάνσεις, ἐπιχειρώντας νὰ ἑρμηνεύσει τὸ φαινόμενο μέσα ἀπὸ διαφορετικὰ πρίσματα.
Στὸ ἐρώτημα ἂν ἡ ἡγεσία εἶναι θέμα κληρονομικῶν καταβολῶν καὶ χαρισματικῆς προσωπικότητας ἢ ἀποτέλεσμα κοινωνικῶν ὅρων, παιδείας καὶ κατάρτισης, κατὰ πόσον δηλαδὴ τὰ φυσικὰ – πνευματικὰ χαρακτηριστικὰ (σωματικὴ διάπλασι, ὁ δείκτης νοημοσύνης, τὰ ἐγγενῆ τάλαντα τῆς προσωπικότητας) προέχουν τῆς ἐπιρροῆς τοῦ κοινωνικοῦ περιβάλλοντος, τῶν κοινωνικὸ-οἰκονομικῶν καὶ ἠθικὸ- πολιτιστικῶν συνθηκῶν, στὴν διαμόρφωσι ἑνὸς ἡγέτου, ἡ ἀπάντησι τελικὰ βρίσκεται στὸν συνδυασμὸ τῶν δύο καὶ σὲ μιὰ ἀμφίδρομη σχέσι ὅπου ἡ μία συμπληρώνει τὴν ἄλλη. Φυσικὰ γιὰ κάθε μία ἀπὸ τὶς ἀπόψεις, ἐκφράστηκαν διαφοροποιήσεις ἐκδοχῶν μὲ δογματικοὺς ὑποστηρικτὲς τῶν θεωριῶν τους. Οἱ Schmincke 2000, J. Potter 1987, J. Richardson 1996 π.χ.,διατύπωσαν τὴν «γενετικὴ θεώρησι», δηλαδὴ ὅτι ἡ ἡγεσία ἐνέχει κληρονομικὰ φυσικά, πνευματικὰ καὶ ψυχικὰ χαρακτηριστικά, ἐνῶ ὁ Joseph Nye (Τζόζεφ Νάι), ἀναγνωρισμένος καθηγητὴς τοῦ Χάρβαρντ, τόνιζε σχεδὸν τό ἴδιο μὲ τὸν δικὸ του τρόπο τὸ 2008, ὅτι ἡ ἡγεσία εἶναι συνυφασμένη μὲ τὴν πεποίθησι ὅτι οἱ ἡγετικὲς προσωπικότητες γεννιοῦνται καὶ δὲν γίνονται καὶ ὅτι ἡ φύσι ὑπερέχει τῆς ἀνατροφῆς στὴν διαμόρφωσι τους.
Ἄλλοι ὅμως μελετώντας ἱστορικὲς συγκυρίες καὶ κοινωνικὰ δεδομένα: σύγχυσης, ἀνασφάλειας καὶ ταραχῆς ἢ κοινωνικῆς καὶ οἰκονομικῆς κρίσης, ἐκτίμησαν ἀναμφισβήτητη τὴν ἀλληλεπίδρασι καὶ ἀλληλεξάρτησι τῆς κοινωνικῆς ὁμάδας μὲ τὸν ἡγέτη, φέρνοντας μάλιστα ὡς παράδειγμα καὶ ἀρνητικὲς περιπτώσεις, ὅπως τοῦ Χίτλερ, Μουσολίνι κ.άλ., οἱ ὁποῖοι ἀναρριχήθηκαν στὴν ἐξουσία ἐκμεταλλευόμενοι τέτοιες περιστάσεις, ἢ ἐσωτερικὲς ἴντριγκες καὶ κομματικοὺς μηχανισμούς, π.χ. τοῦ Στάλιν.
Ἡ γενετικὴ θεωρία τελικώς «ἀντικαταστάθηκε» ἀπὸ τὴν παραπλήσια θεωρία ποὺ ἐπικαλεῖται τὸ χάρισμα κυριαρχίας, τὸ «μαγικὸ» εὔστροφο τάλαντο, τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζει, «ὡς τὴν ἐξαιρετικὴ ἰδιότητα–δωρεὰ ἢ δύναμι μιᾶς προσωπικότητας», ἡ ὁποία τὸν μεταμορφώνει σὲ πρόσωπο ἱκανὸ νὰ σαγηνεύει, νὰ ἐμπνέει, νὰ πείθει, νὰ κερδίζει τὴν ἐμπιστοσύνη τῆς λαϊκῆς βάσης. Μὲ τὴν ἔμφυτη αὐτὴ ἱκανότητα ἔχει ἀποδειχθῆ ὅτι προσκολλῶνται ἀκόλουθοι μὲ ἀφοσίωσι στὸν λόγο του καὶ στὸ ὅραμα του, ἀναγνωρίζοντας τον, ὡς ξεχωριστὸ- σημαντικὸ ἡγετικὸ πρόσωπο. (π.χ. Ἀλκιβιάδης, Κλέων μὲ ἀρνητικὸ τρόπο, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ μὲ θετικὸ). Εἶναι μιὰ ἄποψι ποὺ ἐξέφρασε ὁ Μάξ Βέμπερ ἀσχολούμενος ἐκτενῶς μὲ ζητήματα κυριαρχίας, ἰσχύος, ἡγεσίας καὶ ἐξουσίας, ἐντὸς γραφειοκρατικῶν μηχανισμῶν καὶ διοίκησης. Πιὸ συγκεκριμένα, στὰ βιβλία του EconomyandSociety: AnOutlineofInterpretiveSociology (1922) καὶ TheTheoryofSocialandEconomicOrganisation (1924) φαίνονται νὰ καταγράφονται τρεῖς τρόποι κυριαρχίας: ὁ ἔλλογος, ὁ παραδοσιακὸς καὶ ὁ χαρισματικός, ὁ ὁποῖος ἀναδεικνύεται συνήθως σὲ περιόδους κρίσης[1].
Τὴν θεωρία περὶ χαρισματικῆς ἐξουσίας ἐπεξεργάστηκαν ἀργότερα καὶ οἱ Conger καὶ Kanungo οἱ ὁποῖοι τὸ 1987 μὲ τὸ βιβλίο τους «Toward a Behavioral Theory of Charismatic Leadership in Organizational Setting», (Πρὸς μιὰ θεωρία τῆς συμπεριφορᾶς - Θεωρία τῆς Χαρισματικῆς Ἡγεσίας σὲ Ὀργανωτικὸ Περιβάλλον), ἕνα μοντέλο ποὺ ἐπεξηγεῖ τὴ χαρισματικὴ ἡγεσία, διακρίνοντας την σὲ διάφορα στάδια.
Βέβαια ἕνας τέτοιος κατάλογος μὲ δυνητικὰ σημαντικὰ χαρακτηριστικὰ μπορεῖ νὰ ἀποβῆἀνεξάντλητος καὶ ἐντελῶς σχετικὸς ἀνὰ πρόσωπο καὶ ἐποχὴ καὶ φυσικὰ νὰ μὴν ἀποκλείονται …. ἀπὸ κανέναν ἄνθρωπο ἀναλόγως τοῦ τομέα εὐθύνης καὶ τοῦ ρόλου του. Προπάντων ὅμως , τὰ «ἐξέχοντα» χαρακτηριστικὰ δὲν εἶναι ἀποκομμένα ἀπὸ τὶς συνθῆκες τοῦ περιβάλλοντος καὶ τῆς ἐξατομικευμένης παιδείας, ἐνῶ ἡ ἐπιρροὴ καὶ ἡ πειθὼ διαφέρει ἀπὸ ἡγέτη μὲ ἡγέτη, μὲ τελικὸ ἀποτέλεσμα – παρὰ τὸ κύρος κάποιων ὑποστηρικτῶν τῆς θεωρίας αὐτῆς[2], νὰ μὴν βρίσκει εὐρύτερη ἀνταπόκρισι.
Ἀργότερα, θὰ ἀναφέρουμε κάποιες ἐντελῶς ἐπιγραμματικὰ,προέκυψαν οἱ θεωρίες τῶν γνωρισμάτων (Trait Theories),οἱ ὁποῖες ἐπιχείρησαν νὰ ἐντοπίσουν τὰ συγκεκριμένα χαρακτηριστικὰ ποὺ διαφοροποιοῦν τὸν ἡγέτη ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἐνῶ οἱ θεωρίες συμπεριφορᾶς (Behavioral Theories) ἑστίασαν στὶς πράξεις καὶ τὶς στρατηγικὲς ποὺ ὁδηγοῦν στὴν ἀποτελεσματικὴ ἡγεσία. (π.χ. Kurt Lewin) Παράλληλα,ἔγινε γνωστὴ καὶ ἡ καταστασιακή καὶ ἐνδεχομενική θεωρία (Situational καὶ Contingency Theories τῶν Hersey & Blanchard), οἱ ὁποῖοι τόνισαν τὴν σημασία τοῦ πλαισίου καὶ τῶν περιστάσεων, ὑποστηρίζοντας ὅτι δὲν ὑπάρχει ἕνα ἑνιαῖο πρότυπο ἡγεσίας, ἀλλὰ ὅτι αὐτὴ προσαρμόζεται στὶς ἀνάγκες τῆς ἐποχῆς καὶ τῆς κοινότητας.
Ὁ δὲ Warren Gamaliel Bennis (Γουόρεν Μπένις,1925 - 2014) Ἀμερικανὸς μελετητής, ποὺ θεωρεῖται εὐρέως ὡς πρωτοπόρος τοῦ σύγχρονου τομέα τῶν σπουδῶν τῆς Ἡγεσίας, θεωροῦσε ὅτι «ἡ ἡγεσία εἶναι ἡ ἱκανότητα νὰ μεταφράζεται τὸ ὅραμα σὲ πραγματικότητα». Ὁ Τζέιμς ΜακΓκρέγκορ Μπέρνς (1918 –2014), Ἀμερικανὸς ἱστορικὸς καὶ πολιτικὸς ἐπιστήμονας, αὐθεντία στὶς σπουδὲς ἡγεσίας, προέβαλλε εὔστοχα τὴν θεωρία τῆς «Μετασχηματιστικῆς Ἡγεσίας» πιστεύοντας ὅτι ἡ ἰδανικὴ ἡγεσία εἶναι μιὰ διαδικασία κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἡγέτης δὲν περιορίζεται ἁπλῶς στὴ διαχείρισι τῆς διοικητικῆς ἐξουσίας, ἀλλὰ ἐπιδιώκει νὰ ἐμπνεύσει, νὰ παρακινήσει καὶ νὰ μεταμορφώσει τοὺς ἀνθρώπους, στηριζόμενος ὄχι σὲ ἀνταμοιβὲς ἢ τιμωρίες, ἀλλὰ στὸ ὅραμα, στὶς ἀξίες καὶ στὴν καλλιέργεια ἐσωτερικῶν κινήτρων δημιουργικότητας, ὅπου ἡγέτης καὶ λαὸς θὰ ἀνεβάζουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον σὲ ὑψηλότερα ἐπίπεδα ἀποτελεσματικότητας καὶ ἠθικῆς συναλλακτικῆς σχέσης.
Βέβαια, ὁ κατάλογος τῶν θεωριῶν καὶ ἀντιλήψεων γιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς ἰδανικῆς φυσιογνωμίας τοῦ πολιτικοῦ ἡγέτου εἶναι καὶ πολλὲς καὶ μερικὲς ἰδιαίτερα βαθυστόχαστες, ἀφοῦ λαμβάνουν ὑπ’ ὄψιν τους ἀποτελέσματα ἐπιστημῶν, κοινωνιολογίας, οἰκονομίας, ψυχολογίας, πολιτισμικῶν δεδομένων παιδείας καὶ ἀγωγῆς, οἱ ὁποῖες ὅμως παρ’ ὅτι θὰ συγκροτήσουν ἕνα πεπαιδευμένο ἄτομο, τὸ ὁποῖο πιθανὸν νὰ ξεχωρίζει γιὰ τὶς γνώσεις του, ὅμως νὰ μὴ εἶναι προϋπόθεσι γιὰ ἕναν ἱκανὸ ἡγέτη, γι’ αὐτὸ καὶ σπάνια ἡ ἱστορία κατέγραψε προσωπικότητες ποὺ ἄφησαν τὴν σφραγίδα καινοτόμου, διαμορφωτοῦ στὴν ἐποχὴ τους.
Στὴν σύγχρονη ἐποχή, ὅπου οἱ κοινωνίες ἀντιμετωπίζουν σύνθετες προκλήσεις, οἱ ἀρετὲς τοῦ ἰδανικοῦ ἡγέτη ὑπερβαίνουν πλέον τὴν ἁπλὴ ἱκανότητα διακυβέρνησης. Συνδυάζουν τὸν χαρισματικὸ λόγο μὲ τὴν ἠθικὴ ὑπευθυνότητα, τὴν τεχνοκρατικὴ ἐπάρκεια μὲ τὴν ἀνθρωποκεντρικὴ εὐαισθησία, τὴν ὅρασι γιὰ τὸ μέλλον μὲ τὸν σεβασμὸ τῆς ἱστορικῆς μνήμης. Ὁ ἰδανικὸς πολιτικὸς ἡγέτης δὲν εἶναι μόνο ἐκεῖνος ποὺ διατάσσει ἢ διοικεῖ, ἀλλὰ κυρίως ἐκεῖνος ποὺ ἐμπνέει, ἑνώνει, καλλιεργεῖ τὴν συλλογικὴ συνείδησι καὶ ἐργάζεται ἀνιδιοτελῶς γιὰ τὴν πρόοδο καὶ τὴν εὐημερία τοῦ συνόλου.
Βέβαια ἡ σημερινὴ πολιτικὴ πραγματικότητα, ὁλοένα καὶ περισσότερο ἀναδεικνύει ἕνα βαθὺ καὶ ἀνησυχητικὸ φαινόμενο: τὸ ἔλλειμμα ἡγεσίας. Οἱ κοινωνίες, παγιδευμένες ἀνάμεσα σὲ τεχνοκρατικὲς διαχειριστικὲς λογικὲς καὶ ἐπικοινωνιακές στρατηγικὲς ἐντυπωσιασμοῦ, φαίνεται νὰ στεροῦνται ἡγετῶν ποὺ νὰ ἐμπνέουν, νὰ προσανατολίζουν καὶ νὰ ὑπηρετοῦν αὐθεντικὰ τὸ κοινὸ καλό. Ἡ πολιτικὴ συχνὰ περιορίζεται σὲ ἐπιφανειακὲς ἀντιπαραθέσεις καὶ πρόσκαιρους τακτικισμούς, ἐνῶ ὁ ἡγέτης, ἀντὶ νὰ ἀποτελεῖ φορέα προτύπων, ἀξιῶν καὶ ὁράματος, μετατρέπεται σὲ διαχειριστὴ κομματικῶν ἰσορροπιῶν ἢ σὲ ἕναν μέτριο κυβερνήτη, κατώτερο τῶν περιστάσεων στὴν ὀργάνωσι τῶν οἰκονομικῶν-κοινωνικῶν-πολιτισμικῶν ἀπαιτήσεων καὶ τῶν διεθνῶν ἐξελίξεων. Αὐτὸ τὸ ἔλλειμμα, τὸ ὁποῖο διαπερνᾶ τὶς περισσότερες δημοκρατίες κρατῶν, γεννᾶ τὸν θεμελιώδη προβληματισμὸ: τί σημαίνει σήμερα ὁ πολιτικὸς «ἡγέτης» καὶ ποιὲς ἀρετὲς πρέπει νὰ τὸν χαρακτηρίζουν;
Ἡ ἔννοια τοῦ Ἡγέτη
Εἶναι εὐνόητο λοιπόν, νὰ σκιαγραφηθῆ μιὰ κατὰ τὸ δυνατὸν ἰδανικὴ εἰκόνα τοῦ πολιτικοῦ Ἡγέτη, ἱκανὴ νὰ μαγνητίζει καὶ νὰ ἀνταποκρίνεται στὸ αἰσθητήριο τοῦ μέσου πολίτου. Ἀνάμεσα στοὺς πολλοὺς ὁρισμοὺς ποὺ θὰ συναντήσει κανεὶς γιὰ τὴν ἔννοια τοῦ ἡγέτη, θὰ βρῆ καὶ τὴν λέξι ποὺ συνενώνει ὅλα τὰ γνωρίσματα καὶ καθορίζει τὴν ὑπόστασι του, ἡ ὁποία εἶναι : ἡ ἐπιρροὴ. Ἔτσι ὁ John Maxwell (Τζον Κάλβιν Μάξγουελ) [3] πιστεύει ὅτι τὸ περιεχόμενο τοῦ ὅρου Ἡγεσία, εἶναι ἡ δύναμι τῆς μακροχρόνιας ἐπιρροῆς ποὺ δημιουργεῖ ἀκολούθους στὸ ὅραμα τῶν «πιστεύω» του, ἐπηρεάζοντας τὴν σκέψι, τὰ συναισθήματα, τὶς στάσεις καὶ τὶς συμπεριφορὲς τους, μὲ τρόπο ποὺ μπορεῖ νὰ ἀλλάξει τὴν ροὴ τῆς ὑφιστάμενης πραγματικότητας μακροπρόθεσμα, καὶ ὄχι μόνο νὰ ἐπιφέρει περιστασιακὰ ἀποτελέσματα, ἀλλὰ νὰ ἀφήνει καὶ κληρονομιὰ ἕνα ὑγειὲς εἰρηνικὸ περιβάλλον, μὲ καλύτερους ἀνθρώπους καὶ σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ὀργάνωσι τῆς πολιτείας, νὰ ἔχει θεσπίσει λειτουργικὰ καλύτερους θεσμούς.
Ὅσο ἱκανὸς καὶ νὰ εἶναι κάποιος/α, ὅσο κι' ἂν εἶναι ἐπιτυχημένος, δὲν εἶναι ἡγέτης ἂν δὲν μπορεῖ νὰ ἀσκήσει ἐπιρροή, ἂν δὲν μπορεῖ ἡ παρουσία του νὰ λειτουργεῖ ὡς καταλύτης ποὺ θὰ στρέψει τὴν πραγματικότητα ποὺ τὸν περιβάλλει στὴν ἰδεολογικὴ ἢ ὀργανωτικὴ – πρακτικὴ κατεύθυνσι ποὺ ἐκεῖνος ἔχει ἐπιλέξει γιὰ τὸ «ὠφέλιμον καὶ χαρίεν τῆς πόλης του (τῆς Χώρας του)». Πολιτικοὶ ἐπιστήμονες θεωροῦν ὅτι ἡ ἡγετικὴ ἱκανότητα δὲν ταυτοποιεῖται μὲ μία συγκεκριμένη ἰδιότητα, ἀλλὰ μὲ ἕνα σύνολο δεξιοτήτων ποὺ ἐκφράζει κανεὶς στὸν (ἡγετικὸ του) ρόλο μὲ θέσι εὐθύνης καὶ ἐξουσίας, τὶς ὁποῖες φυσικὰ δύναται νὰ καλλιεργεῖ, νὰ ἐξασκεῖ καὶ νὰ βελτιώνει. Ὁ Δημήτρης Μπουραντάς [4] διακρίνει εὔστοχα τὸ πρόσωπο τοῦ Ἡγέτη ἀπὸ ἐκεῖνο τοῦ Ἡγεμόνα ἢ ἀπὸ ἐκείνου ποὺ κατέχει ὁποιαδήποτε θέσι ἐξουσίας. Ὁ Ἡγέτης εἶναι συγκροτημένη προσωπικότητα ἡ ὁποία ἐμπνέει, πείθει , καθοδηγεῖ, διδάσκει μὲ τὸ ἦθος του καὶ ἑνώνει μέσω κοινῶν ὁραμάτων καὶ ἀξιῶν. Ἐπιδιώκει νὰ κεντρίσει τὴν εὐβουλίᾳ καὶ τὴν προθυμία τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ ἐπιτυγχάνονται ἀποτελέσματα ποὺ ὠφελοῦν τὸ σύνολο: «τὸ ὅλον τῆς πόλεως», σύμφωνα μὲ τὴν ἀντίληψι τοῦ Περικλῆ στὸν Ἐπιτάφιο τοῦ Θουκυδίδη, δηλαδὴ τὸ ἐνδιαφέρον του νὰ νοηματοδοτεῖ ἕναν καὶ μόνο προσανατολισμὸ : τὸ κοινὸ συμφέρον, τὸ κοινὸ καλό, ὥστε αὐτὴ ἡ πόλις (κράτος) νὰ καταστῆ αὐταρκεστάτην (Θουκ. Β’, 36.3)[5]
Ἐδῶ μᾶλλον κρύβεται καὶ ὁ προβληματισμὸς γιὰ τὸν ἐνεργὸ Ἕλληνα πολίτη, ὁ ὁποῖος ἀμφισβητεῖ ἀνάλογες ἱκανότητες σὲ ἡγετικὰ πρόσωπα (ἀρχηγοὺς) τῆς ὑπάρχουσας πολιτικῆς σκηνῆς. Καὶ αὐτὸ διότι ὁ πολιτικὸς Ἡγέτης ἔχει τὸν τρόπο καὶ τὸ χάρισμα νὰ κερδίζει τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ λαοῦ του, μέσα ἀπὸ τὴν ἀναμφισβήτητη ἀκεραιότητα του καὶ τὶς ἱκανότητες του, καὶ οἱ σχέσεις μὲ τὸν λαὸ νὰ διέπονται ἀπὸ εἰλικρίνεια, ὥστε νὰ ἱκανοποιεῖ τὴν κρίσι τους μὲ τὴν ἀνταπόκρισι τοῦ ἡγέτη στὴν συνέπειά του: λόγων καὶ ὑποσχέσεων (πράξεων). Νὰ πραγματοποιεῖ ὀρθολογικὸ σχεδιασμὸ τῶν ἔργων, ὑλοποιώντας ἀλλαγὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες θὰ προκύπτει ἔκδηλη - βραχυπρόθεσμη ἀλλὰ καὶ - προγραμματισμένης ἐπίτευξης – μακροπρόθεσμη ἀποτελεσματικότητα, γιατὶ μόνο αὐτὴ προσδίδει νόημα καὶ ἀξία στὸ ἂν ἡ θητεία του ἦταν παραγωγικὴ καὶ ὄχι ἀδρανής, ἐπιτυχὴς ἡ συμβολὴ του ἢ χρεοκοπημένη. [6]
Ἐν τέλει ὁ ἐπιτυχημένος ἡγέτης ἐπιβεβαιώνεται ὅταν ἀφήνει θετικὸ ἀποτύπωμα, καὶ ὡς κληρονομιὰ καλύτερους πολίτες καὶ λειτουργικώτερους θεσμούς, οἱ ὁποῖοι θὰ συμβάλλουν στὴν ὀργάνωσι καὶ εὐταξία καὶ στὴν λύσι προβλημάτων σὲ ὅλα τὰ πεδία τῆς συλλογικότητας καὶ τῆς κοινωνίας, ὅπως ἤδη ἔχει ἀναφερθῆ.
Στὴν οὐσία, ἡ σοφὴ ἡγεσία μὲ τὸ θετικὸ πρόσημο, εἶναι μία διαρκὴς παρουσία ἀνιδιοτέλειας, διαφάνειας, ἀξιοπιστίας καὶ ἐνσυναίσθησης τῆς προσφορᾶς στὸ σύνολο τῆς κοινωνίας, μακριὰ ἀπὸ τὴν χειραγώγησι τοῦ λαϊκισμοῦ καὶ τὴν ἀναμόχλευσι διχαστικῶν παθὼν (τὰ ζήσαμε καὶ αὐτὰ καὶ μάλιστα στὴν ἀκραία μορφὴ τους), ἢ στὴν ἀνοχὴ τῆς ἀναξιοκρατίας καὶ ἀναρρίχησης τῆς κομματικῆς νομενκλατούρας, τῶν «δικῶν μας» δηλαδὴ στελεχῶν (πελατειακὴ σχέσι) ποὺ σκοπὸ ἔχουν τὴν νομὴ ἀξιωμάτων, προνομίων καὶ μεροληπτικῶν διευκολύνσεων γιὰ ἴδιον συμφέρον.
Συμπτώματα παρακμῆς τῆς πολιτικῆς ζωῆς ποὺ ἀμαυρώνει ὄχι μόνο τῆς εἰκόνα της, ὄχι μόνο γιατὶ συντελεῖ στὴν ἀπέχθεια καὶ ἀποστροφὴ ἐνεργοῦς ἐνασχόλησης μαζὶ της, ἀλλὰ ἀποδιώχνει ἔντιμα καὶ μὲ ἐπιστημονικὴ κατάρτισι πρόσωπα, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ ὑπηρετήσουν καινοτόμα τὴν πατρίδα, προβληματιζόμενα γιὰ τὸν βάλτο τῶν συμφερόντων ποὺ ὄζει καὶ «πρέπει» νὰ πολεμήσουν μὲ πνευματικὴ καὶ ψυχικὴ φθορὰ ἢ νὰ ἀφομοιωθοῦν.
Σὲ μᾶς τοὺς παλαιότερους ἡ εἰκόνα τῶν ἀντιπροσώπων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Δήμου (Βουλὴ) τῆς μεταπολίτευσης ἕως καὶ τὰ τέλη π.χ. τοῦ 90ήντα, συγκρινόμενη μὲ τὸ ἐπίπεδο τῶν ἐκλεκτόρων τῶν τελευταίων ἐκλογικῶν ἀναμετρήσεων, ἡ τωρινὴ εἰδικὰ πραγματικότητα, φαντάζει τόσο χαμηλῆς παιδείας καὶ πολιτικῆς εὐθύνης (πλὴν φυσικὰ ἐξαιρέσεων) ποὺ μᾶς περιλούζει σύγκρυο (ἀνατριχίλα). Τέτοιο λεξιλόγιο ὀχετοῦ, περιθωρίου καὶ τοξικότητας καὶ βάναυσης φρασεολογίας προσωπικῶν προσβολῶν, μὲ ἀνεύθυνες, καιροσκοπικές, χαμερπεῖς καὶ ψηφολάγνες σκοπιμότητες, ἀπευθυνόμενοι σὲ κρετινο-ἀγέλες καὶ ὄχι σὲ ἀξιοπρεπεῖς πολίτες, ἀποκαλύπτουν τὸ μέγεθος τῆς «μικροπρέπειας», ἀνυποληψίας στην/στους πολιτική/ούς καὶ τῆς ἀπαυδισμένης ἀδιαφορίας γιὰ τὰ κοινά.
Ἡ Εὐθύνη τοῦ Πολίτου κατὰ τὸν Θουκυδίδη
Στὴν ἀπαξίωσι συγκεκριμένων πολιτικῶν ἡγετῶν θὰ πρέπει νὰ ὀρθώσει ἀνάστημα ὁ ἴδιος ὁ πολίτης. Σὲ αὐτὸ συνεπικουρεῖ καὶ μιὰ σοφὴ φωνὴ ἀπὸ τὸν χρυσὸν αἰῶνα τοῦ Περικλῆ, ἀπὸ τὸν Θουκυδίδη, τὸν σημαντικώτερο ἱστορικὸ τῆς κλασσικῆς ἀρχαιότητας. Βέβαια δὲν ἀσχολεῖται ἄμεσα μὲ τὴν πολιτικὴ φιλοσοφία μὲ τὸν τρόπο ποὺ τὸ πράττουν ὁ Πλάτων ἢ ὁ Ἀριστοτέλης, ὡστόσο, στὸ ἔργο του Ἱστορίαι καὶ εἰδικώτερα μέσα ἀπὸ τὸν Ἐπιτάφιο λόγο τοῦ Περικλῆ (ἐκφωνήθηκε τὸ 431 π.Χ.), σκιαγραφεῖ ἔμμεσα τὸ πρότυπο τοῦ ἰδανικοῦ πολίτη τῆς ἀθηναϊκῆς δημοκρατίας.
Ὁ πολίτης αὐτὸς δὲν εἶναι ἁπλῶς μέλος μιᾶς κοινότητας, ἀλλὰ ἐνεργὸ κύτταρο της ποὺ συμβάλλει στὴν πολιτική, κοινωνικὴ καὶ πολιτιστικὴ ζωὴ τῆς πόλης, γιατὶ ἀνήκει στοὺς «ξυνειδότας», στοὺς γνῶστες δηλ. ποὺ ἀναγνωρίζουν καὶ ξέρουν νὰ κρίνουν ὀρθά.
Εἶναι ὁ Ἰδανικὸς Πολίτης, ὁ ἔχων ὡς πρῶτο χαρακτηριστικὸ τὴν σωφροσύνη, δηλ. τὴν σύνεσι καὶ αὐτοκυριαρχία ποὺ τοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἐλέγχει τὶς παρορμήσεις του καὶ νὰ κρατᾶ τὸ «μέτρον», τὴν ἰσορροπία ἀνάμεσα στὸν ἰδιωτικὸ καὶ τὸν δημόσιο βίο, ἀποφεύγοντας ἀκρότητες (2.40.2). Εἶναι ὁ πολίτης ὁ ὁποῖος ἀπολαμβάνει τὴν προσωπικὴ του ζωή, ἀλλὰ ταυτόχρονα συμμετέχει ἐνεργὰ στὴν λῆψι ἀποφάσεων. Ἡ τυχὸν ἀδιαφορία του γιὰ τὰ κοινὰ θεωρεῖται ἔνδειξι «ἀχρειότητας», ἀχρηστίας (τὸν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα, ἀλλ᾽ ἀχρεῖον νομίζομεν), ἐνῶ ἡ ἐνεργὸς παρουσία στὰ δημόσια πράγματα προβάλλεται ὡς ἀρετὴ καὶ εὐθύνη [7].
Ὁ ἰδανικὸς πολίτης χαρακτηρίζεται ἐπίσης ἀπὸ παρρησία, δηλαδὴ ἐλεύθερη καὶ ὑπεύθυνη ἔκφρασι τῆς γνώμης, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἀνοχὴ στὴ διαφορετικὴ ἄποψι, γεγονὸς ποὺ ἐνισχύει τὸν διάλογο καὶ τὴ συλλογικὴ ἀπόφασι (Β,37.3, Β,40.2). Ἡ φιλοδοξία, ὅταν κατευθύνεται μὲ μέτρο, λειτουργεῖ δημιουργικὰ καὶ ὁδηγεῖ στὴν πρόοδο τῆς πόλης-κράτους, ἐνῶ ἡ ἀνδρεία καὶ ἡ φιλοπατρία ἐκδηλώνονται μὲ τὴν προθυμία τοῦ πολίτη νὰ θυσιάσει τὸ ἴδιο του τὸ εἶναι γιὰ τὸ κοινὸ συμφέρον καὶ τὴν ἐκφράζει ὁ Θουκυδίδης μὲ τὴν ὄμορφη φράσι: "ὁ ἐραστὴς τῆς πόλης" (Β΄ 42.4, Β,43.1).
Τέλος, ἡ καλλιέργεια τοῦ πνεύματος καὶ ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν πολιτισμὸ συνιστοῦν ἐξίσου ἀναγκαία στοιχεῖα, ὥστε ὁ πολίτης νὰ μὴν εἶναι μόνο «πολεμιστής», ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπος τοῦ λόγου καὶ τῆς παιδείας. (Β΄ 40.1, Β΄ 40.2). Συνεπῶς, τὸ θουκυδίδειο ἰδεῶδες τοῦ πολίτου εἶναι μιὰ σύνθεσι ἐλευθερίας, εὐθύνης, πνευματικῆς καλλιέργειας καὶ φιλοπατρίας, ποὺ ἐξασφαλίζει τὴν ἀκμὴ τῆς πόλης καὶ τὴ διαχρονικὴ ἀκτινοβολία τοῦ πολιτισμοῦ της.
Ἡ φράσι ἡ ὁποία θὰ ἐξέφραζε καὶ σήμερα τὸ νόημά της, εἶναι μᾶλλον: ἡ «ἀφύπνισι τῆς πολιτικῆς συνείδησης» - ὡς μὴ «ἀπράγμονες- ἀχρεῖοι», ἀλλὰ «ἐνεργοὶ - ξυνειδότες πολίτες»- , γιὰ νὰ δηλώσει τὴν μετάβασι ἀπὸ τὴν παθητικότητα καὶ τὴν ἀδιαφορία στὴν συνειδητὴ συμμετοχὴ στὴν δημόσια ζωή. Ἡ πολιτικὴ συνείδησι ἀφυπνίζεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος κατανοεῖ τὰ δικαιώματα καὶ τὶς ὑποχρεώσεις του, ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἡ πολιτικὴ δὲν εἶναι ὑπόθεσι μόνο τῶν θεσμῶν καὶ τῶν κυβερνώντων, ἀλλὰ ἀφορᾶ ὅλους, χωρὶς κομματικὸ ἀγελαῖο ὀπαδισμό, πρᾶγμα ποὺ συσκοτίζει, ὑποδουλώνει καὶ ὁδηγεῖ σὲ πράξεις φανατισμοῦ καὶ ἐμπάθειας, χωρὶς σωφροσύνη.
Ὡς ἐνεργοὶ πολίτες, οἱ ἄνθρωποι συμμετέχουν σὲ συλλογικὲς διαδικασίες, διατυπώνουν ἄποψι, ἀναλαμβάνουν πρωτοβουλίες καὶ ἀγωνίζονται γιὰ τὸ κοινὸ καλό. Ἔτσι, ἡ ἀφύπνισι τῆς πολιτικῆς συνείδησης γίνεται πρᾶξι μέσα ἀπὸ μικρὲς καὶ μεγάλες δράσεις, στὴν τοπικὴ κοινωνία (ἐθελοντικὲς πρωτοβουλίες), εἴτε σὲ πανεθνικὸ ἐπίπεδο (ἐνεργὴ στάσι σὲ ζητήματα κοινωνικῆς δικαιοσύνης καὶ δημοκρατίας). Πρόκειται, ἑπομένως, γιὰ μιὰ διαδικασία ποὺ μετατρέπει τὸν πολίτη ἀπὸ παθητικὸ θεατὴ σὲ ὑπεύθυνο συνδιαμορφωτή τῆς κοινωνίας.
Ἐπιλογικά: ὁ πολίτης πρέπει νὰ ἐκφράζει μιὰ πολιτικὴ ὡριμότητα. Ἀνεξαρτήτως θεωρητικῶν προσεγγίσεων, ἡ οὐσία τῆς ἡγεσίας παραμένει σταθερὴ: ὁ ἰδανικὸς πολιτικὸς ἡγέτης πρέπει νὰ διαθέτει ἠθικὴ ἀκεραιότητα, διορατικὴ κρίσι, ἀνιδιοτελῆ προσήλωσι στὸ κοινὸ συμφέρον καὶ τὴν ἱκανότητα νὰ μετατρέπει τὸ ὅραμα σὲ πράξι. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ὑποκύπτει στὸν πειρασμὸ τῆς δημαγωγίας, ἀλλὰ τολμᾶ νὰ ἀντιταχθῆ καὶ νὰ μὴν ἐνδίδει στὸ ρεῦμα, ὅταν αὐτὸ ἀπαιτεῖ τὸ συμφέρον τῆς πατρίδος. Ἡγέτης ποὺ δὲν θὰ κυβερνᾶ μὲ φόβο ἢ λαϊκισμό, ἀλλὰ μὲ παιδεία, ὑπευθυνότητα καὶ ἔμπνευσι μακροπρόθεσμης ὀργάνωσης τῆς Χώρας. Σὲ μιὰ ἐποχὴ πολιτικῆς κόπωσης καὶ ἀπογοήτευσης, ἡ ἀναζήτησι τέτοιων ἡγετῶν δὲν εἶναι ἁπλῶς θεωρητικὴ ἄσκησι, ἀλλὰ ἀποτελεῖ καὶ ἐπίγνωσι καὶ ὑπαρξιακὴ ἀνάγκη γιὰ τὴ δημοκρατία καὶ γιὰ τὸ ἴδιο τὸ μέλλον τῆς πολιτικῆς.
Σημειώσεις
[1] Ελένη Μάντη, Από τον Πλάτωνα και τον Θουκυδίδη στον Μακιαβέλι: ζητήματα ισχύος και ηθικές προεκτάσεις του φαινομένου της ηγεσίας , Πειραιάς, Ιούνιος 2020, σελ.20
[2] David I. Bertocci (Ντέιβιντ Ι. Μπερτότσι), EdwinGhiselli (Έντουιν Γκιζέλι, 1907-1980, καθηγητής εφαρμοσμένης ψυχολογίας), James Jerome Gibson (Τζέιμς Τζ. Γκίμπσον 1904 - 1979 Αμερικανός ψυχολόγος), Ivancevich(Τζον Μ. Ιβάνσεβιτς 1939-2009, Αμερικανός καθηγητής στο Χιούστον, συγγραφέας- ερευνητής, με άρθρα για την Διαχείρισι και την διαχείρισι του ανθρώπινου δυναμικού και την οργανωτική συμπεριφορά.)
[3] Ο Τζον Κάλβιν Μάξγουελ (1947 - ) είναι Αμερικανός αναγνωρισμένος συγγραφέας, συνάμα και ευαγγελικός ανώτερος πάστορας, ο οποίος έχει γράψει πολλά βιβλία, με επίκεντρο κυρίως την ηγεσία. Μεταξύ των τίτλων του περιλαμβάνονται τα «Οι 21 Αδιάψευστοι Νόμοι της Ηγεσίας» και «Οι 21 Απαραίτητες Ιδιότητες ενός Ηγέτη»
[4] Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΥΡΑΝΤΑΣ είναι πρύτανης και διευθυντής του Executive MBA στο New York College, και πρώην διευθυντής των μεταπτυχιακών προγραμμάτων Διοίκησης Επιχειρήσεων για στελέχη (Executive MBA) και Διοίκησης Ανθρωπίνου Δυναμικού στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εξειδικεύεται στην ανάπτυξι ηγετικών στελεχών και ομάδων, στην διοίκησι των αλλαγών, στη διοίκησι της εταιρικής κουλτούρας και στην στρατηγική ευθυγράμμισι των επιχειρήσεων και οργανισμών. Έχει δημοσιεύσει μεγάλο αριθμό άρθρων για τα πιο έγκυρα διεθνή επιστημονικά περιοδικά. Έχει συγγράψει δέκα ευπώλητα βιβλία, μεταξύ των οποίων τα: "Μάνατζμεντ" (Εκδόσεις Μπένου, 2016), "Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού" (Εκδόσεις Μπένου, 2016), "Ηγεσία: Ο δρόμος της διαρκούς επιτυχίας" (Εκδόσεις Κριτική, 2006), "Οι μεγάλοι φιλόσοφοι και το προσωπικό μάνατζμεντ" (Εκδόσεις Πατάκη, 2015), κ.λπ.
[5] Θουκυδίδης. «και την πόλιν τοῖς πάσι παρεσκευάσαμεν και ές πόλεμον και ές ειρήνην αύταρκεστάτην»
[6] Αποψι για τον βασικό ορισμό της ηγεσίας από τον καθηγητή W. Bennis, Ελένη Μάντη, Από τον Πλάτωνα και τον Θουκυδίδη στον Μακιαβέλι: ζητήματα ισχύος και ηθικές προεκτάσεις του φαινομένου της ηγεσίας , Πειραιάς, Ιούνιος 2020, σελ.12
[7] Αὐτὸς ποὺ δὲν συμμετέχει καθόλου στὰ κοινὰ δὲν θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς Ἀθηναίους ἁπλῶς φιλήσυχος (ἀπράγμων), ἀλλὰ ἄχρηστος (ἀχρεῖος). Ἡ ἀδιαφορία τοῦ ἀπράγμονος δείχνει νωθρότητα καὶ ἔλλειψι ὑπευθυνότητας, στοιχεῖα ποὺ καθιστοῦν τὸν πολίτη «ἀχρεῖον», ἄχρηστο μέλος τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου. Μπάρμπας Α. Θουκυδίδης, Περικλέους Επιτάφιος. Εισαγωγή, Μετάφραση, Σχόλια. Αθήνα 2002, σελ.260
Επιλεγμένη Βιβλιογραφία
1. Α. Ι. ΓΙΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΙ, ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΒΙΒΛΙΟ Α’ ΕΚΔ. ΖΗΤΡΟΣ
2. Αξιομακάρου Μαρία, «Οι δημαγωγοί ως κοινωνικό και πολιτικό φαινόμενο στην Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2017
3. ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΣΑΚΜΑΚΗΣ, ΗΓΕΤΕΣ, ΠΛΗΘΗ ΚΑΙ Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ: Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ, Πηγή: www.kivolosblog.com
4. Γεράσιμος Ν. Καραμπελιάς, Η ΗΓΕΣΙΑ ΣΤΟΝ ΘΟΥΚYΔΙΔΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΞEΝΟΦΩΝΤΑ, www.academia.edu/123210011
5. ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΑΤΟΥ, ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ, Ο ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΕΚΔ. GUTENBERG, ΑΘΗΝΑ 1986
6. Γεώργιος Ι. Σούρλας, Ήθος στην πολιτική. Νοθευμένη Δημοκρατία., ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ ΑΕΒΕ, Αθήνα 2022
7. Γεώργιος Τσερεβελάκης, Η ιστοριογραφική σκέψη και μέθοδος στον Θουκυδίδη, Πηγή: www.kivolosblog.com
- ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ, Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ ΚΑΙ Η «ΠΡΟΕΔΡΟΠΟΙΗΣΗ» ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΘΕΣΣΑΛΙΝΙΚΗ 2017
- ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Κ. ΠΑΝΟΜΗΤΡΟΣ, ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΗΓΕΣΙΑΣ ΣΤΟΝ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ, academia.edu
- Ελένη Μάντη, Από τον Πλάτωνα και τον Θουκυδίδη στον Μακιαβέλι: ζητήματα ισχύος και ηθικές προεκτάσεις του φαινομένου της ηγεσίας , Πειραιάς, Ιούνιος 2020
- ΙΩΑΝΝΑ ΤΣΙΒΑΚΟΥ, Ο ΗΓΕΤΗΣ ως ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ, ΕΚΔ. ΣΙΔΕΡΗ, ΑΘΗΝΑ 2015
- ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΚΙΔΗ, ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟΝ ΕΠΙΤΑΦΙΟ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ, Ζ’ ΕΚΔ., εκδ. ΕΣΤΙΑΣ, ΑΘΗΝΑ 1981
- Καταραχιά Ανδρονίκη, Ηγεσία, «Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο TEI Δυτικής Μακεδονίας» (1-8)
- Κωνσταντίνος Μπαλατσός, Η μοναδικότητα του Θουκυδίδη, (Πηγή: www.ecom
- ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Πολιτική και Ηγεσία στον Θουκυδίδη και στον Πολιτικό του Πλάτωνα ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΙΩΑΝΝΙΝΑ 2023
- ΚΩΣΤΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΥ,ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ, ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΙΙ, 34-46, ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ, εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗ, 1981
- ΠΑΛΙΒΑΝΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ, «ΗΘΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ - ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΗ ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ - ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΟΥ ΗΓΕΤΗ ΣΕ ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ/ΤΡΙΕΣ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ» 2021
- Παναγιώτης Παύλου, ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΣΤΟΝ ΤΙΜΑΙΟ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2012
- Στεφανάκης Δημήτρης, «ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΚΡΙΤΗΡΙΟΥ “ΗΓΕΣΙΑ” ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑΣ», 2003
- Σωτηρία Τριαντάρη, Ρήτορας Ηγέτης ή Ηγέτης Ρήτορας. Ο Ηγέτης στη Ρητορική του Αριστοτέλη, www.researchgate.net/publication/355772530
- JacquelinedeRomilly, «Ο ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΘΗΝΑΪΚΟΣ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ» ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΗΘΙΚΗ, Εκδ. Παπαδήμα, 2004 (Πηγή: www.kivolosblog.com)