Βαρύς ο χειμώνας στο χωριό. Αφού είχαν, για κάμποσες μέρες, αγκομαχήσει ο Παλεχώρης κι ο Πλάτανος να κατεβάζουν κατά το ποτάμι ό,τι δεν μπόραγαν να κρατήσουν στη ράχη τους η Βρυτζάχα κι ο Αλεσιός, -σπέλες, πουρνάρια, σωρό τα άσπρα τα λιθάρια, κι άγριο, γινατεμένο νερό, -αίφνης μια σιγαλιά στον τόπο. Μετά τη χλαπαταγή των προηγούμενων ημερών, μια ηρεμία ολούθε. Κανα γκλαφούνισμα μονάχα, πού και πού.
Κάποια Χριστούγεννα στο Ζωτικό, θελήσαμε κι εμείς, εγώ κι ο Φώτης, να στολίσουμε για χριστουγεννιάτικο δέντρο ένα έλατο. Ο μικρός αδερφός ούτε που πήγαινε ακόμη στο σχολειό. Στα Μπουλνέτσια στην άκρη του πάνω χωραφιού είχε φυτρώσει ένα έλατο. Τότε θα ΄ταν γύρω τα δυο μέτρα ύψος. Πήραμε το τσεκούρι και ροβολήσαμε τον κατήφορο.
Ολημερίς οι ετοιμασίες. Φροντίδα για την λάτρα του σπιτιού, τα πασχαλιάτικα ρούχα. Ήταν και το βιος που ΄θελε την δική του φροντίδα. Μα δυο μανάρια, μα κοπάδι, καθένα είχε την έγνοια του. Ηταν κι αυτό ένας λόγος που το «Δεύτε λάβετε φως» ηχούσε στο χωριό μας στις τρεις το πρωί κι όχι τα μεσάνυχτα.
Μεγάλη γιορτή το Πάσχα και ειδικά για τον νεαρό πληθυσμό του χωριού μας. Μετά από μια πολυήμερη νηστεία θα τρώγαμε το ψητό μας, θα πίναμε το γάλα μας, θα γευόμασταν τέλος πάντων ό,τι η νηστεία μας κρατούσε μακρυά. Δεν ήταν μόνο αυτό, δεν ήταν αυτό το βασικό. Η Ανάσταση στην παλιά εκκλησία με τον γυναικωνίτη μας γοήτευε. Ήταν και το «κυνήγι» του μπάρμπα – Χρήστου, που δεν μας άφηνε σε χλωρό κλαρί, και που τ’ αποζητούσαμε. Εμείς ανεβοκατεβαίναμε την ξύλινη σκάλα του γυναικωνίτη και το τρίξιμο της σκάλας μαζί με τον ήχο των βημάτων μας κρατούσε παράφωνο μπάσο στην ψαλμωδία.
του Χρήστου Θεμελή (μια αφήγηση)
Στον 'Αλεσιό' εκείνο το καλοκαίρι, του 1966, παιδάκι μια σταλίτσα από την πέμπτη στην έκτη, στα έντεκα για θερινές διακοπές στον 'Αλεσιό' στην κατασκήνωση, στα "πηγαδάκια".
Α.! εγκαταστάσεις ωραίες στην 'κουμπλιά', στα 'πηγαδάκια', η θερινή στάνη, η στρούγκα και το καλυβάκι, το κατάλυμμα αυτό το αυτοσχέδιο αρχιτεκτονικό του πάππου. Έπειανε το χέρι του Κωσταντή, σ' ό,τι κι αν ακούμπαγε του φύσαγε τη μεγάλη ψυχούλα του. Μάταια αναζητώ να απαντήσω όμοια, υπάρχουν πάντα υπάρχουν, αλλά πρέπει να κάνεις πολλά χλμ να τις συναντάς και αν τις φτυχάς.. Κοντά του λοιπόν πάντα, βοηθός του πρωτομάστορα στα γύρω τοιχάρια στους όχτους, παντού, στην κατασκευή της αχυροκαλύβας, στο πελέκημα του αλετριού και βάλε.
Ηταν φορές που γυρνώντας με τον Φώτη απ’ το σχολειό περνούσαμε απ’ το σπίτι της παπαδιάς, της Παπαγρηγόραινας, παίρναμε τα παγούρια της, και τρέχαμε στην βρύση να τα γεμίσουμε φρέσκο νερό, να γεμίσουμε και την βαρέλα - την συμπαθούσαμε πολύ την καλή γριούλα - κι όταν τελειώναμε περνούσαμε απ’ τον Αϊ Γιάννη να βρούμε τον μπάρμπα Κωνσταντή. Ετοίμαζε τότε για μας δυο κάπες για τον χειμώνα κι είμασταν όλο χαρές και περιέργεια για την εξέλιξη της κάθε κάπας. Ένα μέρος απ’ το βιλάρι το ‘χα ο ίδιος υφάνει στον αργαλειό μας.
Ηταν τότε που τα βουνά μας λικνίζονταν καθώς η γη έπαιρνε οργισμένη τις βαθειές της ανάσες και τα σπίτια μας πάλευαν να κρατηθούν ακέρια. Κάποια δεν άντεχαν τον ξέφρενο χορό και μαύρες αυλακιές χαράζαν το κορμί τους. Αρχές του 60, χειμώνας καιρός κι ο χορός της γης δεν είχε σταματημό. Ηταν τότε που - γι΄ αυτό τον λόγο -μαζεύονταν αποβραδίς οι μαχαλάδες στο πιο γερό κατά την γνώμη τους κονάκι να σπρώξουν την νύχτα στην αγρύπνια και την σιγουριά της συντροφιάς.
Κάθε χρόνο του Αϊ Μηνά ήταν μια ξεχωριστή γιορτή στο Ζωτικό. Το παρεκκλήσι στον κάμπο, ανάμεσα στα πλατάνια πρόσφερε και την ευκαιρία της εκδρομής, της αντάμωσης των χωριανών μας.
Σελίδα 4 από 4