adelfotita  Αδελφότητα Ζωτικιωτών Αθήνας”

Σύλλογος Ζωτικιωτών "Η ΒΡΥΤΖΑΧΑ"   

Σύνδεση / εγγραφή

Αρχείο φωτογραφιών

Η Αδελφότητα Ζωτικιωτών στο Facebook

zotiko 2

Ο Σύλλογος Ζωτικιωτών στο Facebook

vrytzacha

Διαδικτυυακές Δημ. Υπηρεσίες

Screenshot 2023 04 27 at 1.38.35 PM

Ελληνικό Κτηματολόγιο

Screenshot 2023 04 27 at 1.48.41 PM

Α.Α.Δ.Ε.

Screenshot 2023 04 27 at 10.27.29 PM

Screenshot 2023 04 28 at 12.10.11 AM

Θόδωρος Παπαγιάννης

Ι. Μότσης

Ο Θόδωρος Παπαγιάννης γεννήθηκε στο Ελληνικό Ιωαννίνων, σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. Αθηνών µε υποτροφία και δάσκαλο τον Γιάννη Παππά. Μελέτησε µε διετή υποτροφία εσωτερικού του ΙΚΥ την αρχαιοελληνική τέχνη και την τέχνη της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου. Το 1969 συνέχισε τις σπουδές του µε μια σειρά από ενημερωτικά ταξίδια τόσο στο Μεσογειακό χώρο, τον οποίο θεωρεί κοιτίδα του πολιτισμού και πηγή ανεξάντλητη, όσο και στην Ευρώπη. Ταξίδεψε στην Κρήτη, στην Αίγυπτο, στα παράλια της Μικράς Ασίας και στην Κωνσταντινούπολη.
Άρχισε την πανεπιστημιακή του καριέρα το 1970 µε τον διορισμό του ως βοηθός στην Α.Σ.Κ.Τ. στο εργαστήριο γλυπτικής του Γιάννη Παππά.

Το 1987 Εκλέχθηκε αναπληρωτής καθηγητής στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας.
Το 1991 Εκλέχθηκε τακτικός καθηγητής στην ίδια σχολή

Γλυπτά του κοσμούν πολλούς δημόσιους χώρους στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς επίσης περιλαμβάνονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές μουσείων και πινακοθηκών, όπως η Εθνική Πινακοθήκη, το Μουσείο Βορρέ, η Πινακοθήκη Πιερίδη, το Μουσείο Θεσσαλονίκης, η Πινακοθήκη Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τράπεζας, η Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου, η Δημοτική Πινακοθήκη Πάτρας, η Πινακοθήκη Φλώρινας, η Πινακοθήκη Αβέρωφ στο Μέτσοβο, η Πινακοθήκη Κουβουτσάκη στην Κηφισιά, η Εθνική Γλυπτοθήκη, το Προεδρικό Μέγαρο.
Έχει τιμηθεί µε πολλά βραβεία και διακρίσεις, ανάμεσα στα οποία είναι το Α' Βραβείο στο διαγωνισμό για το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης, Βόλος (1985), το Α' Βραβείο στο διαγωνισμό για το Μνημείο της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, Γιάννενα (1985) και το Α' Βραβείο στο διαγωνισμό για το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης

Το πλήρες βιογραφικό του γλύπτη

Ο Θόδωρος Παπαγιάννης είναι αδερφός της δικής μας Νίνας, της δασκάλας του χωριού μας, στα δύσκολα για μας χρόνια.


 

Η συμβολή της τέχνης στην εθνική μας παλιγγενεσία  
Θεόδωρος Παπαγιάννης, Γλύπτης – Καθηγητής Α.Σ.Κ.Τ.


Είναι πιστεύω σε όλους γνωστό πως ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός όπως εκφράστηκε μέσα από τη φιλοσοφία, το θέατρο, την ποίηση, την Αρχιτεκτονική, τη ζωγραφική ή τη γλυπτική άσκησε βαθιά επιρροή σε όλον τον κόσμο και ειδικά στις ανώτερες πνευματικά τάξεις. Τα πνευματικά δημιουργήματα της Αρχαίας Ελλάδας ήταν κτήμα κοινό της παγκόσμιας κληρονομιάς. Τα κατάλοιπα όμως του υλικού πολιτισμού της (βλέπε έργα τέχνης) είχαν για ολόκληρους αιώνες χαθεί από την επιφάνεια της γης και τη μνήμη των ανθρώπων.
Το βιβλίο αυτό, λέει ο Richard Stoneman και αναφέρεται το «Αναζητώντας την κλασική Ελλάδα» είναι φόρος τιμής στα πρόσωπα εκείνα που άνοιξαν το δρόμο προς την Ελλάδα και την έρευνα του κλασικού παρελθόντος της. Ήδη από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453, μερικοί ριψοκίνδυνοι ταξιδιώτες άρχισαν να καταφθάνουν στην Ελλάδα με διαφορετικά ο καθένας κίνητρα αλλά με ένα σκοπό, να βρουν τα λείψανα των κλασικών χρόνων και να ανασυστήσουν το αρχαίο μεγαλείο. Άλλοι για χάρη της γνώσης και μόνο, άλλοι για να συμβάλουν στη βελτίωση των τεχνών, άλλοι υπηρετώντας τις προσωπικές τους φιλοδοξίες ή τα σχέδια των υψηλών προστατών τους. Οι άνθρωποι αυτοί διασχίζουν την Ελλάδα και τη Μικρά Ασία σε εποχές που η περιήγηση είναι όχι απλώς δαπανηρή και κοπιαστική αλλά και τρομερά επικίνδυνη, αναζητώντας τα ερείπια των πόλεων και τα απομεινάρια της ζωής και της τέχνης των Αρχαίων Ελλήνων.
Ο Κυριάκος ο Αγκωνίτης ταξιδεύει για να πλουτίσει τις γνώσεις του, ο Τζέιμς Στιούαρτ και ο Νίκολας Ρεβέτ αναλαμβάνουν την πρώτη επιστημονική περιγραφή των κτιρίων της Αρχαίας Αθήνας. Η εταιρεία Ντιλετάντι χρηματοδοτεί αποστολές καταγραφής αρχιτεκτονικών μνημείων στην Ελλάδα και τη Μικρά Ασία, ο Λόρδος Έλγιν και ο Έντουαρντ Ντάνιελ Κλάρκ δε διστάζουν να αποσπούν από τα αρχαία μνημεία ό,τι τους αρέσει, θεωρώντας ότι τα ανασύρουν από την αφάνεια. Αυτοκρατορίες ανταγωνίζονται ποιος θα αποκτήσει τα γλυπτά της Αίγινας και των Βασών. Η αποστολή του Αβά Φουρμόν αποτυγχάνει παρά τις πλαστογραφίες του, ενώ τα όνειρα του «ρομαντικού» Ερρίκου Σλίμαν γίνονται πραγματικότητα. Πρωτοπόροι όπως ο Τσάρλς Νιούτον, ο Τζων Γούντ, ο Τσάρλς Φέλλοους, ο Καρλ Χούμαν αγωνίζονται να παρακάμψουν την αδιαφορία και την αντίδραση των οθωμανικών αρχών προκειμένου να αναστήσουν τα θαύματα του κόσμου.
Στην αρπαγή της Αρχαίας Ελληνικής τέχνης και ειδικά της γλυπτικής, είχαν προηγηθεί οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες οι οποίοι θαύμαζαν την Αρχαία Ελλάδα και θεωρούσαν τον πολιτισμό συνέχεια του δικού τους. Είναι γνωστή η ιστορία του Νέρωνα που χρειάστηκε πολλά καράβια να μεταφέρει τα γλυπτά από τα μεγαλύτερα ιερά της Ελλάδος όπως οι Δελφοί και η Ολυμπία για να στολίσει τα παλάτια του. Σχεδόν όλοι οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες έχουν ιδιωτικές συλλογές έργων Ελληνικής τέχνης και πολλοί από αυτούς μιλούσαν την ελληνική γλώσσα στις αυλές τους.
Αφού έλειψε ο φλογερός συλλεκτικός ζήλος του Νέρωνα και των άλλων Ρωμαίων αυτοκρατόρων και στρατηγών τους, η Ελλάδα δεν απογυμνώθηκε άλλο όπως μας πληροφορεί ο Stoneman μέχρι την ίδρυση της νέας Χριστιανικής Ρώμης της Ανατολής από το Μέγα Κωνσταντίνο το 324. Τότε όλοι οι θησαυροί της Ρώμης ξαναπήραν το δρόμο για την Ανατολή προς την ελληνική Κωνσταντινούπολη. Εκεί μεταφέρθηκε λίγο αργότερα, εκτός του πλήθους άλλων αγαλμάτων, ο Χρυσελεφάντινος Δίας του Φειδία από το ναό του Διός στην Ολυμπία. Η Κωνσταντινούπολη τώρα εξελισσόταν ταχύτατα στο μεγαλύτερο μουσείο αρχαίας τέχνης στον κόσμο. Μόνο στον Ιππόδρομο υπήρχαν περισσότεροι από 60 αγάλματα παρμένα από διάφορες πόλεις της Ελλάδος και της Μικράς Ασίας. Γλυπτά σαν του Δωδωναίου Δία, της Παλλάδος Αθηνάς, το άγαλμα της Θέτιδος, τα περίφημα άλογα που στολίζουν τώρα τη Βασιλική του Αγίου Μάρκου στη Βενετία και άλλα αριστουργήματα αφανίστηκαν λίγο αργότερα από το φανατισμό της νέας θρησκείας που είχε ανάγκη να καταργήσει τα είδωλα, αφού έτσι πίστευε γι’ αυτά. Η ανάπτυξη της Χριστιανικής ιδεολογίας στην αυτοκρατορία έκανε όλο αυτό το πλήθος των λειψάνων του ειδωλολατρικού παρελθόντος να μοιάζει με παραφωνία. Φαίνεται πως ήταν μοιραίο, όλα αυτά τα αριστουργήματα για τα οποία δεν έχουμε παρά περιγραφές ή ελάχιστα τεκμήρια, να καταστραφούν έτσι άδοξα και να χάσει η ανθρωπότητα ένα μεγάλο θησαυρό.
Απ’ τη μια οι σταυροφόροι με τις αλλεπάλληλες επιδρομές και τις καταστροφές, απ’ την άλλη οι Τούρκοι που πίεζαν ασφυκτικά, η πόλη έπεσε και υπήρξε θέατρο της μεγαλύτερης εφάπαξ καταστροφής έργων αρχαίας τέχνης που γνώρισε ποτέ ο κόσμος. Η τουρκική κατοχή που σταδιακά κάλυψε όλη την Ελλάδα έμελλε να είναι η μακρύτερη περίοδος παρακμής, λήθης και λεηλασίας.
Το μεγαλύτερο μέρος των λογίων στρέφεται προς τη δύση όπου ανθεί η ιταλική Αναγέννηση. Με πρότυπό της τον Ελληνορωμαϊκό πολιτισμό και ένα νέο ουμανισμό, έδωσε μεγάλη άνθηση στις τέχνες, τα γράμματα, τις επιστήμες, ανέδειξε μεγάλους καλλιτέχνες που στα θέματα που ζωγραφίζουν περιλαμβάνονται, εκτός των θρησκευτικών, θέματα μυθολογικά. Αργότερα, η αρχαιολατρία θα πάρει τεράστια διάσταση στην ευρωπαϊκή ζωγραφική μεκαλλιτέχνες όπως ο Βατώ, ο Πουσίν, ο Ίηκρ, ο Νταβίτ ή ο Ρούβενς, όταν θα αναπτυχθούν τα κινήματα του κλασικισμού και του ρομαντισμού. Στην αρχαιολατρία βοήθησαν μια σειρά από γεγονότα. Π.χ. οι συλλογές με αρχαιοελληνικά έργα που αρχίζουν να φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια στις αυλές των ευγενών πριγκίπων και ηγεμόνων της Ευρώπης.
Συλλογές από επιγραφές, χειρόγραφα, νομίσματα, σχέδια και ζωγραφικούς πίνακες, αγγεία, μα προπαντός γλυπτά, μια που απ’ αυτά υπήρχαν ακόμη πολλά παρά τις καταστροφές. Γιατί πέραν των άλλων καταστροφών τ’ ασβεστοκάμινα λειτουργούσαν διαρκώς μέχρι και το 1840, όταν η νεοσύστατη Αρχαιολογική Εταιρεία έβαλε αρχαιολόγους σε όλα τα ασβεστοκάμινα για να μην παίρνουν υλικό από τα αρχαία για να φτιάξουν ασβέστη! Χώρα προέλευσης έχουν την ξεχασμένη Ελλάδα. Το κλασικό παρελθόν προσλάμβανε τις διαστάσεις χαμένου παραδείσου, Απροστάτευτα όπως ήταν ο καθένας μπορούσε να πάρει ό,τι ήθελε αφού πολλοί πίστευαν πως τα προστατεύουν από τη φθορά και την αδιαφορία των Τούρκων.
Ο ανταγωνισμός των εστεμμένων, το πάθος των συλλεκτών οδηγεί ένα μεγάλο κύμα αρχαιολατρών, αρχιτεκτόνων, ζωγράφων ρομαντικών ποιητών στη σκλαβωμένη Ελλάδα και τη Μικρά Ασία. Πολλοί από αυτούς κατέγραψαν τα αρχαία μνημεία στην κατάσταση που βρισκόταν, αλλά άλλοι βλέποντας την εγκατάλειψη δεν είχαν την παραμικρή αναστολή να αποκτούν ό,τι ήθελαν με άδεια απ’ τις τουρκικές αρχές ή και χωρίς άδεια. Προορισμός των έργων, όπως προανέφερα, οι συλλογές των ηγεμόνων και των ευγενών στις χώρες της Ευρώπης, η Αγγλία, η Γαλλία, αρχικά, ενώ λίγο αργότερα θα μπει δυνατά και η Γερμανία. Μια λίγο διαφορετική πιο ιδεαλιστική άποψη γι’ αυτό το κύμα των περιηγητών δίνει ο Σατοβριάνδος στο θαυμάσιο βιβλίο του «Ταξίδι στην Ιερουσαλήμ» που έγινε διαμέσου της σκλαβωμένης Ελλάδος. «Όταν, λέει, η Ευρώπη βγήκε από τη βαρβαρότητα, οι πρώτες σκέψεις στράφηκαν προς την Αθήνα. Τι απέγινε η Αθήνα; Ήταν η κραυγή όλων, κι’ όταν μαθεύτηκε ότι τα ερείπιά της υπήρχαν ακόμη, οι μορφωμένοι και οι ευφυείς συνέρευσαν εκεί σαν να είχαν ανακαλύψει τη χαμένη τέφρα των γονιών τους».
Κάποιοι από αυτούς όπως ο Ιάκωβος Κορέ έχοντας μαζί του και έναν ζωγράφο κατάφερε να μπει με άδεια στην Ακρόπολη που ήταν πολύ δύσκολο και χάρη σ’ αυτόν έχουμε μια από τις εικόνες του Παρθενώνα ολόκληρου καθώς και των γλυπτών του που ήταν ακόμη στη θέση τους. Όπως και σε δύο άλλους σπουδαίους περιηγητές αρχαιολάτρες το Γάλλο Σπόν και τον Άγγλο Ουέλερ, οφείλουμε την τοπογραφία της Αθήνας. Καθώς σχεδόν όλοι οι περιηγητές είχαν λαμπρή μόρφωση σπουδαγμένοι σε μεγάλα πανεπιστήμια, άφησαν από τις περιοδείες αυτές σπουδαίες εκδόσεις, θαυμάσιες περιγραφές, πληροφορίες σπάνιες. Όλη αυτή η γνώση έγινε κτήμα της Ανθρωπότητας, συνέβαλε στο να αναπτυχθεί η αρχαιολογία. Να καθιερωθεί το νεοκλασικό στιλ σ’ όλο τον κόσμο, όπως μπορεί κανείς να το διακρίνει ακόμη σήμερα στα ταξίδια του.
Το ξερίζωμα, η αρπαγή τόσων αριστουργημάτων από τον Ελλαδικό χώρο όσο και από τα παράλια της Μικράς Ασίας και το φύτεμα ξανά στην καρδιά της Ευρώπης στο Μουσείο του Λούβρου ή το Βρετανικό Μουσείο που μόλις δύο τρία χρόνια πριν την Ελληνική Επανάσταση είχαν ανοίξει τις πύλες τους, δημιούργησε ένα σοκ στο λαό της Ευρώπης. Έγινε ο καλύτερος πρεσβευτής για τα δίκαια του σκλαβωμένου γένους μας και έκανε να εξεγερθούν οι συνειδήσεις πολλών που ρύθμιζαν τις τύχες του κόσμου. Είχαν μπρος στα μάτια τους τα σημάδια ενός πολιτισμού μιας χώρας που αναγνώριζαν σαν κοιτίδα τους,αλλά που την είχαν αφήσει να καταντήσει ένα θλιβερό λείψανο ενός γκρεμισμένου μεγαλείου.
Η Αφροδίτη της Μήλου έμελλε να σαγηνεύσει περισσότερες καρδιές από οποιοδήποτε άλλο αρχαίο άγαλμα στην Ευρώπη και ίσως ήταν «η τελευταία έφοδος των θεών της αρχαιότητας στις καρδιές των ανθρώπων», όπως αναφέρει πάντα ο Στόνεμαν.
Το αγριότερο έγκλημα που διεπράχθη στην ανθρωπότητα, η βίαιη αποκαθήλωση και απαγωγή των μαρμάρων του Παρθενώνα από τον Λόρδο Έλγιν είχε ξεσηκώσει πλήθος αντιδράσεων και συζητήσεων. Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Τα γλυπτά της Αίγινας από το Ναό της Αφαίας που ο Κόκκερελ είχε ξεθάψει είχαν παραταχθεί σε ειδικά χτισμένο μουσείο στο Μόναχο από τον Λουδοβίκο τον Α΄, τον προστάτη των τεχνών και φιλέλληνα, που είχε γεμίσει την πόλη με λαμπρά νεοκλασικά κτίρια απ’ τα ωραιότερα της Ευρώπης.
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821 έχουμε κύμα φιλελλήνων που σπεύδουν να βοηθήσουν την επανάσταση να οργανώσουν τους ατάκτους. Λόγιοι, καλλιτέχνες, επιστήμονες, πολλοί από αυτούς θα πέσουν στον αγώνα. Άλλοι σαν τον Ευγένιο Ντελακρουά συγκινούνται από τον άνισο αγώνα και τις θυσίες του Ελληνικού λαού και ζωγραφίζουν έργα σαν «την Ελλάδα που βγαίνει απ’ τα χαλάσματα του Μεσολογγίου» ή το δραματικό η «Σφαγή της Χίου».
Ο στρατηγός Μακρυγιάννης έδωσε βόλια στους Τούρκους, όταν τους είδε να καταστρέφουν τα μάρμαρα να πάρουν το μολύβι των συνδέσεων για να τα χρησιμοποιήσουν για βόλια και είπε το ιστορικό «εμείς γι’ αυτά πολεμάμε».
Το ίδιο σχεδόν είχαν πει, στην εναρκτήρια ομιλία της νεοϊδρυθείσας Ελληνικής Αρχαιοελληνικής Εταιρείας το 1837 που συνεδρίασε συμβολικά πάνω στην Ακρόπολη μέσα στον Παρθενώνα οι σύνεδροι, διότι «εις αυτούς τους λίθους χρεωστούμεν κατά μέγα μέρος την πολιτικήν ημών αναγέννησιν».
Η τέχνη με το σιγανό βέλος της ομορφιάς έχει την ιδιότητα να εισχωρεί σιγά σιγά στην καρδιά του ανθρώπου και να τον μεταμορφώνει. Μέσα της κρύβει μια φοβερή δύναμη. Με την τέχνη, όλες οι θρησκείες έδωσαν εικόνα στις θεότητές τους. Οι άνθρωποι ξόρκισαν τους φόβους τους. Τα προϊόντα της είναι μοναδικά και ανεπανάληπτα. Χωρίς τις εικόνες της τέχνης δεν θα είχε υπάρξει η λατρεία των νεκρών.
Οι καλλιτέχνες υπήρξαν πάντα οι ερμηνευτές και οι αντιπρόσωποι μιας κοινότητας.
Μα παν’ απ’ όλα η τέχνη είναι μια επαναστατική πράξη. Κρύβει μέσα της ανατροπές και η τέχνη των τεχνών που γεννήθηκε σ’ αυτή τη χώρα δεν μπορούσε παρά να παίξει τον ρόλο της.


 

Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΜΕ ΑΡΩΜΑ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ


Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης ανήκει σε μία οικογένεια δημιουργών που σπανίζουν ολοένα και περισσότερο: σε αυτούς που ξαναγράφουν την ιστορία της τέχνης, ξεκινώντας από την παράδοση, για να κατακτήσουν, με επώδυνους ερευνητικούς αναβαθμούς, την προσωπική τους απελευθέρωση. Ο διάλογος με τον καιρό τους και τις εκφραστικές του υπαγορεύσεις δεν αποτελεί γι' αυτούς τους καλλιτέχνες ετερονομική συμμόρφωση με τους συρμούς, αλλά εσωτερική αναγκαιότητα.
Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης κατάγεται από την Ήπειρο, από μία περιοχή που με την τραχιά της διαμόρφωση, τους γλυπτικούς ορεινούς της όγκους και την πέτρινη αρχιτεκτονική της, αφυπνίζει την ενδιάθετη καλλιτεχνική ροπή και υπαγορεύει την αυστηρότητα και το σεβασμό στη χρήση των υλικών. Αυτή την αυστηρότητα και συνέπεια την επαληθεύει το πολύμορφο έργο του Παπαγιάννη σε κάθε του φάση και στα ποικίλα υλικά που χρησιμοποιεί. Γιατί ο πολύτροπος καλλιτέχνης δεν κουράστηκε να εξερευνά όχι μόνο τα παραδοσιακά υλικά (πέτρα, μάρμαρο, χαλκό), αλλά και κάθε άλλη μορφή πρώτης ύλης: ξύλο, σίδερο, πηλό, συνθετικές ύλες, αλλά και αντικείμενα δεύτερης χρήσης, που προσθέτουν τη δική τους ιστορία στην αφήγηση του έργου. Μια παλιά φωτογραφία του μελλέφηβου Θεόδωρου μας αποκαλύπτει την πρώιμη κλίση του. Δεν θα 'ταν πάνω από δώδεκα- δεκατριών χρονών και είχε κιόλας εκδηλώσει το ταλέντο του: μια σειρά κεφάλια σκαλισμένα στην πέτρα, απειρότεχνα ακόμη, αλλά πολύ εκφραστικά προαγγέλλουν δύο βασικές σταθερές της μελλοντικής δημιουργίας του: τον ανθρωποκεντρικό της χαρακτήρα και την αναζήτηση της έκφρασης.
Ίσως εδώ αξίζει να επισημάνουμε έναν άλλο χαρακτήρα της ποιητικής του Θεόδωρου Παπαγιάννη, που δεν είναι άσχετος με την ηπειρωτική του καταγωγή. Η Ήπειρος και ιδιαίτερα τα Ιωάννινα φημίζονται για τη χειροτεχνική τους παράδοση, μια παράδοση που την πλούτισαν με τα έργα τους πολλοί τεχνίτες, από τους αδρούς πελεκάνους που λάξευσαν το γκρίζο γρανίτη για να χτίσουν σπίτια και γεφύρια, ως τους εκλεπτυσμένους αργυροχόους που φιλοτέχνησαν τα ξακουστά γιαννιώτικα κοσμήματα. Ο Ηπειρώτης γλύπτης είναι ένας από τους τελευταίους δεξιοτέχνες της χειροτεχνικής παράδοσης. Του αρέσει όχι μόνο να λαξεύει ο ίδιος τα έργα του, αλλά και να τα τελειοποιεί με τη μαστοριά της αρχαίας τορευτικής. Στα τελευταία του έργα φαίνεται να επικαλείται τη γηγενή παράδοση της πατρίδας του για να «κοσμήσει» τις μορφές του με το μεράκι ενός καλλιτέχνη αργυροχόου.
Η μακρά μαθητεία αρχικά, και θητεία αργότερα του, Θεόδωρου Παπαγιάννη πλάι στον Γιάννη Παππά, έναν αυστηρό δάσκαλο με ρωμαλέο έργο και πλούσια πλαστική παιδεία, του εξασφάλισε στέρεα θεμέλια για να οικοδομήσει το δικό του έργο. Έργο βασικά ανθρωποκεντρικό, με μικρές παρεκβάσεις, όπως τα πουλιά, που δεν παραβιάζουν ουσιαστικά τον κανόνα. Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης μοιράζεται με το δάσκαλο του, το Γιάννη Παππά, την πιο υγιεινή συνήθεια για έναν καλλιτέχνη: το πάθος του σχεδίου. Αναρίθμητα σχέδια σημαδεύουν την κάθε στιγμή της ζωής του από τότε που επέλεξε το δύσκολο προορισμό του γλύπτη. Μελετά με το πάθος ενός Λεονάρντο ντα Βίντσι, πρώτα απ' όλα το ανθρώπινο σώμα σε κάθε του στάση, σε ανάπαυση και δράση. Το γυμνό από μοντέλο, αλλά και ανθρώπους στον ιδιωτικό και δημόσιο χώρο. Με ευλαβική εμμονή μελετά τις ελληνικές αρχαιότητες πραγματοποιώντας ταξίδια- προσκυνήματα σ' όλους τους τόπους που καθαγίασαν οι προγονοί μας. Γλυπτά, ανάγλυφα αλλά και αρχιτεκτονικά μέλη, κιονόκρανα, ανθέμια, ραβδώσεις του δίνουν την ευκαιρία να μελετήσει το βηματισμό του ήλιου πάνω στα αρχαία σπαράγματα, το δραματικό διάλογο φωτός και σκιάς, θησαυρίζει εικόνες, ψηλαφεί γλυφές, πλουτίζει την οπτική του μνήμη μ' ένα ανεξάντλητο ρεπερτόριο, από όπου θα αντλήσει αργότερα έμπνευση και διδάγματα για τα δικά του γλυπτά, τα δικά του ανάγλυφα. Οι πτυχώσεις, το παιχνίδι του σκιοφωτισμού, η διακοσμητική σχηματοποίηση διατηρούν τη μνήμη αυτών των αρχαιολογικών εξερευνήσεων με το μολύβι στο χέρι.
Όπως οι γλύπτες τον παλιό καιρό, ο Θεόδωρος Παπαγιάννης δεν απαξιεί κανένα έργο. Βαθύς γνώστης της ανδριαντοποιίας, θα φιλοτεχνήσει πολλά μνημεία και προτομές με φιλαλήθεια, εντιμότητα και γνώση, που συχνά απουσιάζουν από ανάλογα έργα του δημόσιου χώρου.
Στο καθαρά δημιουργικό του έργο διακρίνουμε δύο κύριες κατευθύνσεις από την πρώιμη κιόλας φάση: τα τεκτονικά γλυπτά, με συμπλέγματα μορφών λαξευμένα στο μάρμαρο και την πέτρα, που διατηρούν τη μνήμη των ορθογώνιων σχημάτων απ' όπου προήλθαν. Τα μετακυβιστικά αυτά έργα έλκουν τη μακρινή καταγωγή τους από κυβιστές γλύπτες όπως ο Zadkine ή ο Lipchitz.
Μία δεύτερη ομάδα γλυπτών εμπνέεται από οργανικές μορφές και αξιοποιεί τις δυνατότητες της «ζωτικής φόρμας». Επιλέγοντας διαβρωμένες πέτρες και βότσαλα, ο γλύπτης εκμεταλλεύεται την τυχαία μορφική τους κλίση για να ανασύρει, με μικρές καίριες επεμβάσεις, ανθρώπινες φιγούρες με ιδιαίτερη εκφραστικότητα. Σε αυτή την ομάδα έργων αναγνωρίζουμε, ως μακρινούς «δασκάλους», μοντέρνους γλύπτες που θεμελίωσαν την παράδοση της «ζωτικής φόρμας», όπως ο Henry Moore.
Τα πουλιά διεκδικούν μία προνομιακή θέση στη θεματογραφία του Θεόδωρου Παπαγιάννη. Οι αεροδυναμικές φόρμες τους, οι αρμονικές καμπύλες τους, ο διάλογος ανάμεσα σε κυρτούς και κοίλους όγκους οδηγεί το γλύπτη σε μία συμπυκνωμένη αφαίρεση που διατηρεί από το θέμα τη δυναμική της πτήσης και τη μελωδία των γραμμών. Η στίλβωση της επιφάνειας, το παιχνίδι της εναλλαγής ανάμεσα σε γυαλισμένα και αδρά μέρη προσθέτουν τη χάρη τους σε αυτά τα ερατεινά έργα, από τα πιο όμορφα που έπλασε ποτέ η γλυπτική τέχνη με αυτό το θέμα. Η «θωπεία» της επιφάνειας του χαλκού από την αστραφτερή αντανάκλαση ως τη σγουρή θαμπάδα μαρτυρεί το γόνιμο δίδαγμα του Brancusi.
Παράλληλα, μία νέα ανθρωπότητα κάνει την εμφάνιση της στο έργο του γλύπτη, μία ανθρωπότητα που αναδύεται από αρχέγονες, αρχετυπικές και αρχαιολογικές μνήμες της Μεσογείου. Στην αρχή τα «ειδώλια» αυτά έχουν διαστάσεις μικρογλυπτικής όπως οι μορφές που αποτέλεσαν την πηγή της έμπνευσης του γλύπτη: τα αναθηματικά ειδώλια της υστερομινωϊκής και της μυκηναϊκής εποχής. Τα πήλινα ειδώλια σε σχήμα Φ ή Ψ που σχηματοποιούν τη Θεά «μεθ' υψωμένων των χειρών», όπως βάφτισε αυτήν τη στάση ικεσίας ο Στέλιος Αλεξίου στην ομώνυμη μελέτη του. Μοναχικές ή σε ζευγάρια αυτές οι κλειστές μορφές είναι στην πρώτη τους φάση οικείες και γνώριμες. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί μία σειρά από μικρογλυπτά όπου συχνά διαφοροποιεί με άλλο κράμα και χρώμα μετάλλου τα φύλα και όπου τα κυρτά και τα κοίλα σχήματα δημιουργούν αρμονικές συζυγίες. Είναι από τα πιο γοητευτικά μικρογλυπτά της μοντέρνας ελληνικής πλαστικής.
Οι μορφές αυτές θα μεγεθυνθούν, θα πάρουν μνημειακές διαστάσεις και θα αλλάξουν χαρακτήρα, σε μία σειρά νέων έργων που κυριαρχούν στη δημιουργία του γλύπτη τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια: μορφές περίκλειστες, μετωπικές, ιερατικές, συμβολικές, με παράστημα ραδινό και λυγερό, ανεπτυγμένες σε υπερφυσική κλίμακα, που την τονίζει ακόμη περισσότερο το μικρό σε μέγεθος σχηματοποιημένο κεφάλι. Οι φιγούρες αυτές μας θυμίζουν τις «βαθύζωνες» ομηρικές μορφές των θρηνωδών στους αττικούς γεωμετρικούς αμφορείς και τα πρώιμα αρχαϊκά αγάλματα, όπως η «Κυρία της Auxerre» στο Λούβρο. Γυναικείες και ανδρικές μορφές διαφοροποιούνται από την υπεροχή της καμπύλης ή της ευθείας και από τα ενδύματα. Ποδήρεις μανδύες στους άνδρες, περίκοσμοι χιτώνες στις γυναίκες. Τα διακοσμητικά στοιχεία, οι ζώνες, οι ταινίες, οι χρωματικές εναλλαγές δεν αποτελούν απλά στολίδια, τονίζουν, αρθρώνουν, οργανώνουν τη σύνθεση, οριοθετούν επίπεδα, άξονες. Οι χειρονομίες έχουν τελετουργικό χαρακτήρα: χέρια που ακουμπούν στη μέση, στο κεφάλι, που ανασύρουν πέπλα, που αγκαλιάζονται, που χαιρετούν.
Ο γλύπτης, βαθύς γνώστης και ακάματος εξερευνητής νέων υλικών, επινοεί καινούργια μέθοδο για να δώσει μορφή και πνοή σ' αυτή την ιερή ανθρωπότητα. Καταφεύγει στα συνθετικά υλικά, στον πολυεστέρα, αλλά τον υποτάσσει στη δική του εκφραστική βούληση. Ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη είναι και η ποιητική των έργων. Αφού κατασκευάσει το μεταλλικό σκελετό της μορφής, δημιουργεί ένα εκμαγείο από πηλό που «ντύνει» την αρματωσιά του έργου. Μέσα εκεί διοχετεύεται το ρευστό συνθετικό υλικό. Στην ύλη του έχει ενσωματωθεί το χρώμα μαζί με άλλα αδρανή υλικά, όπως άμμος, χώμα, μαρμαρόσκονη κ.ά. Τα χρώματα, ωχρές, γαιώδη, φωτεινά γαλάζια, γκρίζα ακτινοβολούν μέσα από την ύλη των έργων προσδίδοντας τους έναν αίθριο χαρακτήρα, που φαιδρύνει την αυστηρότητα τους. Οι λεπτομέρειες, κοσμήματα και στολίδια, ενσωματώνονται στο υλικό με διάφορους τρόπους (σφραγίσματα, ενθέσεις, χαράξεις κ.λπ.). Ο ιερατικός χαρακτήρας των μορφών επιβάλλει τα τελετουργικά ενδύματα με τον πλούσιο εμβληματικό διάκοσμο. Η συμπαράθεση αυτών των έργων σε συντάγματα εντείνει τον τελετουργικό τους χαρακτήρα και μεταβάλλει το χώρο που ενοικούν σε ναό. Ανάλογα με τον τρόπο που διατάσσονται στο χώρο οι μορφές σχηματίζουν άλλοτε επικλητικές λιτανείες, άλλοτε χορούς αρχαίας τραγωδίας. Με ιδιαίτερο χαρακτήρα φορτίζονται, όταν το κτίριο που τις υποδέχεται έχει μνημειακό ή τελετουργικό χαρακτήρα, όπως το Γενί Τζαμί στη Θεσσαλονίκη, στην έκθεση του 1995.
Οι καταστροφές που προκάλεσαν στο Πολυτεχνείο πριν από περίπου δέκα χρόνια οι «εορτασμοί» της ηρωικής εξέγερσης των φοιτητών συγκλόνισαν τον γλύπτη. Από τα αποκαΐδια των πυρπολήσεων θα αναστήσει μία νέα τοτεμική ανθρωπότητα με υλικά καθαγιασμένα από τη φωτιά. Μ' ένα συγκλονιστικό κείμενο συνόδεψε τότε την πρώτη παρουσίαση αυτής της τραγικής μαρτυρίας στο κλιμακοστάσιο του κεντρικού κτιρίου της αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου. Οι πασσαλόμορφες φιγούρες μοιάζουν αυτή την φορά να έρχονται από τα βάθη της Αφρικής κουβαλώντας μία ανεξιχνίαστη μαγική δύναμη, όπως τα αντίστοιχα έργα και οι μάσκες που πυροδότησαν στην αρχή του 20ου αιώνα την επανάσταση της μοντέρνας τέχνης. Άλλωστε, ο γλύπτης δεν κρύβει το θαυμασμό του στην πρωτόγονη τέχνη. Ο καμένος πάσσαλος, η σταυρική διάταξη οριζόντιων στοιχείων που σχηματίζουν κορμούς και χέρια, τα ορατά καρφιά, η προσθήκη εμβληματικών στοιχείων, όπως στέφανα ξερής δάφνης, μεταβάλλουν αυτά τα έργα σε μία συνταρακτική και μαζί καθαρτική μαρτυρία. Γηγενής προελληνική παράδοση και πρωτόγονη τέχνη διαλέγονται και στα τελευταία τοτεμικά γλυπτά του Θεόδωρου Παπαγιάννη. Όπως μου εξομολογήθηκε ο γλύπτης, ο πυρήνας του έργου λαξεύτηκε και πάλι πάνω στα καμένα ξύλα της κατεστραμμένης δεξιάς πτέρυγας του Πολυτεχνείου. Ο πυρήνας αυτός ντύθηκε από μεταλλικά δαντελένια πλέγματα που ολοκληρώνουν τον όγκο των μορφών αρθρώνοντας τα μέλη της. Συχνά το ξύλο σκάβεται στο στήθος όπου δημιουργείται μία τράπεζα προσφορών.
Ο γλύπτης αποθέτει σ' αυτή την κόγχη πρωτόλειους καρπούς, όπως θα έκανε ένας αρχαίος προσκυνητής στο ειδώλιο της θεότητας του.
Τον τελετουργικό χαρακτήρα που έχει προσλάβει τα τελευταία χρόνια η δημιουργία του Παπαγιάννη υπογραμμίζουν οι «εγκαταστάσεις» και τα περιβάλλοντα που δημιουργεί. Φόρο τιμής στον επιούσιο άρτο αποτέλεσε το περιβάλλον που οργάνωσε το 1998 ο γλύπτης στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών. Ένας βολόσυρος με τους κοπτήρες του από οψιανό, που χρησιμοποιούσαν άλλοτε οι Έλληνες αγρότες στο αλώνισμα, περιβάλλεται από αρκετά σακιά με αλεύρι και ψωμιά, όλα κεραμικά, όλα φιλοτεχνημένα με ψευδαισθησιακή αληθοφάνεια. Στο κέντρο της αίθουσας μία τεράστια χαλύβδινη γάστρα, τοποθετημένη πάνω σε κάρβουνα, μας θύμιζε πώς έψηναν άλλοτε το ψωμί στα ορεινά χωριά της Ηπείρου. Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης επιβεβαιώνει άλλη μία φορά την καταγωγή του και μας θυμίζει που πρέπει να αναζητήσουμε την αυθεντικότητα της μαρτυρίας του.
Η εξέλιξη του έργου του Θεόδωρου Παπαγιάννη ευνοήθηκε από το κλίμα του Μεταμοντερνισμού, που ενθάρρυνε την επιστροφή σε τοπικές παραδόσεις και απελευθέρωσε τον καλλιτέχνη από την αυστηρή συμμόρφωση με τα διεθνή ρεύματα. Η ηπειρωτική καταγωγή του καλλιτέχνη, βιώματα της παιδικής του ηλικίας στην ύπαιθρο, οι θησαυροί των απέραντων μελετών του, η τιμιότητα του χειρωνακτικού μόχθου, το ακέραιο ήθος του ανθρώπου εξηγούν τον πλούτο, την ποικιλία, τη γνησιότητα και κυρίως την αισιοδοξία του έργου του Παπαγιάννη. Ενός έργου πανάρχαιου και σύγχρονου, που αποπνέει βαθιά ανθρωπιά.


Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα
Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης
Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης

 

Πρόσφατες αναρτήσεις

  • Δεν υπάρχουν δημοσιεύσεις προς εμφάνιση

Τοπολαλιά

 

Οι γειτονιές μας

ΒΡΥΤΖΑΧΑ web tv

Μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι

dd

Μετεωρολογικός σταθμός Ζωτικού

Screenshot 2023 04 27 at 5.14.24 PM

Screenshot 2023 04 27 at 10.43.18 PM

Ellinomatheia1

Screenshot 2023 04 27 at 11.18.15 PM

Λογοτεχνία

Γιάννης Ρίτσος

Νίκος Καζαντζάκης

Κωστής Παλαμάς: “Πατριδολάτρης είμαι, όχι εθνικιστής”

Για τον Αγγελο Σικελιανό

Ἀθανάσης Διάκος

Η ιστορία του Ζωτικού

Η εξέλιξη του πληθυσμού του Ζωτικού από την απελευθέρωσή του από τους Τούρκους έως σήμερα

ΖΩΤΙΚΟ (ΛΙΒΙΚΙΣΤΑ) ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Μύθος και Λόγος - Μέρος 2.

Συμβόλαιο αγοροπωλησίας Ζωτικού

Έρευνες

Το Μαντήλι στην λογοτεχνία - ΚΡΥΣΤΑΛΛΗΣ

Το Ζωτικό στην ιστορία

Το Μαντήλι στην λογοτεχνία - ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ

Το Μαντήλι στην λογοτεχνία - ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 3.

Το Ζωτικο στις τέχνες - Φρειδερίκη Παπαζήκου

Το Ζωτικο στις τέχνες - Φώτης Μότσης

Αφηγήσεις

Αφιερώματα

Περιηγήσεις

periigiseis

Γιορτές

giortes

Δημιουργίες

dimiourgies

Παρουσιάσεις

parousiaseis