adelfotita  Αδελφότητα Ζωτικιωτών Αθήνας”

Σύλλογος Ζωτικιωτών "Η ΒΡΥΤΖΑΧΑ"   

Σύνδεση / εγγραφή

Αρχείο φωτογραφιών

Η Αδελφότητα Ζωτικιωτών στο Facebook

zotiko 2

Ο Σύλλογος Ζωτικιωτών στο Facebook

vrytzacha

Διαδικτυυακές Δημ. Υπηρεσίες

Screenshot 2023 04 27 at 1.38.35 PM

Ελληνικό Κτηματολόγιο

Screenshot 2023 04 27 at 1.48.41 PM

Α.Α.Δ.Ε.

Screenshot 2023 04 27 at 10.27.29 PM

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 2.

Δημητρίου Μίχα

ΙΙΙ. Το μαντήλι στο Δημοτικό τραγούδι

Στὴν Λαογραφία τὸ μαντήλι εἶχε σημαντικὴ θέσι γιατὶ ἦταν σημαντικὸς καὶ ὁ ρόλος του στὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων καθὼς ἀναφέρεται στὰ διάφορα ἔθιμα μας, ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα, τὴν Ρωμαϊκὴ - Βυζαντινὴ ἐποχὴ, περνώντας ἀπὸ τὴν Τουρκοκρατία στὴν Νεώτερη περίοδο, μέχρι τοὐλάχιστον τὴν δεκαετία τοῦ 1950-60.

Ἡ δεκαετία αὐτὴ εἶναι σταθμὸς, ἐπειδὴ ἡ μετανάστευσι πολλῶν κατοίκων τῆς ἀγροτικῆς ὑπαίθρου καὶ λόγῳ, τῆς  ὁρμῆς τῆς ἀστυφιλίας, ἡ μαζοποίησι καὶ ἡ ἀλλοτρίωσι τῆς πόλης περιθωριοποίησε ἢ ἐκμηδένισε ἐν πολλοῖς πολλὰ παραδοσιακὰ ἔθιμα.

Μέχρι λοιπὸν τότε τὰ παραδοσιακὰ μαντήλια εἰδικὰ τοῦ κεφαλιοῦ ἦταν ἀπὸ ὕφασμα βαμβακερό, μεταξωτὸ, λινὸ ἢ μάλλινο· ἄλλα ἦταν μὲ δαντέλλα ἢ μὲ κρόσσια· τὰ πλέον πλούσια ἐμπλουτίζονταν μὲ φλουριὰ, τὰ πιὸ φτωχὰ μὲ χάντρες, ἄλλα ἦταν ἁπλὰ ἐντελῶς, ἄλλα κεντημένα μὲ λουλούδια, ἢ μὲ διάφορα ἄλλα κεντήματα, ὥστε πολλὰ διαφόρων περιοχῶν (Πόλης, Σμύρνης, Καλαμάτας {τὸ γνωστὸ Καλαματιανὸ μεταξωτὸ μαντήλι ἀπὸ τὴν Μονὴ Καλογραιῶν}, Σκύρου, Ρουμλουκιοῦ, ἐπαρχιῶν Μακεδονίας) πράγματι νὰ δείχνουν ὅτι ἀποτελοῦν περίτεχνα δημιουργήματα ἄξια περίσσιου αἰσθητικοῦ θαυμασμοῦ.  

Οἱ κοπέλλες μάθαιναν ἀπὸ μικρὲς στὸ κέντημα τῶν μαντηλιῶν καὶ ὅσο πλησίαζε ὁ χρόνος τοῦ γάμου τους, ἀποτύπωναν καλλιτεχνικὰ καὶ ὅλα τὰ ὄνειρα, τὴν ἐλπίδα, τὴν ὑπομονή καὶ προσδοκία ἑνὸς ἐπιτυχημένου γάμου καὶ μάλιστα μὲ τὸ πρόσωπο πού ἀγαποῦσαν. Αὐτὸ ὅμως ἦταν σπάνιο. Ὅλα καθορίζονταν ἀπὸ τοὺς γονεῖς σύμφωνα μὲ τὴν αὐστηρὴ πατριαρχικὴ παράδοσι. Στὴν ἐπιλογὴ καὶ τὸ παντρολόγημα τῆς νύφης, θεσμὸς ἦταν ἡ προξενιὰ ἤ τὸ προξενιό. Ἦταν ὅμως φορὲς πού τὸ συνοικέσιο χαλοῦσε ἐπειδὴ δὲν ὑπῆρχε συμφωνία στὴν ζητούμενη προῖκα πού ἀπαιτοῦσαν οἱ γονεῖς τοῦ ἀγοριοῦ ἀπὸ τοὺς γονεῖς τῆς μέλλουσας νύφης. Μία Κόρη λοιπὸν πού φαίνεται νὰ προετοίμαζε μαντήλι (συνήθως με χρυσοκλωστή) σὲ κάθε νέο συνοικέσιο, ἀπηύδησε στὸ ἀδιέξοδο τοῦ προσδοκωμένου "τυχεροῦ" της καὶ ξεσπᾶ μὲ παράπονο στὴν Μάννα της. Βαρέθηκα μωρ’ μάνα, μαντίλια νὰ κεντῶ

θαλα τὰ παρατήσω καὶ θαλα παντρευτῶ.

Βάστα, κόρη μου, βάστα καὶ τούτη τὴ χρονιὰ

κι ἐγὼ θὰ σὲ παντρέψω μέσα στὰ Γιάννενα5

Αντίθετα μια άλλη Κόρη στο κέντημα του χρυσού μαντηλιού στενοχωριέται και μαλώνει έντονα με την μάνα της επειδή δεν θέλει να σπαταλήσει τα όνειρά της για γάμο μαζί και την σφύζουσα θηλυκότητα της νιότης της με έναν γέρο που σχεδιάζει να την παντρέψει, ενώ το όνειρό της είναι με έναν Νιό που ξέρει από ερωτικά παιχνίδια.

Πέρασα από ένα γιοφύρι

βλέπω μια στο παραθύρι

που κεντάει χρυσό μαντίλι.

Το κεντάει, το βαλαντώνει,

με τη μάνα της μαλώνει.

Μάνα λέει, πάντρεψέ με,

σπιτονοικοκυρεψέ με,

κι άνδρα γέρο μη μου δώσεις,

γιατί θα το μετανιώσεις,

τι του γέρου τα παιγνίδια,

όλο σκόρδα και κρομμύδια,

και του νιου τα παιγνιδάκια,

μόσχους και γαρουφαλάκια.6

Το Μαντήλι τῆς κεφαλῆς ἦταν ἐθιμικὰ ἐπιβεβλημένο γιὰ τὴν γυναίκα καὶ χαρακτήριζε τὴν σεμνότητα καὶ γενικῶς τὴν ἀρετὴ καὶ τὸ ἦθος της. Τὸ λυμένο μαντήλι ἦταν ἔνδειξι «ἐλευθεριάζουσας συμπεριφορᾶς» καὶ ἡ Κόρη δὲν ἔχαιρε ἐμπιστοσύνης «νὰ κρατήσει σπίτι» σὲ περίπτωσι γάμου. Καὶ ἐπειδὴ δύσκολα ξέφευγε κάποιος ἀπὸ τὴν κριτικὴ τοῦ στενοῦ ἐπιχωρίου πλαισίου ἑνὸς προκατασκευασμένου στερεοτύπου, ἡ προσωνυμία τῆς «γυρίστρως», δηλαδὴ ἐκείνης πού ἔδινε δικαίωμα γιὰ τὰ λάγνα μάτια τῶν ἀνδρῶν, δὲν ἀργοῦσε νὰ ἔρθει καὶ ὁ κακόστομος φημισμός. Δεν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ μια τέτοια ἐξέλιξι λειτουργοῦσε σὲ ἀπόρριψι, περιθωριοποίησι ἕως καὶ τὴν διαπόμπευσι.

Ἐπιπρόσθετα, τὸ κεφαλομάντηλο αὐτὸ (τσεμπέρι) ἀπὸ πολὺ λεπτὸ ὕφασμα, σὲ μερικὲς περιοχὲς τὸ λέγανε καὶ «τσίπα» (μὲ ἑνικὸ μόνο ἀριθμὸ), μεταφορικὰ καθιερώθηκε νὰ σημαίνει καὶ τὴν «ντροπὴ» καὶ «ἐπέβαλε» δὲ σὺν τῷ χρόνῳ καὶ στὶς γυναῖκες νὰ θεωρεῖται «ντροπὴ» ὅταν ἔβγαιναν ἐκτὸς τῆς οἰκίας τους μὲ ἀκάλυπτη κεφαλή. Ὅσες λοιπὸν φαίνονταν νὰ μὴν ἔπαιρναν σοβαρὰ τὴν κοινωνικὴ αὐτὴ ἐπιταγὴ ἦταν «ξετσίπωτες», δηλαδὴ ἀδιάντροπες.7

Τό πνεῦμα αὐτῆς τῆς παρεκτροπῆς ἀποδίδει τὸ γνωστὸ τραγούδι: «Μιὰ κόρη Τζουμερκιώτισσα» ἀπὸ τὰ Τζουμέρκα Ἰωαννίνων, ὅπου σύμφωνα μὲ τὴν κάτωθι παραλλαγή, ἡ Κόρη τράβηξε τὴν προσοχὴ ἑνὸς λεβέντη μουστακαλῆ ὄχι τόσο μὲ τὴν ὀμορφιὰ της (ἂν καὶ ὑπάρχει καὶ αὐτὴ ἡ περίπτωσι σὲ ἄλλη παραλλαγή), ἀλλὰ ἐξ αἰτίας τοῦ μαντηλιοῦ της ποὺ δὲν τὸ εἶχε δεμένο:

 

«Μιά κόρη Τζουμερκιώτισσα δὲν δένει τὸ μαντήλι,

στὰ σταυροδρόμια θέριζε* ὅλο τὸ μεσημέρι.

Κι ἐγὼ ἐπερνοδιάβαινα στὸ γρίβα καβαλάρης.

Κοντικρατὼ τὸ γρίβα μου καὶ τὴν καλημερίζω.

Γειὰ σου, χαρὰ σου κόρη μου, καλῶς τον τὸν λεβέντη.

Κόρη μου τὸ μαντήλι σου μοῦ καίει τὴν καρδιὰ μου.

Καὶ μένα τὸ μουστάκι σου μοῦ τρώει τὰ σωθικὰ μου.

πάαινε νὰ δέσεις τ’ ἄλογο κι ἔλα ν΄ἀνταμωθοῦμε8

(σέ ἄλλη παραλλαγή: Σύρε νὰ δέσεις τ’ ἄλογο, κι ἔλα νὰ φιληθοῦμε).

* (θέριζε σὲ σταυροδρόμια: μεταφορικά, τριγυρνοῦσε σὲ πολυσύχναστα μέρη διαβατῶν μὲ τὴν ἐπιθυμία νὰ φλερτάρει, νὰ ἐρωτοτροπεῖ)

Ἡ παντρεμένη λοιπόν, φοροῦσε τὸ λεγόμενο λευκὸ τσεμπέρι, τὸ μαντήλι πού συμβόλιζε τὸν δεσμὸ τοῦ γάμου, κάλυπτε τὸ κεφάλι καὶ ἔσφιγγε ταυτόχρονα τὰ μαλλιά τῆς γυναίκας. Μαντήλι σὲ χρῶμα πού ἔμοιαζε μὲ κρόκο τοῦ ἀβγοῦ τὸ φοροῦσε ἡ νιόπαντρη γιὰ ἕνα χρόνο περίπου, ὡς σύμβολο τῆς γονιμότητας, μέχρι νἄρθει τὸ πρῶτο παιδὶ … καὶ ἦταν φυσικὰ πιεστικὸ ἄγραφο αἴτημα τοῦ περίγυρου τῆς κοπέλλας γιὰ τεκνοποίησι….

Σχετικὰ μὲ τὸ «Μαντήλι καὶ τὰ μαλλιά», ἡ φιλόλογος Βασιλικὴ Λέκκα-Χατζή, στὴν μελέτη της : ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΓΕΙΤΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΟΔΕΣΜΟΥ, ὑποστηρίζει βάσιμα ὅτι «αὐτὴ ἡ συνήθεια στὰ χωριὰ μας, εἶναι πανάρχαια καὶ πανελλήνια καὶ ὅτι «τὰ μαλλιὰ ὅπως καὶ τὰ μαντήλια συμβολίζουν σωματικὴ δύναμη γι’ αὐτὸ ὅταν ἕνας νέος ἅρπαζε τὸ μαντήλι τῆς κόρης ἤ τῆς ἔκοβε τὴν κοτσίδα ἐκείνη ἦταν ὑποχρεωμένη νὰ τὸν παντρευτεῖ»9

Οἱ δεισιδαίμονες αὐτὲς ἀντιλήψεις εἶχαν μᾶλλον ἀφετηρία πρόσληψης ἀπὸ τὴν παραμυθιακὴ χώρα τῶν νεραϊδῶν, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἂν κάποιος νέος συνέβαινε νὰ ἁρπάξει τὸ μαντήλι μιᾶς νεράϊδας ἀπὸ τοὺς μεταμεσονύχτιους χοροὺς τους, αὐτὴ ἔχανε τὴν "ξωτικιά" της δύναμι καὶ ὑποχρεωνόταν νὰ τὸν παντρευτεῖ. Ἔπρεπε ὅμως νὰ καεῖ τὸ ἀραχνοϋφαντο μαντήλι της γιατὶ ἂν τὸ ἔβρισκε θὰ ἀποκτοῦσε ξανὰ τὴν μαγικὴ της ἰδιότητα καὶ θὰ ἔφευγε γιὰ πάντα.

Γενικὰ τὸ μαντήλι ἐπειδὴ ἔρχεται σὲ ἄμεση ἐπαφὴ μὲ τὸ σῶμα θεωρεῖται ὅτι ἔχει κάποιο ἀκαθόριστο μαγικὸ συνδυασμὸ μὲ τὸν ἄνθρωπο πού τὸ φοράει, πολὺ περισσότερο δὲ ὅταν πρόκειται γιὰ τὸ νυφικὸ μαντήλι,10 τὸ ὁποῖο λόγῳ τῆς ἱερότητας τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου, λόγῳ τῆς σύνδεσης ἀγάπης, πίστης καὶ τιμῆς πού συνέδεε τὴν σχέσι τοῦ ἀνδρογύνου, ἐξέφραζε τὸ σύνολο ὅλων αὐτῶν τῶν αἰσθημάτων. Ἦταν τὸ μόνο ἐμφανὲς ἐξάρτημα μετὰ τὸν γάμο, ἀπὸ ὅλη τὴν ἐνδυμασία τῆς νυφικῆς στολῆς, τὸ ὁποῖο δὲν λειτουργεῖ ἁπλῶς ὡς αἰσθητικὸ κεφαλοκάλυμμα, ἀλλὰ ἀποτυπώνει τὴν ψυχοσύνθεσι τῆς κοπέλλας ὡς προσωπικότητα, τὴν κοινωνικὴ της ἔνταξι καὶ θέσι μὲ τὸν νέο της ρόλο στὴν καινούργια της ζωὴ, καθὼς ἀλλάζει τὴν ἐπωνυμία, τὸ οἰκεῖο περιβάλλον καὶ συνήθως καὶ τὴν ἀλλαγὴ τόπου διαμονῆς σὲ ξένο χωριὸ μὲ διαφορετικὲς νοοτροπίες.

Τό μαντήλι ἦταν ὁ πολύτιμος ἀκόλουθος σὲ ὅλη αὐτὴ τὴν «ὀνειροπόλο προετοιμασία» γιὰ τὸν γάμο, στὸν γάμο ὡς τὸ κεντρικώτερο σημεῖο τῆς ζωῆς, καὶ στὴν μετέπειτα διαδρομὴ τῆς νέας οἰκογενειακῆς ζωῆς. Χωρὶς νὰ χάσει τὴν αἰσθητικὴ του σύστασι, νοηματοδοτεῖ ὅμως ὅλο τὸ ἐθιμικὸ βάρος - περὶ ἔρωτος - προξενιοῦ - γάμου - τῆς ἐποχῆς, προσδιορίζοντας καὶ ὅλη τὴν ὑπόστασι τῆς ζωῆς της. Μέ τὴν γέννησὶ της «ἐκπαιδεύονταν» στὴν προετοιμασία "ἀποκατάστασὴς" της (τό πῶς θὰ παντρευτεῖ δηλαδή), πῶς θὰ "ἐκφραστεῖ" τελεστικὰ στὸν ἀρραβῶνα, πῶς θὰ λαμπρύνει τὸν γάμο, πῶς θὰ «σεβαστεῖ» μετά τὴν οἰκογενειακὴ τιμὴ.

Γι’ αὐτὸ τὸ μαντήλι, ἀντανακλώντας τὴν εἰκόνα τῆς ψυχῆς της, καὶ ἀποτυπώνοντας τὴν ἴδια της τὴν ὕπαρξι, σὲ περίπτωσι πού χάνονταν, προσφέρονταν, χαρίζονταν, κλέβονταν, πλένονταν, λερωνόταν, εἶχε καὶ ἀντίστοιχο ἀντίκτυπο, ὡς δρώμενο: πνευματικὸ, ἠθικὸ, κοινωνικὸ , ψυχικό, τόσο γιὰ τὴν ἴδια ὅσο καὶ γιὰ τὰ κοινωνικὰ δεδομένα.

Ἡ Δημοτικὴ μας ποίησι κατ’ ἐξοχὴν συνέδεσε τὸ μαντήλι μὲ ἀρραβῶνες, ρωμαντικοὺς ἔρωτες καὶ γαμήλια λαϊκὰ ἔθιμα καὶ μὲ ὅλες τὶς παραπάνω περιπτώσεις. Γιὰ παράδειγμα, ὅταν ἕνας νέος ἤθελε νὰ ἀρραβωνιαστεῖ μία κοπέλλα τῆς ἔστελνε δαχτυλίδι δεμένο στὴν ἄκρη πλουμιστοῦ μαντηλιοῦ ἤ τῆς πετοῦσε τὸ κεντημένο μαντήλι του ὅταν ἐκείνη χόρευε σὲ πανηγύρια ἤ γιορτές. Ἄν μετὰ ἀπὸ προξενιὸ ὑπῆρχε ὁριστικὴ συμφωνία ἀνάμεσα στὶς δύο οἰκογένειες εἰδικὰ σὲ χωριὰ τῆς Θράκης, γινόταν καὶ ἡ συμβολικὴ ἀνταλλαγή μαντηλιῶν γιὰ τὴν ἐπισημοποίησι τῶν ἀρραβώνων. Τῆς κοπέλλας δέ, ἦταν ἐπιμελῶς κεντημένο καὶ περιελάμβανε καὶ τὸν «μετρίτη» δηλαδὴ τὴν συγκεκριμένη ἡμερομηνία γάμου καὶ τὰ ὀνόματα τῶν μελλονύμφων.

Πολλὰ σκηνικὰ μὲ πρωταγωνιστή τὸ μαντήλι γινόταν στὶς κατὰ τόπους βρύσες τρεχούμενου νεροῦ ὅπου οἱ κοπέλλες πηγαίνανε γιὰ διευκόλυνσι νὰ πλύνουν ροῦχα ἤ ἀκόμη καὶ σὲ πηγάδια11.

Ἦταν καὶ φορὲς ὅπου οἱ γυναῖκες τῆς γειτονιᾶς μαζεύονταν ὕστερα ἀπὸ συνεννόησι καὶ κάνανε πιὸ ὀργανωμένο τὸ πλύσιμο. Μεταφέρανε δηλαδὴ καζάνι καὶ φτιάχνανε ἀλισίβα, ἡ ὁποία κυριολεκτεῖ στὸ βράσιμο στάχτης, ἀπὸ ἐπιλεγμένα ξύλα δένδρων, ὅπου τὸ ἀποτέλεσμὰ της ἀποτελεῖ μορφὴ ἀπορρυπαντικοῦ καὶ πλένανε μὲ εὔχαρι διάθεσι καὶ κουτσομπολεύανε καὶ τὶς ἐρωτικὲς προσδοκίες καὶ τὰ προξενιὰ τους. Ὅταν ὅμως διάβαινε κάποιος διαβάτης τυχαῖα γιὰ νὰ πιεῖ νερὸ ἤ νὰ ξεκουράσει τὸ ἄλογὸ του ἤ ἄλλος … «μιλημένος καὶ ἐπὶ σκοποῦ», καὶ ἔδινε τὸ μαντήλι του στὴν Κόρη πού τὸν εἵλκυσε ἡ ὀμορφιὰ της καὶ ἐκείνη προθυμοποιεῖτο νὰ τὸ πράξει, τὸ ὅλο σκηνικὸ σηματοδοτοῦσε ἔμμεση ἀποδοχὴ ἐρωτικῆς πρότασης. Ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀμυγδαλιὰ Θράκης πού εἶναι κοντὰ στὸ Μοναστήρι τῆς Σκαλωτῆς προέρχεται τὸ ἑξῆς τραγούδι:

Του παλληκαριού

Τό άγοριό σου, τ’ άγοριό σ’, τ’ άξιο παλληκάρι,

τον μαύρο καβαλίκευσε καί πάγ’ νά τον ποτίση.

Στή στράτα όπου πήγαινε, θεό περικαλούσε :

«Θεέ μου, κι’ άς τήν εύρισκα τήν άγάπη μου στή βρύση».

Πήγε, τήν ηύρε κ’ έπλυνε μαντήλια σκαμαγκένια. (άσπρα σαν βαμβάκι)

θεέ μ’, ώς παρακάλεγα έτσ’ πήγα καί τήν ηύρα.

— Φεύγε κόρη μ’, άπ’ αυτού μή σέ πατήσ’ ό μαύρος. (το μαύρο-δυνατό άλογο)

—’Εμένα ή μαύρος άς πατήσ’ ή μαύρος άς κλωτσήσει,

στή καβαλάρ’ (στον καβαλλάρη) τά βλέμματα στή μαύρου τά παιχνίδια.12

 

Ἀξίζει νὰ ἀναφερθῆ ἕνα τραγούδι στὸ ὁποῖο ἐνσωματώνονται στίχοι πού ἔχουν τυπικὴ μόνο σχέσι μὲ τὴν βρύση καὶ τὴν κοπέλλα πού πλένει τὸ μαντήλι ἤ μαντήλια δεχόμενη πλάνητα ἐρωτικὴ πρότασι δίκην δοκιμασίας. Είναι τὸ Ἠπειρώτικο, περιοχῆς Σέλλιανης Θεσπρωτίας: «Τς Γιούλας»13 (Πανάγιως-Παναγιούλας, Γιούλας). Τὸ τραγούδι εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὸ α’ ἡμιστίχιο τοῦ α’ στίχου: «Ἐξέφεξεν ἡ ανατολή…» καὶ κατατάσσεται στὶς Παραλογές, πού ἔχουν ὡς κύριο θέμα τὴν «Ξενιτειὰ» καὶ προπάντων «τὸν γυρισμὸ τοῦ ξενητεμένου». Βασικὸ γνώρισμα : τὸ "σύνδρομο τῆς Πηνελόπης", τῆς ὑπομονητικῆς καὶ πιστῆς συζύγου δηλαδὴ πού καρτερεῖ τὸν ξενητεμένο γιὰ χρόνια σύζυγο της. Ὅταν ἐκεῖνος ἐπιστρέφει τὴν συναντᾶ σὲ ἐξωτερικὸ χῶρο, στὴν βρύση τοῦ χωριοῦ, νὰ πλένει πολλὰ μαντήλια του· ὁ πληθυντικὸς ἀριθμὸς: «τ’ ντρός της τὰ μαντήλια» συμβολίζει τὸν σεβασμό της στὴν ἱερότητα τῆς ἔγγαμης συζυγίας καὶ τὸν ἀμείωτο ἰσχυρὸ συναισθηματικὸ δεσμὸ μὲ τὸν ἄνδρα της, ἀφοῦ σὰν τὴν Πηνελόπη ἔπλεκε καὶ κεντοῦσε συνεχῶς μὲ τὴν σκέψι του, «μαντήλια προσμονῆς», ἐνῶ ταυτόχρονα τὸ σκηνικὸ προοικονομεῖ τὴν πιστή συμπεριφορά της παρὰ τὴν πολυχρόνια ἀπουσία του στὰ ξένα.

Ἐκεῖνος παρατηρεῖ ὅμως, παρά τὸν σεμνὸ καὶ χαμηλόβλεπο τρόπο της (Σαράντα σίκλους ἔβγαλε, στὰ μάτια δὲν τὴν είδα..), νὰ εἶναι στενοχωρημένη καθὼς ἔβγαζε νερὸ μὲ τὸν ξύλινο κάδο (σίκλος) καὶ νὰ τὴν πιάνει τὸ παράπονο καὶ τὸ κλάμα ὅταν ἔφθασε στὸν τεσσαρακοστὸ δεύτερο. Εἶναι τὸ στοιχεῖο ποὺ γίνεται ἡ ἀφορμὴ γιὰ τὸν διάλογο ποὺ ἀκολουθεῖ.

—Γιατί δακρύζεις, λυγερή, καὶ βαριαναστενάζεις; ….

— Ξένε μου… τὸν ἄντρα ’χω στὴν ξενιτειὰ καὶ λείπει δέκα χρόνους[...].

Ἀκολουθεῖ ἡ ἀναγνώρισι μὲ τὴν γνωστὴ ἀπὸ τὸν Ὅμηρο δοκιμασία ἀποδείξεων καὶ σημαδιῶν ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴν πιστοποίησι τῆς ἐνάρετης στάσης τῆς γυναίκας ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια μὲ τοὺς κάτωθι στίχους:

—Κόρη μου, ὁ ἄντρας σου πέθανε, κόρη μου, ὁ ἄντρας σου ‘χάθη·

τὰ χέρια μου τὸν κράτησαν, τὰ χέρια μου τὸν θάψαν,

ψωμὶ κερὶ τοῦ μοίρασα, κι εἶπε νὰ τὰ πλερώσεις,

τὸν ἔδωκα κι ἕνα φιλί, κι εἶπε νὰ μοῦ τὸ δώσεις.

—Ψωμί κερὶ τοῦ μοίρασες, διπλὰ νὰ σὲ πλερώσω,

μὰ γιὰ τ’ ἐκεῖνο τὸ φιλί, σύρε νὰ σοῦ τὸ δώσει. (εἶναι ἡ καταλυτικὴ ἀπάντησι ποὺ τὸν ἱκανοποίησε ἀπόλυτα ) καὶ

—Κόρη μου, ἐγὼ εἶμαι ὁ ἄντρας σου, ἐγὼ εἶμαι κι ὁ καλὸς σου.

Ἡ γυναίκα του ὅμως δύσπιστη ζητᾶ σημάδια συγκεκριμένα : τῆς αὐλῆς, τοῦ σπιτιοῦ καὶ τοῦ κορμιοῦ της. Οἱ σωστὲς ἀπαντήσεις τὴν πείθουν, καὶ ἀναφωνεῖ ὡς λύτρωσι – κάθαρσι : —Ξένε μου ἐσὺ εἶσαι ὁ ἄντρας μου, ἐσὺ εἶσαι κι ὁ καλὸς μου. Ὅλο τὸ τραγούδι μὲ αὐτὸ τὸ πανάρχαιο καὶ πανανθρώπινο θέμα, ἀπὸ τὸν Ὅμηρο μέχρι σήμερα, ἀποτελεῖ ἕναν ὕμνο στὴν ἀγάπη καὶ στὴν πίστη τῶν συζύγων14

Ἡ κάτωθι παραλλαγή ἀπὸ τὴν Σέλλιανη συγκεκριμενοποιεῖ τὸ ὄνομα τῆς γυναίκας καὶ τραγουδιέται μὲ αὐτοὺς τοὺς στίχους

 

Ἐξέφεξε, ἄι μωρ' Γιούλα μου, ἐξέφεξε ἡ ἀνατολή,  

μωρὴ κοντὴ κοπέλα  

καὶ πάει ἡ πούλια γιόμα, πάρε τὴ ρόκα κι ἔλα. 

 Πᾶν’ τὰ πουλά- ἄι μωρ' Γιούλα μου,  

πᾶν τὰ πουλάκια στὶς βοσκὲς καὶ οἱ ἔμορφες στὸ πλύμα.  

μωρὴ κοντὴ κοπέλα, πάρε τὴ ρόκα σ' κι ἔλα.  

Παίρνω κ’ ἐγώ, ἄι μωρ’ Γιούλα μου, παίρνω κι ἐγὼ τὸν μαῦρο μου

μωρὴ κοντὴ κοπέλα καὶ πάω νὰ τὸν ποτίσω

Βρίσκω τὴν κό-, ἄι μωρ’ Γιούλα μου, βρίσκω τὴν κόρη πού ’πλένε  

μωρὴ κοντὴ κοπέλα τ’ αντρὸς τῆς τὰ μαντίλια.  

μωρὴ κοντὴ κοπέλα, πάρε τὴ ρόκα κι ἔλα.  

(Σαράντα σί-, ἄι μωρ’ Γιούλα μου, σαράντα σίκλους ἔριξε (ξύλινος κάδος)

καὶ στοὺς σαρανταένα μωρὴ κοντὴ κοπέλα, ἔκλαψε πικρὰ γιὰ μένα…)

 

Σημειώσεις

 

5.     Νικηφόρα Πόλιου, «ΤΑ ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΤΗΣ ΔΕΡΟΠΟΛΗΣ», ΙΩΑΝΝΙΝΑ 2021, σελ.27, /Η συγγραφέας συμπληρώνει εύστοχα για το θέμα το γνωστό τραγούδι:

Σύρε, μάνα, πες του Γιάννη

θα με πάρει, τι θα κάνει;

Πήγα κόρη και του είπα.

Δε σε θέλει, δε σε παίρνει,

κόρη μου, σε κοροϊδεύει.

Τάξ’ του μάνα το χωράφι,

ταξ’ του μάνα και τ’ αμπέλι,

ταξ’ του μάνα τη γελάδα,

για να πίνει ο Γιάννης γάλα.

  1. ΘΩΜΑΣ ΝΑΚΑΣ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔOΣΗ, Τραγούδια της αγάπης, 1ος Τόμος, εκδ. ΣΧΩΡΙΑΔΕΣ, 2019, σελ..179
  2. ΑΡΗΣ ΣΤΟΥΓΙΑΝΝΙΔΗΣ, Τσίπα, ΓΛΩΣΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΣΙΠΑ, ΤΟΥ ΞΕΤΣΙΠΩΤΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΓΓΕΝΙΚΑ ΚΑΛΥΜΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΣ, ΑΕΝΑΟΝ, 2015, ΣΕΛ.15

8.     www.greekstixoi.gr //και Αυγερινός Ανδρέου: ΜΙΑ ΚΟΡΗ ΤΖΟΥΜΕΡΚΙΩΤΙΣΣΑ,

www.ixotisartas.gr

  1. Βασιλική Λέκκα-Χατζή, ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΓΕΙΤΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΟΔΕΣΜΟΥ, σελ.133
  2. facebook.com/groups/koropi/ «Κεφαλόδεσμος - Μαντήλι» (Διαχρονική Θεώρηση), Απόσπασμα απο το βιβλίο της Βασιλικής Λέκκα-Χατζή «Μεσογείτικος Κεφαλόδεσμος - Καλαμάτες - Μαντηλάκια σελ.9-15» (Αθήνα 1992)

11.    Στα χωριά της υπαίθρου δεν υπήρχε μέχρι πρό τινος σύστημα οικιακής ύδρευσης και αποχέτευσης. Το νερό προμηθεύονταν με βαρέλες ή βουτσέλες ή βαρελοπούλες (ξύλινα με στεφάνι κυλινδρικά δοχεία, ή με άλλα πα-ρεμφερή, συνήθως στην πλάτη με ζαλίκι ή με την μεταφορά τους με μουλάρι, από τρεχούμενες βρύσες που βρί-σκονταν απόμακρα από την οικία ή και από τον οικισμό.

12.    ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ, ΘΡΑΚΙΚΑ , ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΟΥ ΕΝ ΑΘΗ-ΝΑΙΣ ΘΡΑΚΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ,ΤΟΜΟΣ ΕΝΔΕΚΑΤΟΣ, ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ 1939, ΣΕΛ.25

13.    ΕΞΕΦΕΞΕ Η ΑΝΑΤΟΛΗ - Σέλλιανη Θεσπρωτίας (Ήπειρος), «Το τραγούδι αυτό στην περιοχή της Θεσπρωτίας συναντιέται σε δύο παραλλαγές με αρκετά κοινά στοιχεία: μία από την περιοχή της Μουργκάνας και μία από την περιοχή της Σέλλιανης. Στην περιοχή της Σέλλιανης συνήθως δεν χορευόταν, αλλά παρότι έρρυθμο τραγουδιόταν ως καθιστικό. Υπό μια ευρεία έννοια είναι τραγούδι της αγάπης και ιδιαίτερη μνεία γίνεται στη βρύση, όπου παλαιότερα ήταν ένας από τους σημαντικότερους χώρους ανταμωμάτων και συζητήσεων». Πηγή: www.youtube.com, Greek folk Music, Ηχογράφηση του 1957 από τον Σπ. Περιστέρη. Έκδοση: ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΜ. Γ' - ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΚΛΟΓΗ, Ακαδημία Αθηνών

14.    Αυτόθι, www.youtube.com, Greek folk Music

Πρόσφατες αναρτήσεις

  • Δεν υπάρχουν δημοσιεύσεις προς εμφάνιση

Τοπολαλιά

 

Οι γειτονιές μας

ΒΡΥΤΖΑΧΑ web tv

Μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι

dd

Μετεωρολογικός σταθμός Ζωτικού

Screenshot 2023 04 27 at 5.14.24 PM

Screenshot 2023 04 27 at 10.43.18 PM

Ellinomatheia1

Screenshot 2023 04 27 at 11.18.15 PM

Screenshot 2023 04 28 at 12.10.11 AM

Λογοτεχνία

Ο Αμερικάνος

Από τον Δωδεκάλογο του Γύφτου του Κ. Παλαμά

Γιώργος Σεφέρης

Γιάννης Ρίτσος

Ἀθανάσης Διάκος

Η ιστορία του Ζωτικού

ΖΩΤΙΚΟ (ΛΙΒΙΚΙΣΤΑ) ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Μύθος και Λόγος - Μέρος 2.

Η εξέλιξη του πληθυσμού του Ζωτικού από την απελευθέρωσή του από τους Τούρκους έως σήμερα

Συμβόλαιο αγοροπωλησίας Ζωτικού

Έρευνες

Το Μαντήλι στην λογοτεχνία - ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 4.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΖΩΤΙΚΟ

Το Μαντήλι στην λογοτεχνία - ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Στα χρόνια που πέρασαν - Μέρος 4

Το Ζωτικο στις τέχνες - Φρειδερίκη Παπαζήκου

Το Ζωτικο στις τέχνες - Φώτης Μότσης

Αφηγήσεις

Αφιερώματα

Περιηγήσεις

periigiseis

Γιορτές

giortes

Δημιουργίες

dimiourgies

Παρουσιάσεις

parousiaseis