του Χρήστου Ν. Θεμελή
Οταν έπεσαν τα πόσκια
τα μάσαμαν στη στρούγκα
εγώ, μια χαψιά μαξουμάκι, βάργα
ο πάππους άρμεε
όποια δεν κάθουνταν,
την έκανε άργανο στις γρουμανιές
που, από το πολύ γινάτι,
τόφευγε και καμιά πορδή
ο μπελόκας,πιο πέρα,
κλαπάκιαζε τυρόγαλο..
κοντά, καθάρισε λίγες κουπριές
για να ρουφήσω σκρούμπη
αδειάσαμαν το καρδάρι στη μπονιότα
και κατήφκαμαν σπίτι
η μεγάλη, πάλε κάτι καταριούνταν
... κακή πίκα να σε βάργε ώρ'' βάβο!...