adelfotita  Αδελφότητα Ζωτικιωτών Αθήνας”

Σύλλογος Ζωτικιωτών "Η ΒΡΥΤΖΑΧΑ"   

Σύνδεση / εγγραφή

Αρχείο φωτογραφιών

Η Αδελφότητα Ζωτικιωτών στο Facebook

zotiko 2

Ο Σύλλογος Ζωτικιωτών στο Facebook

vrytzacha

Διαδικτυυακές Δημ. Υπηρεσίες

Screenshot 2023 04 27 at 1.38.35 PM

Ελληνικό Κτηματολόγιο

Screenshot 2023 04 27 at 1.48.41 PM

Α.Α.Δ.Ε.

Screenshot 2023 04 27 at 10.27.29 PM

Screenshot 2023 04 28 at 12.10.11 AM

Αρχική

Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου

Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό Κεφάλαιον,  καί τοῦ ἀπ᾽ αἰῶνος Μυστηρίου ἡ φανέρωσις·  ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται,  καί Γαβριήλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται.  Διό καὶ ἡμεῖς σὺν αὐτῷ τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν·  Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ. Ἀπολυτίκιον τῆς ἑορτῆς, Ἦχος δ'.
Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό Κεφάλαιον, καί τοῦ ἀπ᾽ αἰῶνος Μυστηρίου ἡ φανέρωσις· ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται, καί Γαβριήλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται. Διό καὶ ἡμεῖς σὺν αὐτῷ τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ. Ἀπολυτίκιον τῆς ἑορτῆς, Ἦχος δ'.

Δημητρίου Μίχα , φιλολόγου

Ι. Εἰσαγωγικὰ

 Ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, σύμφωνα μὲ τὴν γραφίδα ἑνὸς ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων θεολόγων τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τοῦ Ἱεροθέου- Μητροπολίτου Ναυπάκτου-, εἶναι Δεσποτικοθεομητορική ἑορτὴ ἐπειδὴ ἀναφέρεται στὸν Δεσπότη Χριστό, ὁ ὁποῖος συνελήφθη στὴν γαστέρα τῆς Θεοτόκου, καὶ θεομητορικὴ ἑορτὴ ἐπειδὴ ἀναφέρεται στὸ πρόσωπο ἐκεῖνο ποὺ συνετέλεσε στὴν σύλληψι καὶ τὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὴν Παναγία.

Ἡ Θεοτόκος Μαρία ἔχει μεγάλη ἀξία καὶ σπουδαία θέσι στὴν Ἐκκλησία, ἀκριβῶς γιατὶ ἦταν τὸ πρόσωπο ἐκεῖνο ποὺ περίμεναν ὅλες οἱ γενεές, καὶ αὐτὴ ἔδωσε στὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ τὴν ἀνθρώπινη φύσι. Ἔτσι, τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου συνδέεται στενὰ μὲ τὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ,[1] καὶ γι’ αὐτὸ ἀρχικὰ πιστεύεται ὅτι ἦταν Δεσποτικὴ ἑορτὴ καὶ στὴ συνέχεια συμπεριελήφθη στὶς Θεομητορικὲς ἑορτές. Φαίνεται ὅτι πρὶν καταλήξει στὴ σημερινὴ της μορφή, ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἐξελίχθηκε βαθμιαῖα τόσο στὴ θεολογική, ὅσο καὶ στὴν ὑμνογραφική, εἰκονογραφικὴ καὶ λειτουργικὴ της φυσικὰ ἔκφρασι.

Ἡ θέσι της ὡς ἡ Μητέρα τοῦ νανθρωπήσαντος θεοῦ γιὰ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν πιστῶν τῆς, εἶναι στὴν ὑψηλότερη καὶ τιμιώτερη θέσι τῆς χριστιανικῆς πίστης μετὰ τὴν Ἁγία Τριάδα. Ὁ θεολόγος Χρῆστος Γκότσης ἀναφέρει ὅτι : «Εἰς τὴν τιμητικὴν προσκύνησιν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἔχει ἀφιερώσει ἡ Ἐκκλησία μας ἰδιαιτέρας ἱερὰς Ἀκολουθίας καὶ πανηγύρεις. Εἶναι γνωστοὶ οἱ Παρακλητικοὶ Κανόνες (Μικρὸς καὶ Μέγας), ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος καὶ αἱ λεγόμεναι Θεομητορικαὶ ἑορταὶ (Σύλληψι, Σύναξι τῆς Θεοτόκου, Γενέσιον, Εἰσόδια, Κοίμησι τῆς Θεοτόκου, Εὐαγγελισμός, ἡ  Ζωοδόχος Πηγή, ἡ Ἁγία Σκέπη, ἡ Κατάθεσι τῆς Τιμίας Ζώνης, ἡ Ὑπαπαντὴ καὶ ἑκατοντάδες τοπικὲς ἢ ἀφιερωματικὲς ἑορτὲς πρὸς τιμὴν της) μὲ τὰς ὁποίας οἱ πιστοὶ ἐκφράζουν τὰ αἰσθήματα ἀγάπης, εὐγνωμοσύνης καὶ ἀφοσιώσεως εἰς τὴν «ἄσπιλον, ἀμόλυντον, ἄφθορον, ἄχραντον, ἁγνὴν Παρθένον, Θεόνυμφον Δέσποιναν» [2].

 ΙΙ. Ἡ διαχρονικότητα τῆς λέξης

 Μὲ τὴν λέξι Εὐαγγελισμὸς γιὰ τὴν Χριστιανικὴ ὁρολογία σημαίνει  τὴν χαρμόσυνη εἴδησι τῆς ἐπικείμενης γέννησης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ δόθηκε ἀπὸ τὸν ἀρχάγγελο Γαβριὴλ πρὸς τὴν Μαριάμ. Στὸ περιεχόμενο της  περιλαμβάνει μὲ τὴν ἀναγγελία τῆς χαρμόσυνης εἴδησης καὶ τὴν ἐπενέργεια τοῦ ἁγίου πνεύματος καὶ τῆς θείας πρόνοιας στὰ ἀνθρώπινα. Ἐτυμολογικὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ εὐάγγελος (=εὖ +ἄγγελος ἐκ τοῦ ἀρχαίου ρ. ἀγγέλλω. Ἡ λέξι αὐτούσια εἶναι ἄγνωστη στὴν ἀρχαία γραμματεία, εἶναι ὅμως ἤδη γνωστὴ στὴν Ὀδύσσεια μὲ τὴν ἐτυμολογικὰ καὶ νοηματικὰ συνώνυμη: «εὐαγγέλιον», ξ 152-153 καὶ ξ 166: «ὡς νεῖται Ὀδυσσεὺς εὐαγγέλιον δὲ μοι ἔστω», τὴν συναντούμαι ἐπίσης καὶ στὸν Πλούταρχο[3] Σὲ ὅλη τὴν Βυζαντινὴ γραμματεία, καὶ κυρίως στοὺς πατέρες τῆς ἐκκλησίας, ὁ λεκτικὸς ὅρος «εὐαγγελισμός», προσέλαβε ὅλη τὴν νοηματικὴ βαρύτητα τῆς θεολογικῆς ἑρμηνείας τῆς σύλληψης καὶ ἐνανθρώπησης τοῦ Υἱοῦ τοῦ θεοῦ, ὡς «σχέδιον τῆς Θείας οἰκονομίας» γιὰ τὴν λύτρωσι τοῦ Ἀνθρώπου. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ τιμᾶται καὶ ἑορτάζεται στὴν ἐκκλησιαστικὴ Θεομητορικὴ ἑορτὴ ποὺ τελεῖται τὴν 25η Μαρτίου πρὸς ἀνάμνησι του καὶ τὸ ὁποῖο Βιβλικὰ περιγράφεται κυρίως στὸ Κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο Κεφ.1:26-38 καὶ στὸ κατὰ Ματθαῖον Κεφ. 1, 18-24. Στὸ τελευταῖο ἀποδίδεται μὲ τρόπο γιὰ νὰ τονισθῆ πὼς τὸ γεγονὸς συμβαίνει ὡς ἐκπλήρωσι τῆς θεϊκῆς πρόγνωσης ἐκ τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης[4], ἀναφέροντας ἐπίσης καὶ τὴν σκέψι καὶ ἀμηχανία τοῦ Ἰωσήφ, ἀλλὰ καὶ τὴν προτροπὴ καθησυχασμοῦ τοῦ Ἀρχαγγέλου γιὰ τὸ «μὴ ἔλλογον» καὶ «ἀκατάληπτον» γεγονὸς τῆς θείας ἐνανθρώπησης [5].    

ΙΙΙ. Ὁ Εὐαγγελισμὸς ὡς ἀρχὴ τῆς ἐκπλήρωσης τῆς θείας οἰκονομίας

 

Ὁ Εὐαγγελισμὸς γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστι εἶναι ἡ πιὸ σημαντικὴ στιγμὴ μεταπτωτικῆς συνέργειας μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρωπότητας· εἶναι ἡ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ἡ Παρθένος Μαρία δέχεται ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριὴλ τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς ὑπόσχεσης- φανέρωσης τῆς Πατρικῆς ἀγάπης καὶ φιλευσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν πτωτικὸ ἄνθρωπο (Ὁ Κύριος μετὰ σοῦ), γιὰ νὰ συμμετάσχει ἐνεργὰ στὴν Θεία οἰκονομία, ἐπιδιορθώνοντας τὴν ἀνυπακοὴ τοῦ Ἀδὰμ καὶ ἐλεύθερα νὰ συναινέσει στὸ «λυτρωτικὸ σχέδιο», … ὁμολογώντας "μετὰ φόβου" ἐν τέλει: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου γένοιτο μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου».

Ὁ ἐτήσιος ἑορτασμὸς αὐτοῦ τοῦ γεγονότος δὲν εἶναι μόνο μιὰ ἱστορικὴ ἀνάμνησι αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ἀλλὰ ἀποτελεῖ μιὰ πραγματικότητα καὶ ἕνα ζέον βίωμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἔχει δὲ ξεχωριστὴ βαρύτητα γιατὶ εἶναι ἡ μόνη θεομητορικὴ ἑορτὴ ποὺ βασίζεται σὲ βιβλικὴ μαρτυρία καὶ ἐπηρεάζει τὴν πατερικὴ διδασκαλία περὶ «κενώσεως» καὶ «ἐνανθρωπήσεως» τοῦ Θεοῦ, τὴν μεταγενέστερη ἐπίσης πατερικὴ γραμματεία, ὅπως καὶ τὴν ὑμνογραφία καὶ τὴν εἰκονογραφία αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ἐνῶ προσέλαβε νοηματικοὺς καὶ λυρικοὺς συμβολισμοὺς συνδεόμενο ἀργότερα μὲ τὴν ἐθνικὴ μας παλιγγενεσία.

Ἡ διήγησι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Παρθένου Μαρίας περιγράφεται λεπτομερέστερα στὸ Κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον Κεφ.1:26-38: Σύμφωνα μὲ τὸν Εὐαγγελιστὴ τὸ γεγονὸς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἔλαβε χώρα στὴ Ναζαρὲτ, ἕνα ἀσήμαντο χωριό ποὺ δέν ἀναφέρεται οὔτε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, οὔτε στὸ Ταλμοὺδ[6], οὔτε στὰ κείμενα τοῦ Ἰωσήπου[7] (37-100 μ.Χ.. Ἡ περιφρονημένη αὐτὴ περιοχή, ἀπὸ τὴν ὁποία οἱ ἄνθρωποι σκέπτονταν «ἂν δύναται τί ἀγαθὸν εἶναι; (Ιωάν. 1:46), εἶναι ὁ τόπος καταγωγῆς τῶν γονέων τῆς Μαρίας (Μαριάμ) καὶ τῆς ἴδιας τῆς μητέρας τοῦ Ἰησοῦ καὶ πιθανὸν καὶ τοῦ μνηστῆρα της Ἰωσήφ. Τελικὰ ὅμως, ἡ ἀνυπόληπτη Ναζαρὲτ τιμήθηκε ἱστορικὰ ὡς ἡ ἰδιαίτερη πατρίδα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐπονομαζομένου καὶ "Ναζωραίου”.

Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου ξεκινᾶ μὲ τὴν ἀπροσδόκητη ἐπίσκεψι τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ στὴν ταπεινὴ αὐτὴ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας, κατὰ τὸν ἕκτο μῆνα τῆς σύλληψης τῆς Ἐλισάβετ στὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο, ἐμφανιζόμενος στὴν Μαρία ὡς ἀγγελιοφόρος τοῦ Θεοῦ. Ὁ Λουκᾶς – συνδέοντας τὰ δύο γεγονότα – θεωρεῖ πὼς ἡ παρουσία τοῦ Ἀγγέλου δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ Θεοφάνια, ἀλλὰ ὁ διάλογος μεταξὺ τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ καὶ τῆς Παρθένου Μαρίας γιὰ νὰ ἀποκαλυφθῆ καὶ μὲ τὸν "Πρόδρομο" ἡ ἔναρξι μιᾶς νέας ἐποχῆς γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα μέσα στὸ πλαίσιο τῆς Οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ[8].

Ὁ χαιρετισμὸς Χαῖρε, κεχαριτωμένη”, εἶναι ἡ ἀναγνώρισι τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἰδιαίτερης χάριτος ποὺ τῆς ἔχει ἀποδοθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ νὰ λειτουργήσει τὸ ὑπερφυσικὸ, «ἀκατανόητον», καὶ «ὑπὲρ–λογον» θαῦμα. Στὸ «σχεδιασμένο ἀπὸ αἰώνων μυστήριο», ἡ ἐπιλογὴ τῆς εὐσεβοῦς καὶ ἁγνῆς Μαρίας ὡς «Θεοτόκου» συμπυκνώνεται μὲν στὸ «Χαῖρε Κεχαριτωμένη ὁ Κύριος μετὰ σοῦ», ἀλλὰ καὶ στὴν ἀντίδρασι τῆς ἴδιας τῆς νεαρᾶς δεκατετράχρονης τότε Μαρίας στὴν προσφώνησι, κατὰ τὴν ὁποία διαγράφει τὴν χαρακτηριστικὴ ἀπόδειξι τῆς Ἀρετῆς της μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν σύνεσι της· ἐνῶ τὸ ρῆμα «διεταράχθη» ἐξ αἰτίας τῆς παρουσίας τοῦ Ἀρχαγγέλου, ὑποδηλώνει ὑπὸκρυφη ἀνησυχία καὶ δέος, ἀλλὰ καὶ βαθιὰ περισυλλογὴ στὴν προσπάθεια της νὰ κατανοήσει τὸ «ὑπερφυσικὸ μήνυμα».

Ἔτσι ὅταν ὁ Ἀρχάγγελος ὡς ἀγγελιοφόρος, συμπυκνώνει τὸν χρόνο καὶ προχωρᾶ στὴν ἀποκάλυψι τοῦ θείου σχεδίου: «Ἰδοὺ συλλήψῃ  γαστρί καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Λουκ. 1:31), ἡ ἀντίδρασι τῆς Μαρίας: “πὼς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γινώσκω; (Λουκ. 1:34), δὲν εἶναι ἔκφρασι ἀμφιβολίας τῆς πίστης της, ἀλλὰ ἀναζήτησι τῆς βαθύτερης κατανόησης τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο θὰ πραγματοποιηθῆ τὸ θαῦμα ὅταν «πνεῦμα ἅγιον καὶ ἡ δύναμις ὑψίστου τὴν ἐπισκιάσει». Ἡ κορύφωσι τῆς ἀφήγησης τοῦ «Εὖ -ἀγγελισμοῦ» ἔρχεται μὲ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ θείου θελήματος ἀπὸ τὴν μέλλουσα Θεοτόκο πλέον, κατὰ τὴν ὁποία ἡ σεμνὴ καθ’ ὅλα Κόρη τίθεται στὴν ὑπηρεσία τῆς θείας βουλῆς. Ἡ φράσι «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου» (Λουκ. 1:38) ἀποτελεῖ τὴν πιὸ καθοριστικὴ στιγμὴ στὴν ἱστορία τῆς σωτηρίας. Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια, ἡ Παρθένος Μαρία ἐκφράζει τὴν πλήρη συγκατάθεσί της στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀνοίγοντας τὸ δρόμο γιὰ τὴν ἐνσάρκωσι τοῦ Λόγου.

Ἡ «ὑπακοὴ» δε, τῆς Θεοτόκου κατὰ τὸν Ἰωάννη Δαμασκηνὸ δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ παθητικὴ ἀποδοχή, ἀλλὰ μιὰ ἐνεργητικὴ συμμετοχὴ «νὰ ἐκχωρήσει τὸ σύνολο τῆς ὑπάρξεως της, προκειμένου νὰ γίνει ὁ τόπος, ἡ χώρα τοῦ ἀχωρήτου, ἐξάπαντος καὶ ὄχι ἕνα ἁπλὸ κανάλι, «σκεῦος τὸ ἀμίαντον»[9], ὅπου θα σαρκωθῇ ὁ Θεὸς, προσφέρουσα «τὸ ἀδαμιαῖον κώδιον ἐκ τῆς γαστρός»»[10] Σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας, ἐδῶ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους - ὅταν ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου - καὶ ἡ νοηματικὴ ἀνακαίνισι ὅλης τῆς κτίσης [11], ἡ ὁποία εἶχε διαταραχθῆ μὲ τὴν «παρακοὴ» καὶ «πτῶσι» τῶν πρωτοπλάστων. Αὐτὸ ἔγινε χάριν στὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας, ὅταν συγκατατέθηκε νὰ γεννήσει τὸν Χριστό, τὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ὁ Χριστός, ὡς Υἱὸς τῆς Παρθένου εἶναι ὁ Λόγος τῆς "Καινῆς Διαθήκης", ἡ "καινὴ κτίσι", ἑπομένως καὶ ὅποιος ἑνώνεται μὲ τὸν Χριστὸ γίνεται μέτοχος αὐτῆς τῆς καινῆς κτίσης, εἶναι πλέον ὁ «καινὸς ἄνθρωπος»

Τό ἀπ’ αἰῶνος μυστήριον, ἀνακαλύπτεται σήμερον,

καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ,  Υἱὸς ἀνθρώπου γίνεται, ἵνα τοῦ χείρονος μεταλαβών,

μεταδῷ μοι τοῦ βελτίονος.

Ἐψεύσθη πάλαι Ἀδάμ, καὶ Θεὸς ἐπιθυμήσας οὐ γέγονεν·

ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα Θεὸν τόν Ἀδάμ ἀπεργάσηται.

Εὐφραινέσθω ἡ κτίσις, χορευέτω ἡ φύσις,

ὅτι Ἀρχάγγελος Παρθένῳ μετά δέους παρίσταται,

καὶ τὸ Χαῖρε κομίζει, τῆς λύπης ἀντίθετον.

Ὁ διά σπλάχνα ἐλέους ἐνανθρωπήσας, Θεὸς ἡμῶν δόξα Σοι.

Τώρα μὲ τὸν Εὐαγγελισμὸ ἡ Μαρία (ἡ εὐλαβὴς νέα Εὔα) – ἐπιλέγεται ὡς «Θεομήτωρ» καὶ «καθίσταται σύμφωνα με τον Παλαμᾶ «τὸ μεθόριο μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου» [12] καὶ στὴν πορεία τῶν αἰώνων ποὺ ἀκολούθησαν γίνεται ἡ Παναγία- Θεοτόκος, ὡς ὁ παραλήπτης κάθε προσδοκίας καὶ ἐλπίδας ὅλου τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καθὼς στὴν συνείδησί του ἀναγνωρίζεται ὡς ἡ κλίμακα, ἡ γέφυρα- ποὺ ὑμνεῖται στὸν Ἀκάθιστο ὕμνο.[13]- ἡ ὁποία συνδέει τὸν Θεὸ μὲ τὸν «τάλανα καὶ πάσχοντα» πιστὸ καὶ μὲ τὴν δημιουργία Του.

Αὐτὸ τὸ «καινὸν μήνυμα» ψάλλει καὶ ὁ 95ος ψαλμὸς ἐνσωματωμένος στὴν ὑμνολογία τῆς ἑορτῆς : Ἄσατε τῷ Κυρίῳ ἆσμα καινόν, ᾄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ· ᾄσατε τῷ Κυρίῳ· εὐλογήσατε τὸ ὄνομα αὐτοῦ, εὐαγγελίζεσθε ἡμέραν ἐξ ἡμέρας τὸ σωτήριον αὐτοῦ·

IV. Ὁ ἀφανής χρονολογικὸς καθορισμὸς τῆς ἑορτῆς

 Ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ εἶναι μιὰ σταθερὴ ἑορτὴ , δηλαδὴ τιμᾶται σὲ συγκεκριμένη ἡμερομηνία καὶ εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη ὄχι μόνο μὲ τὸν ἀκίνητο κύκλο τῶν Χριστουγέννων, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν κινητὸ κύκλο τῶν Παθῶν καὶ τῆς Ἀνάστασης.

Σὲ λειτουργικὸ κείμενο τοῦ 515μ.Χ. ποὺ βρέθηκε στὴν Γαλλία, ἀναφέρεται ὅτι στὴν 25 Μαρτίου ἑορτάζονταν τὸ Πάσχα καὶ ἡ Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης ἀργότερα, οἱ βυζαντινοὶ χρονογράφοι, ὁ Γεώργιος Ἁμαρτωλὸς (μοναχὸς καὶ ἱστορικὸς τοῦ 9οὐ αἰῶνα) καὶ ὁ Γεώργιος Κεδρηνός (χρονογράφος ποὺ ἔζησε στὸ τέλος τοῦ 11ου καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 12ου αἰῶνα) ἔχοντας ὡς πηγὴ τὸ «Πασχάλιον Χρονικὸν» (624 μ.Χ.)[14] καὶ ἐπηρεασμένοι ἀπὸ αὐτό, ἀναφέρονται στὴν παλαιὰ παράδοσι κατὰ τὴν ὁποία ἡ 25η Μαρτίου θεωροῦνταν ὅτι ἦταν ἡ ἡμερομηνία τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου καθὼς καὶ τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ. Στὸ κείμενο του ὅμως γίνεται καὶ λόγος γιὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ὅτι συστάθηκε στὶς 25 Μαρτίου «ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες»[15] χωρὶς νὰ γίνεται συγκεκριμένος λόγος γιὰ αὐτούς. Πρὶν ἀπὸ τὸν Ζ’ αἰῶνα ὅμως εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ Εὐαγγελισμὸς καθιερώθηκε νὰ ἑορτάζεται (ἀόριστα καὶ χωρὶς συγκεκριμένη ἡμερομηνία), ὅταν πλέον εἶχε καθιερωθεῖ ὁ ἑορτασμὸς τῶν Χριστουγέννων στὶς 25 Δεκεμβρίου, δηλαδὴ περὶ τὸν 4ο αἰῶνα.

Ἀποδεικνύεται ἐπίσης ἀπὸ λατινικὰ κείμενα [16] πὼς ἡ παράδοσι αὐτὴ στὴν Δύσι ἔχει συνδέσει ἄμεσα καὶ ταυτίσει τὴν 25η Μαρτίου μὲ τὴν 14η Νισάν καὶ μὲ τὴν ἡμερομηνία τῆς ἰσημερίας, ταυτίζοντας την μάλιστα, ὅπως εἰπώθηκε, μὲ τὴν πρώτη ἡμέρα τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου· τότε δηλαδὴ ποὺ συμβαίνει τὸ ἀπόλυτο ἰσόχρονο ἡμέρας καὶ νύχτας, κρίθηκε πὼς ἦταν καὶ τὸ «πλήρωμα τοῦ χρόνου» γιὰ νὰ ἀποδοθῆ καὶ ὁ ἐρχομὸς στὸν κόσμο τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. Μὲ βάσι δὲ τὴν 14η τοῦ μηνὸς Νισάν – διαφορετικὴ κατ’ ἔτος – καθορίστηκε ὁ ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα, γι‘αὐτό εἶναι καὶ κινητὴ ἑορτή, ἐνῶ μὲ βάσι τὴν 25η Μαρτίου καὶ ἀκριβῶς μετὰ ἀπὸ τὸ 9μηνο, προσδιορίστηκε τὸν 4ον αἰῶνα ὁ ἑορτασμὸς τῶν Χριστουγέννων μὲ σταθερὴ πάντα ἡμερομηνία [17].

Δὲν ὑπάρχει ὅμως καμμία μαρτυρία καὶ ἔνδειξι μέχρι τὸν 7ὂν αἰῶνα ὅτι Εὐαγγελισμός, ὡς σύλληψι -ἐνσάρκωσι τοῦ Χριστοῦ, ἑορταζόταν αὐτόνομα ὡς μία ἑορτὴ μὲ ἐπίσημη λειτουργικὴ θέσι στὸν κορμὸ τοῦ ἐνιαύσιου ἑορτολογίου. Ἴσως, τὸ γεγονὸς ὅτι στὴν βασιλικὴ ποὺ ἔκτισε ἡ Ἁγία Ἑλένη στὴν Ναζαρὲτ τὸ 326\327 [18] καὶ εἶχε ἐνσωματώσει σὲ αὐτὴ τὸ σπίτι τῆς Θεοτόκου ποὺ κατὰ τὴν παράδοσι διαβίωνε καὶ εἶχε δεχθῆ τὸν Εὐαγγελισμό, νὰ ἐπέδρασε γιὰ τὴν σύστασι κάποιας τοπικῆς καὶ μόνο ἑορτῆς [19], χωρὶς νὰ συνιστοῦσε θεσμοθετημένη ἡμερολογιακῶς ἑορτὴ ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ κοινότητα, ἐκπεφρασμένη ἀπὸ ἐπίσκοπο ἢ ἀπὸ τοπικὴ ἢ διευρυμένη Σύνοδο.

Τὸ ἄγνωστο τῆς ἑορτῆς κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες, πείθει καὶ ἡ «ἐπιστολὴ» τῆς προσκυνήτριας Αἰθερίας[20]. Στὸ πόνημα της, ἐνῶ περιέχει λεπτομερῆ περιγραφὴ πολλῶν ἑορτῶν καὶ ἀκολουθιῶν κατὰ τὸ ταξίδι της στοὺς Ἁγίους τόπους ποὺ πραγματοποίησε γύρω στὸ 380-384μ.Χ, δὲν ἔχει καμμία ἀναφορὰ γιὰ τὴν ὅποια ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Λειτουργιολόγοι ἐπίσης τονίζουν πὼς οὔτε στὴν Σύνοδο τῆς Λαοδίκειας (τὸ 364μ.Χ.) γίνεται μνεία γιὰ τὴν ὡς ἄνω ἑορτή, εἰδικὰ στὸν 51ον κανόνα ποὺ ἀπαγορεύει την τέλεσι θείας λειτουργίας κατὰ τὶς ἑορτὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Στὰ μέσα ὅμως τοῦ 5οὐ αἰώνα ἡ ἑορτὴ ἦταν γνωστὴ στὴ Συρία καὶ τὴν Μ'. Ἀσία, ἐνῶ ἡ πρώτη μαρτυρία γιὰ τὴν ὕπαρξι τῆς ἑορτῆς στὴν Κωνσταντινούπολι ἀναφέρεται τὸ 430 ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Πρόκλο καὶ μᾶλλον ἀπὸ τὸ 431 ἡ ἑορτὴ καθιερώθηκε καὶ στὴν πρωτεύουσα νὰ γιορτάζεται τὴν πρώτη ἢ τὴ δεύτερη Κυριακὴ πρὶν τὰ Χριστούγεννα.

Φαίνεται ὅτι ἡ θεσμοθέτησι τῆς ἑορτῆς στὶς 25 Μαρτίου ἐπισυμβαίνει μεταξὺ τοῦ 6ου   καὶ τοῦ 7οὐ αἰῶνα, μὲ ἰσχύουσες ἀκόμη τὶς ἀρχαῖες παραδόσεις οἱ ὁποῖες τὴν τοποθετοῦν ἡμερολογιακὰ πάντα σὲ σχέσι μὲ τὴν ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων καὶ χωρὶς πάλι νὰ γίνεται λόγος μὲ ἀναμφισβήτητη τεκμηρίωσι περὶ ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Ἡ ἐκτίμησι αὐτὴ πηγάζει καὶ ἀπὸ Ὁμιλία: «Εἰς τὴν ἁγίαν Μαρίαν τὴν Θεοτόκον καὶ εἰς τὴν ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Γέννησιν» τοῦ Θεοδότου Ἀγκύρας (; -446), καὶ ὁ ὁποῖος τυγχάνει μέλος τῆς Γ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, φερόμενος ἐναντίον τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου τὸ 431μ.Χ., «μᾶς προϊδεάζει, χωρὶς νὰ παρέχει πληροφορίες γιὰ ἰδιαίτερη ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὅτι τὰ δύο γεγονότα (Εὐαγγελισμὸς καὶ Χριστούγεννα) ἑορτάζονταν μὲ χρονικὴ «συνάφεια» καὶ ἐγγύτητα» [21].

Ἐπίσης καὶ ὁ ἱεροσολυμίτης πρεσβύτερος Χρύσιππος τῆς ἴδιας ἐποχῆς (περίπου 450μ.Χ) ἀπὸ Ὁμιλία του «Εἰς τὴν ἁγίαν Μαρίαν τὴν Θεοτόκον», συνδέει καὶ αὐτὸς τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ μὲ τὰ Χριστούγεννα. Ἀντίθετα στὴν Δύσι τὴν ἴδια πάλι ἐποχὴ ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος (354- 430μ.Χ.) συνδέει ὡς παράδοσι τῆς ἐκεῖ ἐκκλησίας τὴν 25 Μαρτίου μὲ τὴν ἡμέρα τῶν παθῶν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἡμέρα τῆς σύλληψής Του ἐκ τῆς Παρθένου [22].

Ἔτσι ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἐνῶ ὑπάρχουν ἔμμεσες ἀναφορές, ἀκραιφνῶς δὲν συναντᾶται σὲ κανένα κείμενο οὔτε τοῦ 5ου οὔτε τοῦ 6ου αἰώνα χωρὶς τὴν ἀπόλυτη τεκμηρίωσι, μὲ κυριαρχοῦσα πάντως τὴν ἐκτίμησι πὼς αὐτὴ προέκυψε μὲ «σταδιακὴ χρονικὴ διαμόρφωσι» ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 5ου αἰῶνα καὶ μετὰ.[23] Ἄξιον ἀναφορᾶς πάντως εἶναι ἡ ἐπιστολὴ ποὺ ἀπηύθυνε ὁ Ἰουστινιανὸς τὸ 560μ.Χ στοὺς κληρικοὺς καὶ κατοίκους τῶν Ἱεροσολύμων, ἐπειδὴ εἶχε σκοπὸ νὰ ὀργανώσει ἑνιαῖο λειτουργικὸ ἔτος γιὰ τὴν αὐτοκρατορία, ὥστε σύμφωνα μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοσι, νὰ ἑορτάζονται ὁμόφωνα οἱ 4σερις μεγάλες θεομητορικὲς ἑορτὲς ὡς ἑξῆς: «…ὁτιδήποτε ἔχουν ἐξετάσει καὶ ἀποφάσισαν κατὰ τὶς Ἅγιες Γραφὲς οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἐμεῖς ὅλοι κάνουμε αὐτὲς τὶς ἑορτές· τὴν 25η Μαρτίου ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Ἁγίας Θεοτόκου, τὴν 25 Δεκεμβρίου τὴν Γέννησι τοῦ Κυρίου μας ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ τὴν 6 Ἰανουαρίου τὴν θεία Ἐπιφάνεια καὶ τὴ Βάπτισι Του» Μὲ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἰουστινιανοῦ πληροφορούμαστε ἀναμφισβήτητα κατὰ πρώτον  γιὰ τὴν ἐπίσημη ὕπαρξι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ὡς ἑορτὴ στὸ λειτουργικὸ κύκλο (χωρὶς ἑνιαία ἡμερομηνία), καὶ δεύτερον γιὰ τὴν ἐπέκτασι της σὲ ὅλες τὶς λειτουργικὲς ἀνατολικὲς παραδόσεις [24].

Στὸ πνεῦμα αὐτὸ πολλοί θεωροῦν ὅτι ἡ πρώτη ἐπίσημη μαρτυρία τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ προέρχεται ἀπὸ τὴν Δύσι καὶ ἀπαντᾶται στὸ Α΄ Κεφάλαιο τῶν πρακτικῶν τῆς συνόδου τοῦ Τολέδου ποὺ πραγματοποιήθηκε τὸ 656 μ.Χ., ὅμως και εδώ δεν ἀναφέρεται αναντίρρητα ως συγκεκριμένη ἡμερομηνία τῆς ἑορτῆς η 25η Μαρτίου, αλλά βάσιμα εκτιμάται ότι αὐτὴ συνέβαινε λίγο πρὶν ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα.

Ἐπίσημη λοιπὸν ἀναφορά, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πρώτη τοῦ «Πασχαλίου Χρονικοῦ» τοῦ 626 μ.Χ., γίνεται καὶ στὸν ΝΒ´κανόνα τῆς Πενθέκτης ή της ἐν Τρούλλω Συνόδου (τὸ 692 μ.Χ.) σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἀπαγορεύεται ἡ τέλεσι Προηγιασμένης Θείας Λειτουργίας: «Ἐν πάσαις ταῖς τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς τῶν νηστειῶν ἡμέραις, παρεκτὸς σαββάτου καὶ Κυριακῆς καὶ τῆς ἁγίας τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἡμέρας, γινέσθω ἡ τῶν προηγιασμένων ἱερὰ λειτουργία»[25]. Ἄρα ἡ ἑορτὴ μνημονεύεται καὶ ἐδῶ ξεκάθαρα καὶ … ἐνῶ προϋπάρχει αὐτῶν τῶν δύο ἡμερομηνιῶν, δὲν εἶναι δυνατὴ ἡ ἀρχική, ἀκριβής, καθιέρωσί της.

Ὁ καθηγητὴς Λειτουργικῆς Γ. Φίλιας τελικῶς γράφει: «θὰ πρέπει νὰ δεχθοῦμε τὴν θεσμοθέτηση τῆς ἑορτῆς κατὰ τὴν 25η Μαρτίου στὸ μεταίχμιο 6ου- 7ου αἰῶνα [26] ἐνῶ ὁ καθηγητὴς Ι. Φουντούλης θεωρεῖ ὅτι ἡ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τοποθετήθηκε τὴν 25η Μαρτίου, ἀφοῦ πρῶτα εἶχε θεσπισθῆ καὶ καθιερωθῆ ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων τὴν 25η Δεκεμβρίου· δηλαδὴ ὁ Εὐαγγελισμὸς καθορίζεται νὰ ἑορτάζεται ἐννέα μῆνες ἀκριβῶς πρὶν ἀπὸ τὴν Γέννησι τοῦ Χριστοῦ χωρὶς καὶ πάλι ἐπακριβῆ χρονολογική θεσμοθέτησι.[27]

V. Θεολογικὴ προέκτασι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ

Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου ἀναδεικνύεται ὡς κορυφαῖο γεγονὸς στὴν ἱστορία τῆς σωτηρίας, συνδυάζοντας θεολογικὴ βαθύτητα καὶ πνευματικὴ σημασία. Ἡ βιβλικὴ ἀφήγησι, μὲ τὴν ἁπλότητα καὶ τὸ βάθος της, ἀποτελεῖ τὴν βάσι γιὰ μιὰ πλούσια θεολογικὴ ἑρμηνεία ποὺ διαπερνᾶ αἰῶνες ἐκκλησιαστικῆς σκέψης. Ἡ ἔννοια τῆς "Κένωσης τοῦ Λόγου", ἡ ἐλεύθερη συγκατάθεσι τῆς Παρθένου καὶ ἡ ἀποκατάστασι τῆς ἀνθρώπινης φύσης συνθέτουν ἕνα πολύπλευρο θεολογικὸ πλαίσιο. Ἡ ἀφιέρωσι τῆς Μαρίας στὴν ζωὴ τοῦ Ναοῦ, κατὰ τὴν παράδοσι, καὶ ἡ  ἀγάπη της γιὰ τὸν Θεό, φθάνουν σὲ ἕνα τέτοιο ἐπίπεδο εὐλάβειας καὶ ἀφοσίωσης καὶ μίας τέτοιας πνευματικῆς ἐμβάθυνσης, ὥστε ἡ "σύλληψι τοῦ Υἱοῦ" ἔρχεται σὲ αὐτή ὡς ἀπάντησι θείας συγκατάβασης στὴν ἐσωτερικὴ φώτισι καὶ στὸ ἔνθεο βίωμα τῆς ἀφιερωμένης στὴν προσευχὴ ζωῆς της καὶ στὴν ὑπακοὴ της στὶς ἐνέργειες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸ ἡ Παναγία, κατὰ τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, «εἶχε τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος, ἐκ τοῦ πληρώματος τῶν Χαρίτων τοῦ Υἱοῦ τῆς, πρὸ τῆς συλλήψεως, κατὰ τὴν σύλληψι καὶ μετὰ τὴν σύλληψι. Πρὸ τῆς συλλήψεως τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος ἦταν τέλειο, κατὰ τὴν σύλληψι ἦταν τελειότερο, καὶ μετὰ τὴν σύλληψι ἦταν τελειότατο.» [28].

Ἡ πρὸ καὶ μετὰ τὸν καταδικασθέντα Νεστόριο ἐποχή, μὲ τὴν διατύπωσι τῆς «Θεομητορικῆς θεολογίας» ἀπὸ πολὺ ἀξιολόγους πατέρες τῆς Ἐκκλησίας[29], τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου προσλαμβάνει μία ἀρχετυπική  «σωφροσύνη» καὶ «ἀκεραιότητα» ἀρετῆς, ποὺ τὴν κάνει κέντρο τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Πανάμωμος Παρθένος εἶναι ἡ μόνη ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος ποὺ διατήρησε ἀμόλυντο καὶ φωτεινὸ τὸ «κατ’ εἰκόνα» ἐξ αἰτίας τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Μὲ τὴν ἀγαθὴ προαίρεσι καὶ τὴν ἄσκησι της ἐργαζόταν ἐν ἐλευθερία ὅλες τὶς θεοειδεῖς ἀρετὲς σὲ μέγιστο βαθμό. Μόνο στὴν Παρθένο ἔχουμε "πλήρη ἁρμονία φύσεως καὶ ὑποστάσεως".

Ἔτσι ὁ Παῦλος Ευδοκίμωφ τονίζει ὅτι ἡ παρθενικότητα της εἶναι ἴδιον τῆς δομῆς τοῦ εἶναι της, συνδεμένη μάλιστα ὀντολογικὰ μὲ τὸ ἅγιον Πνεῦμα ἡ  Μαρία, παρουσιάζεται ὡς ζωοποιὸς παρηγοριά, ὡς ἡ νέα Εὔα - Ζωή, ποὺ σώζει καὶ διαφυλάσσει κάθε κτίσμα, καὶ ὑψώνεται ἔτσι σὲ εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας ὡς μητρικῆς προστασίας, διαθέτοντας ἄφραστη ἐξουσία, ἔτσι ὥστε πρὶν ἀπ’ ὁποιαδήποτε πρᾶξι, κατανικᾶ τὸ κακό, ὅπου ἀκόμη καὶ ἡ  ἁπλὴ παρουσία τῆς Πανάγνου- Μαρίας εἶναι άβάστακτη γιὰ τὶς δαιμονικὲς δυνάμεις [30].

Ἡ Μαρία- Θεοτόκος στὴν συνείδησι τῶν πιστῶν, ἀνεβαίνει στὸ βάθρο τῆς Σώτειρας, ἡ ὁποία φωτίζει τὸ τριαδικὸ μυστήριο, τὸ ὁποῖο ἀπηχεῖ καὶ ταυτόχρονα ἀντανακλᾶται στὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο: Σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ Θεοτοκία τῆς Κυριακῆς διαβάζουμε: «Πῶς μὴ θαυμάσωμεν, τὸν θεανδρικόν σου Τόκον Πανσεβάσμιε; πεῖραν γὰρ ἀνδρὸς μὴ δεξαμένη  Πανάμωμε, ἔτεκες ἀπάτορα Υἱὸν ἐν σαρκί, τὸν πρὸ αἰώνων ἐκ Πατρὸς γεννηθέντα ἀμήτορα, μηδαμῶς ὑπομείναντα τροπὴν (μεταλλαγή), ἢ φυρμόν (ἀταξία, σύγχυσι), ἢ διαίρεσιν, ἀλλ' ἑκατέρας οὐσίας (τῆς κάθε μίας χωριστὰ) τὴν ἰδιότητα, σώαν φυλάξαντα».

Ἡ πατρότητα τοῦ Πατρὸς μέσα στὸ θεῖο ἔχει τὸ ἀντίστοιχο της στὴν μητρότητα τῆς Θεοτόκου μέσα στὸ νθρώπινο, ὡς εἰκόνα τῆς μητρικῆς παρθενικότητας τῆς Ἐκκλησίας. Τοῦτο ὁδηγεῖ τὸν Κυπριανό Καρχηδόνος (+258), νὰ διατυπώσει τὸ ἀξίωμα : «extra Εcclesiam nulla salus: ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει Σωτηρία» καὶ στὸ ἔργο του ἐπίσης «περὶ Ἑνότητος τῆς ἐκκλησίας» νὰ διακηρύττει: «αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει τὴν Ἐκκλησία ὡς Μητέρα του, οὔτε τὸν Θεὸ μπορεῖ νὰ ἔχει ὡς Πατέρα του. Ὅσο μπόρεσε νὰ σωθεῖ ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸ ὅποιος ἦταν ἔξω ἀπὸ τὴν κιβωτό, ἄλλο τόσο μπορεῖ νὰ σωθεῖ ὅποιος εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία» [31]

Ἡ Ἐκκλησία δηλαδή, δὲν ἀποτελεῖ ἁπλῶς μία θρησκευτικὴ συναγωγὴ ἢ συνάθροισι, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο εἶναι ὁ «καθαγιασμένος» χῶρος τῆς ἴδιας τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου. Μὲ τὴν σύλληψι λοιπὸν καὶ τὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Λόγου, ἡ Παρθένος Κόρη ἔγινε ἡ εἰκόνα τοῦ «καθαγιασμένου χώρου» γιὰ νὰ ὑποδεχθῆ τὸν «ἀχώρητον»[32] καὶ ἡ εἰκόνα τῆς «Πανάγνου», τῆς καθαγιασμένης Ἐκκλησίας, ἐφ’ ὅσον μὲ τὴν εἰδικὴ ἐνέργεια τοῦ Αγ. Πνεύματος καὶ μὲ τὸ ἐλεύθερο θέλημα της, κατὰ τὸν Νικόλαο Καβάσιλα ἐπραγματώθη «τὸ μυστήριον τῆς θείας ἐνανθρώπησης»[33].

Τὸ ὀρθόδοξο δόγμα, ὁμολογεῖ τὸ «ἀειπάρθενον» [34] τῆς Θεοτόκου, διασαφηνίζοντας ὅτι ἡ σύλληψι στὴν Θεοτόκο ἦταν «ἀκατάληπτον», «ὑπερφυσικὸ γεγονός», τονίζοντας συνάμα πὼς μέσω τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καὶ τῆς ἐπακόλουθης ἐνσάρκωσης, ἡ ἀνθρώπινη φύσι δέχεται τὴ θεία ἐνέργεια καὶ χάρι, καθιστώντας δυνατὴ τὴ μέθεξι τοῦ ἀνθρώπου στὴ θεία ζωή. Ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἀναπτύσσοντας αὐτὴ τὴν «ἐν πίστει» θεολογικὴ προοπτικὴ τὸ τονίζει: «Ὁ γὰρ τοῦ Θεοῦ Υἱὸς καὶ Θεὸς διὰ τοῦτο υἱὸς τῆς Παρθένου καὶ ἄνθρωπος γέγονεν… ἵνα θείας φύσεως κοινωνοὶ γενώμεθα. Ἀντίθετα ὁ καταδικασθεὶς Νεστόριος γιὰ νὰ φανῆ ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν ἄνθρωπος καὶ ὄχι «θεά», ἐκφραζόταν γιὰ τὸ θέμα μὲ ἀπόλυτη ὀρθολογιστικὴ θεώρησι, ἔχοντας ὡς γνώμονα καὶ ἀφετηρία τὴν λογικὴ σκέψι: «ὑπὸ ἀνθρώπου δὲ Θεὸν τεχθῆναι ἀδύνατον» (εἶναι ἀδύνατον,να γεννηθῆ θεὸς ἀπὸ άνθρωπο) «Θεοτόκον τὴν Μαρίαν καλείτω μηδεὶς (κανένας νὰ μὴν ἀποκαλεῖ τὴν Μαρία Θεοτόκο), «Μαρία γὰρ ἄνθρωπος ἦν, ὑπὸ ἀνθρώπου δὲ Θεὸν τεχθῆναι ἀδύνατον» (Διότι ἡ Μαρία ἦταν ἄνθρωπος καὶ εἶναι ἀδύνατον νὰ γεννηθῆ θεὸς ἀπὸ ἄνθρωπον) , «τὰ ὁμοούσια τίκτουν ὁμοούσια», ἄποψι ἡ ὁποία βεβαίως ἀμφισβητοῦσε ἄμεσα τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ.  

Φαίνεται πὼς ὁ Νεστόριος ἀγνοοῦσε αὐτὸ ποὺ τόσο ὄμορφα καὶ μὲ στοχασμὸ γνώριζαν καὶ διατύπωναν οἱ ἀρχαῖοι φωτισμένοι σοφοὶ (Πλάτων και Τραγικοί ποιητές κυρίως) καὶ ἀκολούθησαν μὲ "γνωστικὴ πίστι" οἱ πατέρες τῆς ἐκκλησίας: ὅτι ὁ «θεό-λογικός λόγος, θεσπεσίως αὐθαιρετεῖ» καὶ «παραπαίει» (ἐνεργεῖ ἀ-λογα καὶ ὑπὲρ-λογα), στοχεύοντας στὴν ἄρσι τοῦ διάκενου ἀνάμεσα στὸ ἀνθρώπινο καὶ στὸ θεῖο. Εἶναι ὁ ἀφηγηματικὸς τρόπος ποὺ λειτουργεῖ ὡς ὄχημα πίστης γιὰ νὰ διεισδύσει στὸν ὑπερβατικὸ χῶρο καὶ νὰ ψαύσει τὸ αἴνιγμα, τὴν ἀπορία, τὸ θαῦμα, τὸν ἄγνωστο μεταφυσικὸ κόσμο, ὅπου τὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς ἀδυνατοῦν νὰ διαπεράσουν, νὰ συλλάβουν καὶ νὰ κατανοήσουν. Τὸ «ἄνοιγμα τοῦ οὐρανοῦ» καὶ τὸ θαῦμα πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀρχέγονη τελεστική τελετουργία ποὺ ἐνοικεῖ στὸ ἄβατο καὶ στὸ παράδοξο, στὴν παράβασι τοῦ ἔλλογου ὡς ὑπέρτατης πρόκλησης ἐνατένισης τοῦ θείου. Καθίσταται γιὰ τὸν εὐνοϊκὰ-φιλοξενοῦντα τὰ "ἀκατάληπτα" , μία βιωματική «ἀνθρωπομορφικὴ - Θεοφάνεια» καὶ «θεοεπικοινωνία»· εἶναι τὸ «ξυπόλυτο δέος» τοῦ Μωυσῆ ἐνώπιον τῆς φλεγομένης καὶ μὴ καιομένης βάτου, καὶ ἡ προσδοκῶσα ἐναγώνιος ἀκατάλυτη ἐπιθυμία- καὶ ἡ ἀρχέγονη  ὀμορφιὰ συνάμα - τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης νὰ ἀφουγκραστῆ τὴν «σιωπὴ» τοῦ Θεοῦ ἢ τὸ ἠχηρὸ "μήνυμα" του". Μιὰ προσωπικὴ εὐαγγελισμοῦ ἀποκάλυψι. 

Τὸ θαῦμα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ συμβάλλει ἀκριβῶς στὴν «σύλληψι» αὐτοῦ τοῦ «κρυφοῦ τόκου» στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Μὲ τὴν γλώσσα τοῦ Jung εἶναι τὸ «σύμφυτο, ἐγγενές, λανθάνον ὄργανο τῆς ψυχικῆς δομῆς» ποὺ εἰκονίζει τὸ ἀρχέτυπο τῆς Μητέρας. Τὸ ἀρχέτυπο δέ, άνδρας-γυναίκα, animus anima, Ἀδὰμ – Εὔα: ἀναπαύεται στὸ βάθος τοῦ ὑποσυνειδήτου μας ἄθικτο καὶ ταυτόσημο σὲ ὅλες τὶς ἐποχές, καὶ στὶς πιὸ μακρινές, ὅπως ἀκριβῶς καὶ σήμερα. Συνθέτει μάλιστα ἕνα ἐξαίσιο ὑλικὸ τῆς θεμελιώδους σοφίας ποὺ χαρίζει τὶς πιὸ βαθιὲς σχέσεις ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ ὁποῖο καταλαβαίνουμε τὸ μυστήριο τῆς ὑπάρξεως μας, ὅπως αὐτὸ βρίσκεται μέσα στὰ βάθη τοῦ δημιουργικοῦ Εὐ-ἀγγελικοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ[35].

Ὁ Σάββας Ἀγουρίδης (1921-2009, καθηγητὴς τῆς Καινῆς Διαθήκης τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν), θεωρεῖ ὅτι οἱ εὐαγγελιστὲς Ματθαῖος καὶ Λουκᾶς ποὺ ἀναφέρουν τὴν «ἐκ Παρθένου Γέννησιν» τοῦ Ἰησοῦ, ἀκολουθοῦν τὴν Ἰουδαϊκὴ παράδοσι ποὺ θέλει αὐτὸν τὸν «ἀποδεικτικὸ Τύπο» ἔκφρασης «ὅταν θέλει νὰ τονίσει πὼς κάτι ἐντελῶς καινούργιο θὰ συμβῆ στὸν κόσμο ἢ μέσα στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία καὶ γιὰ νὰ δηλώσει πὼς τὸ ἐρχόμενο ὄχι μόνο εἶναι ἀνώτερο ἀπὸ τὸ παλαιὸ ἀλλὰ καὶ ἀπροσδόκητα ἀνώτερης τάξης…. Τὴν ἐξηγητική αὐτὴ προσέγγισι – συνεχίζει ὁ Ἀγουρίδης – τὸν Ἑλληνικὸ "Τύπο" τόν συναντᾶ κανεὶς μέσω τῆς μυθολογίας μὲ τὴν συνεύρεσι γυναικὸς μὲ κάποιον θεό, ἐνῶ για τὸν Ἰουδαϊκὸ ἀνατρέχεις στὴν παράδοσι τῶν «Ἀποκρύφων» κειμένων, ὅπως π.χ. στὸ «Β’ Ἐνώχ» ἢ στὸ «Γενέσεως Ἀπόκρυφον», ποὺ ἀνήκει σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ δερματίνους δέλτους ποὺ βρέθηκαν στὸ σπήλαιο τῆς νεκρᾶς θαλάσσας (Κουμράν) τὸ 1947, τὰ ὁποῖα τονίζουν ἀκριβῶς : ὅτι μὲ τὴν «παράδοξη- ὑπερφυσικὴ» γέννησι τοῦ Νῶε, (ὁ ἐγγονὸς τοῦ Μαθουσάλα), «ὁ Κύριος θὰ ἐπιτελέσει νέον ἔργον ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπως τὸ ἔχει δῆ σὲ ὅραμα ὁ Ἐνώχ …»[36].

Ἐπιπρόσθετα, ὁ καθηγητὴς Χρυσόστομος Σταμούλης σημειώνει, μὲ θεολογικὴ φυσικὰ ἔκφρασι, πὼς ἐκεῖνο ποὺ προξενεῖ ἀμφισβήτησι καὶ ἄρνησι τοῦ μυστηρίου τῆς Θεοτόκου, εἶναι «ἡ ἀδυναμία παραδοχῆς τοῦ θαύματος, ἡ ἀπόλυτη πίστη στὸν κτιστὸ ἑαυτὸ καὶ ἡ ἄρνηση νὰ δεχτοῦμε αὐτὸ τὸ κάτι ποὺ ὑπερβαίνει τὴν κτιστότητα, αὐτὴ τὴ θεία πνοὴ ποὺ εἶναι ἡ μόνη ποὺ σώζει». Εἶναι φυσικὰ ἕνα τμῆμα πατερικῆς διδαχῆς: «Ἀφοῦ δὲν δέχονται τὴ θεότητα στὸν Χριστό, γιὰ ἐκείνους, (τοὺς ἀρνητὲς) ὁ θεὸς παραμένει «deus secretus» καὶ ὄχι «deus publicus», (θεὸς μυστικὸς καὶ ὄχι ὁλοφάνερος, δημόσιος), ὅπως θὰ 'λεγε ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος»[37].   Ἑπομένως πρόκειται γιὰ μιὰ «λανθάνουσα» μετακίνηση ἀπὸ τὴν Χριστολογία στὸ χῶρο τῆς ἠθικῆς ποὺ δίχως ἄλλο γιγάντωσε τὸν ἠθικισμό ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς θεολογίας καὶ χάθηκε ἀπὸ τὰ μάτια μας τὸ κατεξοχὴν θαῦμα· τουτέστιν τὸ μυστήριο τῆς ὑποστατικῆς ἕνωσης, τὸ ὁποῖο, εἶναι τὸ μόνο ὑπεύθυνο γιὰ τὴν ἄρσι τῆς ἀναγκαιότητας τοῦ θανάτου στὸν Χριστὸ[38]

Σύμφωνα δέ, μὲ τὸν Γιάκομπ Μπέμε (Γερμανὸς φιλόσοφος, χριστιανὸς μυστικιστὴς καὶ θεολόγος) «Ὁ Ἀδὰμ μὲ τὴν «πτωτικὴ παρακοὴ» ἀπὸ τὸν Παράδεισο, ἔχασε τὴν Παρθένο καὶ ἀπέκτησε τὴν γυναῖκα». Δὲν κάνει λόγο γιὰ τὸ «αἰώνιο θῆλυ», ἀλλά γιὰ τὸ «αἰώνιο παρθενικὸ στοιχεῖο», ὡς τὸ «ὑπαρξιακὸ ἀρχέτυπο» τῶν πρωτοπλάστων ποὺ ὁλοκλήρωνε τὴν ἀνθρώπινη φύσι. Ἡ ἀπώλεια μὲ τὴν πτῶσι τῆς ἀρχικῆς παρθενικότητος εἶχε ὡς συνέπεια τὴν καταστροφὴ τῆς ἐσωτερικότητας καὶ τῆς ἐξωτερικότητας ὅλων τῶν πολωτικῶν στοιχείων τῆς παρακοῆς. Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου προμηνύει τὸ πέρασμα σὲ μιὰ ἄλλη ὑπαρξιακὴ κατάστασι τοῦ ἀνθρώπου, σὲ ἐκείνη τῆς παρθενικῆς ἀποκατάστασης τοῦ ἀνθρωπίνου ὄντος: σὲ μιὰ νέα «θεοκοινωνία» ποὺ εἶχε τρωθῆ. Τὸ «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτο μοι κατὰ τὸ ρῆμα σου» (Λουκ. 1:38), τῆς Παναγίας, ἐκφράζει τὴν συνολικὴ ἀνθρώπινη «ἔνοχη συνείδησι» ποὺ νοσταλγεῖ καὶ ἐπιθυμεῖ πλέον εὔβουλα – ὡς ἡ Νέα Εὔα - νὰ μετάσχει στὸ «προαιώνιο σχέδιο» ἐπανένωσης μὲ τὴν τρυφὴ τοῦ «χαμένου παραδείσου», τῆς «ἀρχικῆς δηλ. παρθενικότητος», ποὺ ἦταν τότε ἀκόμη ἀσύνειδη καὶ εὔθραυστη, ὅταν ὁ Θεός, κατὰ τὴν ὡραία εἰκόνα τῆς βιβλικῆς διήγησης , τὸ δειλινὸ ἦλθε στὸν παράδεισο γιὰ νὰ δῆ τὸν ἄνθρωπο[38].

Στὴν σχέσι τῆς παραδείσιας παρακοῆς καὶ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, τὸ λατινικὸ δόγμα δέχεται τὴν «ἄσπιλον σύλληψι» τῆς Θεοτόκου, δηλαδὴ ὅτι γεννήθηκε «κατ’ ἐξαίρεσιν» ἀπὸ τὴν κοινὴ ἀνθρώπινη μοῖρα, χωρὶς τὴν ἐνοχὴ τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος καὶ ὅτι ἀνελήφθη κατόπιν, ὅπως ὁ Χριστὸς στοὺς Οὐρανούς, μὲ σῶμα ἄφθαρτο, πνευματικὸ καὶ ἄυλο, «συγκαθήμενη» ἰσότιμα μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα, ὑπερεξαίροντας τὸ πρόσωπο της σὲ «θεοποίησι» καὶ ὁδηγούμενοι ἔτσι στὴν «Μαριολατρεία». Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ γίνεται ἀπὸ τοὺς πιστοὺς της μὲ τὰ τέσσερα δάκτυλα καὶ ὄχι μὲ τὰ τρία.

Κατὰ τὴν ὀρθόδοξη ἄποψι, ὁ ἐξαγνισμὸς ἀπὸ τὸ «προπατορικὸ στίγμα» τῆς πτώσης, συνέβη ὅταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ εἶπε κατὰ τὸν Εὐαγγελισμὸ Της «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ» (Λουκ. 1, 35), ὅμως ὑπόκειται ὡς ἄνθρωπος στὴν φυσικὴ φθορὰ καὶ τὸν θάνατο. Γι’ αὐτὸ στὴν Ὀρθοδοξία τιμᾶται μὲ ἑορτὴ καὶ ἡ «Κοίμησις τῆς Θεοτόκου», ἡ ὁποία περιλαμβάνει τὸν φυσικὸ θάνατο καὶ τὸν ἐθιμικὸ ἐνταφιασμὸ τῆς Θεοτόκου καὶ ὕστερα τοποθετεῖται ὡς «Παναγία» μὲ τὴν ἀνάστασι της καὶ τὴν ἄνοδο της στοὺς οὐρανούς. Ἔτσι μὲ τὸν Εὐαγγελισμὸ της καὶ ἐξαγιάσθη καὶ δὲν ἀπαιτήθηκε ἡ Βάπτισι της οὔτε ἡ μετοχὴ της σὲ Πεντηκοστή.

IV. Ἐπιλογικά:

Στὴν 25η Μαρτίου ἑορτάζουμε μὲ ὑπερηφάνεια καὶ βαθιὰ συγκίνησι, καὶ τὴν ἐπέτειο τῆς ἐθνικῆς παλιγγενεσίας, τὴν ἐπανάστασι τοῦ '21. Εἶναι ἡ μεγάλη ἡμέρα, ποὺ ἀποτελεῖ τὸν ἐνιαυτό τοῦ "Κυρίου" καὶ συγχρόνως τὸν ἐνιαυτό τῶν Ἑλλήνων. Ὁ συνδυασμὸς τῶν δύο γεγονότων ποὺ γιορτάζομε σήμερα, τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου καὶ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης, ἀποτελεῖ βαθύτατο συμβολισμὸ τῆς ἐννοίας τῆς ἐλευθερίας, ποὺ δὲν εἶναι ὅ,τι ἁπλῶς λέμε πολιτικὴ ἐλευθερία καὶ ἐθνικὴ ἀνεξαρτησία, ἀλλὰ "τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ Κεφάλαιον". Δύο χαῖρε ἀποτελοῦν τὸ μεγάλο νόημα της. Τὸ "Χαῖρε καὶ Κεχαριτωμένη Μαρία" καὶ τὸ "Χαῖρε ὦ Χαῖρε Ἐλευθερία". Τὸ πρῶτο προφέρεται ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Ἀγγέλου καὶ "Εὐαγγελίζεται" τὴν ἐνσάρκωσι τοῦ Θείου Λόγου καὶ τὴ λύτρωσι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας, ἐνῶ τὸ δεύτερο προφέρεται ἀπὸ τὸν ἐθνικὸ μας ποιητὴ καὶ εὐαγγελίζεται τὴν λύτρωσι τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς δουλείας.

Στὴν συγκεκριμένη ἡμερομηνία συμπυκνώνει τὸ Ἑλληνικὸ Ἔθνος τὴν ἀπόφασι του νὰ καταθέσει τὴ ζωὴ του, σὰν ἐνέχυρο τῆς ἐλευθερίας του. Μπροστὰ στὰ μάτια τῆς ἔκπληκτης Εὐρώπης ποὺ ἀναπαύεται στὸν τότε εὐδαιμονισμὸ της, στὶς συνθῆκες καὶ στὶς κατ’ εὐφημισμὸ "ἱερὲς συμμαχίες" της καὶ ἐνῶ σ' ὁλόκληρη τὴν σκλαβωμένη Ἑλληνικὴ γῆ "ὅλα τὰ' σκιάζε ἡ φοβέρα καὶ τὰ πλάκωνε ἡ σκλαβιά", ἡ πολεμικὴ κραυγὴ τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ '21, "Ἐλευθερία ἢ Θάνατος", τὸ νέο αὐτὸ Ἴτε Παῖδες Ἑλλήνων", διαπέρασε τὰ τείχη τοῦ δεσποτισμοῦ, τοῦ αὐταρχισμοῦ καὶ τῆς δουλείας καὶ διατράνωσε σ' ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα, ὅτι οἱ Ἕλληνες γνήσιοι ἀπόγονοι ἔνδοξων προγόνων, εἶναι ἀποφασισμένοι νὰ ζήσουν ἐλεύθεροι ἢ νὰ πεθάνουν. Οἱ Ἕλληνες, παρὰ τὸ βάρος τῆς δουλείας τεσσάρων αἰώνων, πάντα ἀδούλωτοι στὴ ψυχὴ καὶ τὸ πνεῦμα, ξεσηκώθηκαν γιὰ μιὰ ἀκόμα φορά, στὶς 25 Μαρτίου 1821, διεκδικώντας τὸ πολυτιμότερο ἀνθρώπινο ἀγαθό, τὴ ΛΕΥΤΕΡΙΑ, ἀναφωνώντας καὶ τὸ «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια, ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια, ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε…» καὶ τὸ «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ Κεφάλαιον, καὶ τοῦ ἀπ᾽ αἰῶνος Μυστηρίου ἡ φανέρωσις· ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται, καὶ Γαβριὴλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται».

 Σημειώσεις

  1. Μητρ. Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος, Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου, www.pemptousia.gr/2021/03/

2.       Ὁ Χρῆστος Γκότσης εἶναι θεολόγος-συγγραφέας, ὁ ὁποῖος ἀσχολήθηκε ἐπισταμένως μὲ τὴν ἑρμηνεία τῶν ἁγίων εἰκόνων σὲ δύο βιβλία:. Ὁ μυστικὸς κόσμος τῶν βυζαντινῶν εἰκόνων, εκδ. Απ. Διακονίας, 2002

  1. Ὅταν ὁ Ὀδυσσέας γυρίζοντας στὴν Ἰθάκη, φιλοξενεῖται ἀπὸ τὸν βοσκὸ Εὔμαιο στὴν καλύβα του, ὁ ὁποῖος χωρὶς νὰ τὸν ἀναγνωρίσει, τοῦ περιγράφει τὴν ἀλαζονεία τῶν μνηστήρων καὶ παρὰ τὸν θαυμασμὸ καὶ τὴν ἀγάπη στὸν κύριό του (Ὀδυσσέα), ἐκφράζει τὴν ἀπογοήτευσι του, πὼς ἐκεῖνος ἔχει χαθῆ γιὰ πάντα καὶ δὲν πρόκειται νὰ γυρίσει στό σπίτι του. Καὶ ὁ μεταμφιεσμένος Ὀδυσσέας τοῦ ἀπαντᾶ, βεβαιώνοντας τον μὲ ὅρκο ὅτι ἔχει χαρμόσυνες πληροφορίες (εὐαγγέλιον), καὶ πὼς θὰ ἐπιστρέψει σύντομα στὸ σπίτι του: Ὁμήρου Ὀδύσσεια, ξ,152, και ξ, 166, Οδ. : ὡς νεῖται Ὀδυσσεὺς· εὐαγγέλιον δέ μοι ἔστω / αὐτίκ᾽, ἐπεί κεν κεῖνος ἰὼν τὰ ἃ δώμαθ᾽ ἵκηται·…./Ευμ. : «ὦ γέρον, οὔτ᾽ ἄρ᾽ ἐγὼν εὐαγγέλιον τόδε τίσω,/ οὔτ᾽ Ὀδυσσεὺς ἔτι οἶκον ἐλεύσεται· / ἀλλὰ ἕκηλος πῖνε,…μετφ.: Οδ. Ἀλλὰ κι' ἐγὼ δὲν σοῦ λέω ψέματα , ὅρκο θὰ πάρω ὅτι ὁ Ὀδυσσέας θὰ γυρίσει σπίτι του. Τότε θὰ περιμένω τὰ χαρούμενα νέα (εὐαγγέλιον) μόλις ἐκεῖνος ἐπιστρέψει σπίτι του. Ευμ. «Γέροντα (ἀπευθύνεται στὸν μεταμφιεσμένο Ὀδυσσέα), ἐγὼ μὲ εὐχάριστες εἰδήσεις (εὐαγγέλιον) δὲν θὰ σὲ ἀνταμείψω, καὶ οὔτε (πιστεύω) ὅτι ὁ Ὀδυσσέας πρόκειται σπίτι του νὰ γυρίσει, πίνε ἥσυχος τὸ κρασὶ σου» Ἐπίσης ἡ λέξι ἀπαντᾶται καὶ στὸν Πλούταρχο: Plutarchus Biogr., Phil., De gloria Atheniensium (345c–351b) «οἷς εὐαγγέλιον ὀφείλουσιν οἱ πρώτως ἐντυγχάνοντες καὶ ἱστοροῦντες» Σ’ αυτούς (τους συγγραφείς) οφείλουν κατ’ αρχάς οι αναγνώστες και οι αφηγητές την καλή (χαρούμενη) είδησι 2. Plutarchus Biogr., Phil., Demetrius “Plutarchi vitae parallelae, vol. 3.1, 2nd edn.”, Ed. Ziegler, K. Leipzig: Teubner, 1971.Chapter 17, section 6, line «ὁ δ' Ἀντίγονος “καὶ σὺ νὴ Δία χαῖρε” εἶπεν· “οὕτω δ' ἡμᾶς βασανίσας δίκην ὑφέξεις· βράδιον γὰρ ἀπολήψῃ τὸ εὐαγγέλιον». Ὁ Ἀντίγονος εἶπε (εἰρωνικὰ), Χαῖρε καὶ σὺ μὰ τὸν Δία. Ἔτσι ἀφοῦ μᾶς βασανίσεις θὰ ἀπολογηθοῦμε στὶς κατηγορίες, ἐπειδὴ εὔκολα θὰ ἀποκαλύψεις τὶς εὐχάριστες (ἀπαραίτητες) πληροφορίες.

4.       π.χ. τὴν ἐκπλήρωσι τῆς προφητείας τοῦ Ἠσαΐα γιὰ τὴν Παρθένο, ὅτι θὰ γεννήσει τὸν Ἐμμανουὴλ, Ματθ. α', 22-23, θέμα που μεταφέρεται και στην υμνολογία της εορτής: Δεῦρο Προφητῶν, Ἡσαΐα καὶ φράσον, τοῦ Ἐμμανουήλ, τὴν ἄσπορον λοχείαν, πῶς ἡ Παρθένος, φωνῇ θείου Ἀγγέλου, ἐν μήτρᾳ ἔσχε, Θεὸν ἀπειρογάμως· ὢ ξένον τέρας, καὶ ἀνήκουστον πάνυ! Τροπ. Θ’ Ωδής

5.       Θεόδωρος Κ. Πιτταρᾶς, ΘΕΟΔΟΤΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΓΚΥΡΑΣ, Ὁ μετριοπαθής ἐκφραστής τῆς Πατερικῆς Παράδοσης στήν Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Ἐφέσου, Θεσσαλονίκη 2024, σελ.364-65

6.       Ὁ “Ταλμοὺδ” εἶναι ὁ θεμελιώδης πνευματικὸς ὁδηγὸς γιὰ τὴν Ἰουδαϊκή σκέψι. Γιὰ τὸν ὀρθόδοξο ἰουδαϊσμὸ εἶναι ἡ διδασκαλία (τὸ θεολογικὸ καὶ ἠθικὸ μέρος της) μείζονος σημασίας μὲ συλλογὴ σχολίων ἀπὸ καταξιωμένες θρησκευτικὲς προσωπικότητες, "πατέρες" τους, ἐπὶ τῶν πηγῶν τῆς πίστης τους μὲ ἄμεση ἀναφορὰ στὴν καθημερινή πρακτικὴ ἐφαρμογὴ τοῦ βίου τῶν μελῶν τῆς πιστεύουσας κοινότητας διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Ἀπὸ τὸ ὀπισθόφυλλο τοῦ «Ταλμοὺδ» τοῦ Κώστα Ζάρρα, εκδ. Έννοια

7.       Ὁ Ἰώσηπος Φλάβιος ἦταν Ἑβραῖος λόγιος, ἱστορικὸς καὶ ἁγιολόγος, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὴν Ἱερουσαλὴμ - τότε μέρος τῆς ρωμαϊκῆς Ἰουδαίας - ἀπὸ πατέρα ἱερατικῆς καὶ μητέρα βασιλικῆς καταγωγῆς, γεννήθηκε λίγο πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν πρῶτο χρόνο τῆς βασιλείας τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορα Καλιγούλα. Στὰ ἔργα του προστρέχουν ὅσοι θέλουν νὰ ἀντλήσουν πληροφορίες γιὰ τὴν γεωγραφία καὶ ἰδίως γιὰ τὴν κοινωνικο-πολιτική καὶ θρησκευτικὴ ζωὴ καὶ κατάστασι σὲ μιὰ εὔφλεκτη περιοχὴ ποὺ ἐπικρατοῦσε τότε στὴν Παλαιστίνη ὑπὸ τὴν ρωμαϊκὴ κυριαρχία, τὸν 1ον π.Χ. καὶ τὸν 1ον μ.Χ. αἰώνα.

8.       «Ἐπειδὴ γὰρ ἔφασκεν ἡ ἁγία Παρθένος…δεικνύς καὶ διδάσκων ὅτι γέγονε μὲν ὑπουργὸς τῆς οἰκονομίας αὐτῆς τεκοῦσα τὴν σάρκα, φύσει δε καὶ ἀληθείᾳ Θεὸς ἦν, καὶ Υἱὸς τοῦ ἐν οὐρανοῖς ὄντος Πατρός…» Κυρίλλου Αλεξανδρείας, λόγος εις Λουκάν PG, 72, 509 Α’. επίσης στον τόμο PG 74, 1032 C: σε κείμενο πάλι του Κυρίλλου ύμνος για την Παναγία με το ίδιο θέμα./ και ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Έκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, Γ’ βιβλίον ιβ’ Κατά Νεστοριανών, ότι Θεοτόκος η αγία Παρθένος, σελ.125

9.       Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Ομιλία PG 74, 1032 C, και Χρυσόστομος Α. Σταμούλης, Θεοτόκος και ορθόδοξο δόγμα, σελ.38, και Χρυσ. Α. Σταμούλης, Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΗΘΙΚΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ. Το παράδειγμα της παρθενίας της Θεοτόκου., antidosis.wordpress.com/2021/12/28

10.    Γρ. Παλαμά, Ομιλία, ΝΓ΄, ΕΠΕ, «τὸ ἀδαμιαῖον κώδιον ἔδωκεν ἐκ τῆς γαστρός» (ἔδωσε ἀπὸ τὴν κοιλιὰ της τὸν δερμάτινο χιτῶνα (κάλυμμα) στν Χριστό, τομ. 11, σελ. 302.

11.    ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Αυτόθι, σελ.125’  

12.    Γρ. Παλαμά, Ομιλία ΙΔ΄, PG 151, 177AB: «αὕτη μόνη μεθόριόν ἐστι κτιστῆς καὶ ἀκτίστου φύσεως· καὶ αὐτὴν εἴσονται τοῦ άχωρήτου χώραν ὅσοι δὴ γινώσκουσι Θεὸν καὶ αὐτὴν ὑμνήσουσι μετὰ Θεὸν ὅσοι τὸν Θεὸν ὑμνοῦσιν. Αὕτη καὶ τῶν πρὸ αὐτῆς αἰτία καὶ τῶν μετ’ αὐτὴν προστάτις καὶ τῶν αἰωνίων άγαθῶν πρόξενος»

13.    Ἱλαστήριον τοῦ κόσμου (τὸ μέσον ἐξιλέωσης), χαῖρε ἄχραντε Δέσποινα· χαῖρε κλῖμαξ γῆθεν (ἀπὸ τὴν γῆ), πάντας ἀνυψώσασα χάριτι· χαῖρε ἡ γέφυρα ὄντως, ἡ μετάγουσα (ὁδηγεῖς), ἐκ θανάτου, πάντας, πρὸς ζωὴν τοὺς ὑμνοῦντάς σε. Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς. Τροπ. Δ’ Ωδής

14.    «Πασχάλιον Χρονικόν», (ἢ Ἀλεξανδρινὸ Χρονικὸ ἢ Χρονικὸ τῆς Κων/πολης) εἶναι ὁ συμβατικὸς τίτλος ἑνὸς ἀπὸ τὰ σπουδαιότερα κείμενα τοῦ λογοτεχνικοῦ εἴδους τῆς βυζαντινῆς Χρονογραφίας, τὸ ὁποῖο περιέχει κατὰ χρονολογικὴ σειρὰ τὰ ἱστορικὰ γεγονότα ἀπὸ κτίσεως κόσμου μέχρι τὸ ἔτος 629 μ.Χ., ἂν καὶ ἡ ἀφήγησι σταματᾶ στὸ ἔτος 627 ἐπειδὴ λείπει τὸ τέλος της. Τὸ χρονικὸ θὰ πρέπει νὰ γράφτηκε λίγο μετὰ τὸ 629 καὶ ὁ συγγραφέας του ἦταν μᾶλλον κληρικός, ἀπὸ τὸν κύκλο τοῦ πατριάρχη Σεργίου Κων/λεως (610-638). el.orthodoxwiki.org/ Πασχάλιο Χρονικό

15.    «Ἐν ταύτῃ τοίνυν τῇ ἡμέρα, λέγω δέ τῇ κε' τοῦ κατὰ Ῥωμαίους Μαρτίου μηνός, παραλαβοῦσα ἀπὸ τῶν θεοφόρων διδασκάλων, ἑορτάζει τὸν εὐαγγελισμὸν τῆς ἁγίας Δεσποίνης ἡμῶν ἐνδόξου Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας ἡ τοῦ Θεοῦ Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία (PG 92, 488C.

16.    Muratori, Anecdota Latinitatis, III, σ. 75, και PL 129, 1312· « […] mense primo VIII Kal. Apr., luna XIV noctis initio Hebreos claruit agni sacrificium peregisse. Passum autem D. N. J. C. peractis IICCXXVIII annis ab ortu mundi, quod gestum est inchoante XXIX anno, non potest dubitari, VI feria id est VIII Kal. Apr. crucifixus est et sepultus». COSTENA CRISTINA ROGOBETE, Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ, ΘΕΣΣΑΛΟNIKH 2009, σελ. 51

17.    Τὸ 354μ.Χ. ἤδη, Γέννησι τοῦ Χριστοῦ  περιλαμβάνεται στὸ Ἡμερολόγιο τοῦ Φιλόκαλου (ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀρχαιότερους κώδικες ποὺ διασώζονται, τοῦ 4ου αἰῶνος) ως καθιερωμένη εορτή στὴν 25ἡ Δεκεμβρίου, ὡς ἀντιστάθμισμα στὰ παγανιστικὰ δημοφιλῆ γενέθλια τοῦ θεοῦ Ἥλιου, Μίθρα, τὰ γνωστὰ ὡς Natalis invicti Solis, δηλ. «γέννησι τοῦ ἀνίκητου Ἥλιου».

18.    ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ, ΣΑΛΜΑΝ ΛΙΛΙΑΝ 7259 ΣΕΜΠΤΕΒΡΙΟΥ 2014, σελ.48

19.    ΙΩ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ, Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου Θ'.Ἡ. Ἕ., τόμ. 5ος σελ. 980-985. /και « Πριν από τη θεσμοθέτηση της εορτής, είχε δημιουργηθεί (με κέντρο αυτό το ναό , της Βασιλικής στην Ναζαρέτ) κάποια τιμή προς το γεγονός του Ευαγγελισμού (όχι, όμως, εορτή, διότι το Οδοιπορικό της Αιθερίας ουδέν αναφέρει»/ .Γ. Φίλιας, Εορτολογία, Ενότητα 6: Θεομητορικές Εορτές. / και Οι Θεομητορικές Εορτές στη Λατρεία της Εκκλησίας, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, από βιβλιοθήκη «Πορφυρογέννητος»: «οι ανασκαφές απέδειξαν ότι στα θεμέλια της βυζαντινής βασιλικής, ανακαλύφθηκε στήλη επί της οποίας ήσαν χαραγμένες οι λέξεις «χαίρε Μαρία»

20.    Τὸ «Ὁδοιπορικὸ τῆς Αἰθερίας», εἶναι ἐπιστολὴ μιᾶς μᾶλλον Μοναχῆς, ὀνόματι Αἰθερία (κατ' ἄλλους Εὐχερία, ἢ Ἠγερία) πρὸς τὶς ἀδελφὲς της στὴ Γαλλία, στὴν ὁποία καταγράφει τὶς ἐντυπώσεις της ἀπὸ ἕνα προσκυνηματικό ταξίδι ποὺ πραγματοποίησε τὸ 381 μέχρι τὸ 384 στοὺς ἁγίους τόπους τοῦ Σινᾶ, τῆς Αἰγύπτου τῆς Παλαιστίνης καὶ τῆς Μεσοποταμίας.

  1. Γ. Φίλιας, Οι Θεομητορικές Εορτές στη Λατρεία της Εκκλησίας, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, κείμενο από βιβλιοθήκη «Πορφυρογέννητος»

22.    De Trinitate, PL XLII, V, 894, IV: Λεπτομέρειες για το θέμα στην COSTENA CRISTINA ROGOBETE, Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ, ΘΕΣΣΑΛΟNIKH 2009, σελ.43 και εξής

23.    Γ. Φίλιας, Οι Θεομητορικές Εορτές , Αυτόθι

24.    COSTENA CRISTINA ROGOBETE. Αυτόθι, σελ.78

  1. Ἐπίσης στὸν 1° κανόνα τῆς Πενθέκτης Συνόδου ἀναφέρεται καὶ ὁ ὅρος «Θεοτόκος» καὶ ὁ ὅρος «ἀειπάρθενος», ὡσαύτως καὶ ὁ ἐπιθετικὸς προσδιορισμὸς «ἄχραντος» στοὺς κανόνες 1 καὶ 79 τῆς ἴδιας Συνόδου, ἐνῶ ἡ φράσι «Eύαγγελισμός τῆς Θεοτόκου» στὸν 52ο κανόνα, ὅπως εἰπώθηκε. Ἐπιπλέον στὸν 79ο κανόνα τῆς ὡς ἄνω Συνόδου ἐμπεριέχονται καὶ οἱ ὅροι Παρθένος (δύο φορὲς) καὶ Παρθενομήτωρ. Ἐπιπροσθέτως στὸν ὡς ἄνω κανόνα ἐνυπάρχει καὶ ὁ θεολογικὸς ὅρος «ἀλόχευτος τόκος». Φίλιππος Τακόπουλος, Ή Θεοτόκος Μαρία στήν Κανονική Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ΘΕΟΛΟΓΙΑ, 3/2015

26.    Γ. Φίλιας, Οι Θεομητορικές Εορτές , Αυτόθι

27.    ΙΩ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ, Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου Θ'.Ἡ. Ἕ., τόμ. 5ος σελ. 981

28.    Μητρ. Ναυπ. καὶ Ἁγ. Βλ. Ἱερόθεος, Ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου, β’, www.pemptousia.gr/2021/03

29.    Ἡ ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία ἔχει νὰ παρουσιάσει πλῆθος ὁμιλιῶν καὶ κειμενικῶν ἔργων ἀπὸ διαφόρους πατέρες τῆς ἐκκλησίας - καὶ διαφορετικῆς ἐποχῆς - ποὺ ἀνέλαβαν τὴν δογματικὴ διατύπωσι γιὰ τὴν Θεοτόκο. Ἐνδεικτικὰ εἶναι καὶ οἱ κάτωθι: Ερηναος Λουγδούνου(Λυών), λέξανδρος λεξανδρείας, ὁ ὁποῖος εσήγαγε κα τν ρο Θεοτόκος, πιφάνιος Κύπρου, μβρόσιος Μεδιολάνων, Γρηγόριος Θεολόγος, Γρηγόριος Νύσσης, ωάννης Χρυσόστομος, Αγουστίνος, Κύριλλος λεξανδρείας, ὁ ὁποῖος κατεξοχὴν δογμάτισε γιὰ τὴν Θεοτόκο στοὺς κατὰ Νεστορίου λόγους του καὶ συνέβαλε στὴν διασαφήνισι τῆς ὀρθοδόξου πίστεως κατὰ τὴ Γ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (431), ὅπου καὶ πλέον διακηρύχθηκε ὅτι: «ὁμολογοῦμεν τὴν ἁγίαν παρθένον Θεοτόκον, διὰ τὸ τὸν θεὸν Λόγον Σαρκωθῆναι καὶ ἐνανθρωπῆσαι καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς συλλήψεως ἑνῶσαι ἑαυτῷ τὸν ἐξ αὐτῆς ληφθέντα ναὸν». Πάνω στὸ δόγμα τῆς Γ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου στηρίχθηκαν τὰ μετέπειτα ὑμνολογικά κείμενα, τὰ ὁποῖα ἐξέφρασαν μὲ ἀπαράμιλλη τέχνη τὴν εὐσέβεια καὶ τιμή τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ στὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. ιδέ: Φίλιππον Τακόπουλον, …, ΘΕΟΛΟΓΙΑ, 3/2015

30.    Παύλος Ευδοκίμωφ, ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, 17.Η ΜΑΡΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, εκδ. ΠΟΥΡΝΑΡΑ, σελ.202- 209

  1. Cyprianus Carthaginensis – Liber de Unitate Ecclesiae , On the Unity of the Church (Περὶ τῆς Ἑνότητος τῆς ἐκκλησίας), κεφ. 6, σελ. 741

32.    « τν χώρητον Θεόν, ν γαστρ χωρήσασα, κα χαρὰν τ Κόσμ κυήσασα…», εἱρμός, 9ης ὠδῆς, Μ'. Δευτέρα ἑσπέρας

  1. γιος Νικόλαος Καβάσιλας, Ες τν Εαγγελισμν τς περαγίας Δεσποίνης μν κα ειπαρθένου Μαρίας κείμενο, μετάφραση, εἰσαγωγή, σχόλια: Παν. Νέλλας, Σειρὰ «Ἐπὶ τὰς Πηγάς», ἔκδ. Ἀπ. Διακονίας, Ἀθῆναι 1995.users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/agios_nikolaos_kabasilas. Τὸ ἀπολυτίκιο τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἀρχίζει μὲ τὸ «Ἐν τῇ γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας». Παρατηρεῖ ἐπίσης κανεὶς ὅτι καὶ «στὶς εἰκόνες ἡ Παναγία ἔχει στὴν κεφαλὴ καὶ στοὺς ὤμους τρία ἄστρα ποὺ μαρτυροῦν τὴν παρθενία της πρίν, κατὰ καὶ μετὰ τὴν γέννηση καὶ δηλώνουν τὴν ἀπόλυτη ἁγνότητα τῆς. Ἡ ἐπιμονὴ τοῦ δόγματος στὴν αἰώνια παρθενία τονίζει τὴν ἐνεργὸ κατάσταση τῆς «καινῆς φύσεως» καὶ τὸ συντελεσμένο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας: «Οὐκοῦν αὕτη μόνον μεθόριον ἐστὶ κτιστῆς καὶ ἀκτίστου φύσεως» (Ἅγιος Γρηγ. Παλαμάς, Ρ. G. 151, 4.72 Β), δηλαδή το κτίσμα πεπληρωμένο χάριτος καί ολοκληρωτικά θεωμένο.: Παύλος Ευδοκίμωφ, ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, 17. Η ΜΑΡΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, εκδ. ΠΟΥΡΝΑΡΑ, σελ.202- 209

34.    Εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρουσα και ἡ «γλωσσικὴ ὁμολογία» τῆς ὀρθοδόξου ὑμνολογίας γιὰ τὸ θέμα. Σταχυολογοῦμε μερικοὺς στίχους μόνο ἀπὸ τὴν ἑορτὴ τῶν Ἀπόκρεω (Τριωδίου): «Τν ραιότητα τς παρθενίας Σου» (Ἀκολουθίας τῶν Χαιρετισμῶν), «σφράγισε τ τόκ τν παρθενίαν τς τεκούσης ατν», Θεοτοκίον, Γρηγορίου Ἀντιοχείας: « Παρθένος ληθς κα πρ τόκου Παρθένος· παρθένος ληθς κα ν τόκ Παρθένος· Παρθένος ειπάρθενος μετὰ τόκον διέμεινες· θεν δέομαι ς βασιλς τν Παρθένων παρθενεύειν μὲ νο σώματι τε, Παρθένε νίσχυσον»., «τεκοσα τν σωτηρίαν μν, πρ τόκου παρθένος, κα ν τόκ παρθένος, κα μετὰ τόκον παρθένος μείνασα » Τὸ Σάββατο πρὸ τῆς Ἀπόκρεω στὸν ὄρθρο: «ρρητον τ θαμα, τς σς κυήσεως Μητροπάρθενε· πς γὰρ κα λοχεύεις, κα γνεύεις ν τατ; πς παιδοτοκες, κα γνοες πείραν λως νδρός; ς οδεν πὲρ φύσιν κ σο καινοπρεπς, Λόγος Θεο γεννηθες» , «κατανόητον σο τ θαμα· πλν γὰρ νδρς κυοφορες, κα τν παρθενίαν σο γν φρουρες τίκτουσα·», «πὲρ νον τόκος σο· γεννς γὰρ τν προόντα, κα γαλουχες φράστως, τν τροφοδότην το κόσμου, νακλίνεις τν το παντς συνοχέα, Χριστν μόνον λυτρωτν μν Πανάμωμε», «Τς γέννησεν υόν, τν μ σπαρέντα πατρῴῳ νόμ; τοτον ον γενν, Πατρ πλν Μητρός, παράδοξον τέρας! Σ γὰρ τεκες γνή, Θεν μο κα νθρωπον» (Τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω στὸν ὄρθρο),κ.λπ. κ.λπ.

35.    Παύλος Ευδοκίμωφ, Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, Μετφ. Νίκου Ματσούκα, εκδ. ΠΟΥΡΝΑΡΑ, Θες/κη, σελ.201

36.    Σάββας Αγουρίδης, Ἡ Παρθένος σήμερον τὸν ὑπερούσιον τίκτει…, Αὐγὴ, 25/12/1999

  1. Ηρακλής Αθ. Φίλιος, Βαλκανιολόγος- Θεολόγος, Κληρικός της Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων, antidosis.wordpress.com/2015/09/28/,(συνέντευξι)

38.    Χρυσόστομος Α. Σταμούλης, Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΗΘΙΚΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ. Το παράδειγμα της παρθενίας της Θεοτόκου, antidosis, 28 Δεκεμβρίου 2021.

39.    Παύλος Ευδοκίμωφ, Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, Θες/κη, σελ.201, 217

Επιλεγμένη Βιβλιογραφία

  1. ΑΜΑΛΙΑΣ ΣΠΟΥΡΛΑΚΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑΔΟΥ, Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΤΎΠΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΉΣ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ, Συμβολή εις τήν όρθόδοξον τοποθέτησιν έναντι της ρωμαιοκαθολικής Ασπίλου Συλλήψεως καί των συναφών ταύτη δογμάτων, ΑΘΗΝΑΙ 1990
  2. Βασίλειος Ι. Τουλουμτσής, Η ενότητα Σταυρού και Ανάστασης στο «ἑνιαῖον» της θείας Οικονομίας και στο «διαιρετικόν» της προτεσταντικής εσχατολογίας, Πεμπτουσία, 2023/06
  3. Δημήτρης Κεραμιδάς, Η Άσπιλη Σύλληψη της Θεοτόκου από Ρωμαιοκαθολική άποψη. Ένα σημείωμα , C:/Users/User/Downloads/67246328-1.pdf
  4. Θεόδωρος Κ. Πιτταρᾶς, ΘΕΟΔΟΤΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΓΚΥΡΑΣ, Ὁ μετριοπαθής ἐκφραστής τῆς Πατερικῆς Παράδοσης στήν Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Ἐφέσου, Θεσσαλονίκη 2024
  5. ΙΩ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗΣ, Εὐαγγελισμὸς τῆς Θεοτόκου Θ'.Ἡ. Ε. τόμ. 5ος
  6. ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΥ Γ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΤΡΙΩΔΙΟΥ, ΑΘΗΝΑ 2018
  7. Μητρ. Ναυπάκτου, Ιερόθεος, Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, www.orthodoxianewsagency.gr, 23 Μαρτίου 2021
  8. Μητρ. Ναυπ. κα γ. Βλ. ερόθεος, Εαγγελισμς τς Θεοτόκου, β’, www.pemptousia.gr/2021/03
  9. Νίτσα Δάφνη, Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου σύμφωνα με το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Διδακτική προσέγγιση σε μαθητές της Γ´ και Δ´ τάξης του Δημοτικού Σχολείου
  10. Παύλος Ευδοκίμωφ, ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, Η ΜΑΡΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, εκδ. ΠΟΥΡΝΑΡΑ, σελ.202- 209
  11. Παύλος Ευδοκίμωφ, Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ, Μετφ. Νίκου Ματσούκα, εκδ. ΠΟΥΡΝΑΡΑ, Θες/κη
  12. ΠΕΝΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΕΝΗ, ΤΑ ΑΠΟΚΡΥΦΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΣΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΩΝ ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΩΝ ΕΟΡΤΩΝ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2019
  13. π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, Θεολογική Ερμηνεία της Βυζαντινής Εικόνας του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου βασισμένο σε ερμηνευτικές προσεγγίσεις, media.inagnps.gr/
  14. π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου Ανάλυση της θεολογίας της εικόνας του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, (Απομαγνητοφωνημένη ομιλία), poimin.gr/17/3/2017
  15. Πρωτ. Εὐαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Ἡ Θεοτόκος καί τό μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατά τόν Ἅγιο Ἀνδρέα Κρήτης, έκδ. Ι.Μ.ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΑΤΑΛΗΣ ΜΠΑΛΗ, ΡΕΘΥΜΝΟ 2011
  16. Πρωτ. Ευ. Πριγκιπάκη, Ο EΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ, ΤΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ 1821, ΠΑΤΡΑ 2014
  17. ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΝΑΟΔΟΜΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ, ΣΑΛΜΑΝ ΛΙΛΙΑΝ 7259 ΣΕΜΠΤΕΒΡΙΟΥ 2014
  18. Γ. Φίλιας, Οι Θεομητορικές Εορτές στη Λατρεία της Εκκλησίας, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, κείμενο από βιβλιοθήκη «Πορφυρογέννητος»
  19. Φίλιππον Τακόπουλον, Ή Θεοτόκος Μαρία στήν Κανονική Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ΘΕΟΛΟ-ΓΙΑ, 3/2015
  20. Χαλδαιόπουλος Ευστάθιος (Αρχιμ. Αρσένιος), Η αγιολογική φυσιογνωμία της Θεοτόκου με βάση τα λειτουργικά κείμενα, ΒΕΡΟΙΑ 2019
  21. Χρυσοστόμου Α. Σταμούλη, Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ, κατά τον Κύριλλο Αλεξανδρείας, Θες/κη.1989
  22. Χρυσόστομος Α. Σταμούλης, Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΗΘΙΚΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ. Το παράδειγμα της παρθενίας της Θεοτόκου, antidosis, 28 Δεκεμβρίου 2021
  23. COSTENA CRISTINA ROGOBETE, Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ, ΘΕΣΣΑΛΟNIKH 2009
  24. gr: Ιστορία, Ευαγγελισμός της Θεοτόκου

 

 

 

Γιορτή Αδελφότητας 2025

Τοπολαλιά

 

Οι γειτονιές μας

ΒΡΥΤΖΑΧΑ web tv

Μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι

dd

Μετεωρολογικός σταθμός Ζωτικού

Screenshot 2023 04 27 at 5.14.24 PM

Screenshot 2023 04 27 at 10.43.18 PM

Ellinomatheia1

Screenshot 2023 04 27 at 11.18.15 PM

Λογοτεχνία

Ελεύθεροι Πολιορκημένοι

Ἡ γενέτειρα : τό Ζωτικό στην ποίησι του Φώτο – Μότση (από το βιβλίο του Δημητρίου Μίχα: «τροχόεις μόλυβδος»

Ενα παραμύθι

Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ

Σαπφώ: η δέκατη μούσα, ο θηλυκός Όμηρος

Η ιστορία του Ζωτικού

ΖΩΤΙΚΟ (ΛΙΒΙΚΙΣΤΑ) ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Μύθος και Λόγος - Μέρος 2.

Η εξέλιξη του πληθυσμού του Ζωτικού από την απελευθέρωσή του από τους Τούρκους έως σήμερα

Συμβόλαιο αγοροπωλησίας Ζωτικού

Έρευνες

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 4.

Το Μαντήλι στην λογοτεχνία - ΚΡΥΣΤΑΛΛΗΣ

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 1.

ΤΟ ΜΑΝΤΗΛΙ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ και την λογοτεχνία - Μέρος 3.

Το Μαντήλι στην λογοτεχνία - ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

Το Ζωτικο στις τέχνες - Φρειδερίκη Παπαζήκου

Το Ζωτικο στις τέχνες - Φώτης Μότσης

Αφηγήσεις

Αφιερώματα

Περιηγήσεις

periigiseis

Γιορτές

giortes

Δημιουργίες

dimiourgies

Παρουσιάσεις

parousiaseis