Δημητρίου Μίχα ,Φιλολόγου καθηγητού-Δ/ντου της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής
Σεβασμιώτατοι
Σεβαστοί πατέρες
Αξιότιμε κ.Γ.Γ. Θρησκευμάτων
Αξιότιμοι κύριοι , Μέλη της Επιτροπής Αναβάθμισης της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης
Αξιότιμοι κ. Διευθυντές των Εκκλησιαστικών Σχολείων
Αξιότιμοι κυρίες και κύριοι
Η δική μου Εισήγησι θα εκφράσει κατά το δυνατόν σύντομα γ’ θέματα:
Στο πρώτο θα προσπαθήσω να διατυπώσω την άποψι ότι η οποιαδήποτε εκπαιδευτική παρέμβασι θα πρέπει να συνυπολογίσει και την κοινωνική πραγματικότητα με τις ζυμώσεις και τα αιτήματά της για να επιτύχει.
Στο δεύτερο σκέλος παίρνω θέσι , αμέσως ή εμμέσως σε θέματα που προβάλλει η Πρότασι της Επιτροπής, όπου τονίζω τις συμφωνίες ή τις ενστάσεις μου, και
στο γ΄ θα σας εκθέσω ένα επιτυχημένο- όπως όλα δείχνουν εγχείρημα της ΡΕΣ για την Αναβαθμισί της.
….Και εξηγούμε:
Α.
Ο μετασχηματισμός της σύγχρονης κοινωνίας σε κοινωνία της εξειδικευμένης γνώσης, διαμορφώνει νέα δεδομένα και στον χώρο των εκπαιδευτικών συστημάτων, που καλούνται πλέον να ευθυγραμμιστούν με τις απαιτήσεις των καιρών και να διασφαλίσουν τόσο την κοινωνική ενσωμάτωσι των πολιτών όσο και τη δυναμική ένταξι τους στην αγορά εργασίας.
Το πρόβλημα εμφανίζεται ιδιαίτερα έντονο στους νέους, οι οποίοι στην παρούσα συγκυρία έρχονται αντιμέτωποι με ένα νέο και άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον. Πάντως, βέβαιο είναι ότι, με τις ραγδαίες κοινωνικοοικονομικές αλλαγές που συντελούνται στην εποχή μας, το μέλλον θα εξαρτάται από τον παράγοντα «γνώσι» και, κατά συνέπεια, από τους θεσμούς που διαμορφώνουν το πλαίσιο αποκτήσεως της.
Εξίσου βέβαιο είναι ότι στην εποχή μας τα εκπαιδευτικά προβλήματα απαιτούν συνολικότερες και συνθετότερες προσεγγίσεις, γεγονός που επιβάλλει τη ριζική αλλαγή καθιερωμένων αντιλήψεων, μεθόδων και διαδικασιών, ακόμη και σε θεμελιώδη ζητήματα,1 όπως είναι ο επαναπροσδιορισμός της φιλοσοφίας και του σκοπού της, ώστε να κρίνεται με όρους ποιότητας και αποτελεσματικότητας.2
Επομένως και όταν συζητούμε για την δομή και τους σκοπούς της Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσης θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν : ο κραδασμός, οι ανάγκες, το όραμα αλλά και οι πνευματικές – ηθικές αξίες που πρέπει να προβάλλονται για άμυνα στις παθογένειες αυτής της κοινωνίας.
Η δεξαμενή προέλευσης των μαθητών και στα Εκκλησιαστικά Σχολεία, είναι αυτή η κοινωνία που την επιτυχία των παιδιών της την θεωρεί συνυφασμένη με την εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευσι. Παρά τον δικό μας φιλοσοφικό ενστερνισμό για ένα Χριστιανικό-Ᾱνθρωπιστικό και όχι τεχνοκρατικό Σχολείο, στη συνείδηση του γονέα που σκέφτεται το μέλλον του παιδιού του, ως επιτυχημένος μαθητής θεωρείται αυτός που τελικά θα διαβή τις πύλες του Πανεπιστημίου.
Μέσα σ’ αυτή την περιρρέουσα αντίληψι και νοοτροπία κινείται και το Εκκλησιαστικό Λύκειο με πρόσθετο σκοπό την ανάδειξι και κατάρτισι κληρικών και λαϊκών στελεχών της ορθοδόξου Εκκλησίας στην Ελλάδα, υψηλού μορφωτικού επιπέδου και Χριστιανικού ήθους.3
Το ότι όμως εξάντλησε με εμμονή αυτόν τον στόχο προξένησε , αυτοκαταστροφικά, δύο αρνητικές καταστάσεις :
α)Στέρεψε την πηγή, η οποία ήταν δυνατόν να προσφέρει νέους μαθητάς, αφού δεν μπορούσε να αναδείξει και παράλληλα να καλλιεργήσει και άλλες γνωστικές κλίσεις τους , ενώ
β)διευκόλυνε όσους αδυνατούσαν να παρακολουθήσουν την Δημόσια Δευτεροβάθμια και ερχόταν να εγγραφούν σ’ αυτήν, επειδή την πρόκριναν ως ευκολότερη και «ήσσονος προσπαθείας». 4
γ)Σ’ αυτά αν προσθέσετε την προσπάθεια επούλωσης των πληγών που επέφερε η πολιτεία σχεδόν μέχρι αναπηρίας -ειδικά η μεταρρύθμισι του Γ. Ράλλη το 1977, αλλά και οι μετά από αυτόν Κυβερνήσεις από το 1981 – 1992 , όπου η Ελληνορθόδοξος αγωγή με Ελληνικά –Εθνικά χαρακτηριστικά έδινε την θέσι της σ’ ένα αποστεωμένο από ανθρωπιστικές αρχές Σχολείο – στο λεγόμενο τεχνοκρατικό σχολείο των δεσμών και ύστερα των κατευθύνσεων, φθάσαμε με μια αργή μεν αλλά κατιούσα πορεία απαξίωσης του Εκκλησιαστικού Σχολείου.
Μας υποχρέωσε, η διαμορφωμένη αυτή κατάστασι, σε έναν έντονο προβληματισμό και στην διεξαγωγή ενός διαλόγου που κρατά ιδίως από το 1992 έως σήμερα ( δειλά και απρόθυμα στην αρχή , εντονότερα τελευταία ) με όλους τους εμπλεκομένους φορείς, με στόχο να βρούνε λύσι δύο κυρίως προβλήματα :
α) Την ισχνότατη εγγραφή μαθητών προς φοίτησι , και
β) το πολύ χαμηλό ποιοτικό επίπεδο σε ότι αφορά το γνωστικό αλλά και γενικότερα το ευρύτερα ηθικο-πνευματικό 5
Η φετινή δε Σχολική χρονιά έχοντας μέσον όρο (7) μόνο νέους μαθητάς για την Α΄ Λυκείου για όλα Εκκλησιαστικά , έδωσε το έναυσμα αφυπνίσεως και ενεργοποιήσεως για πρωτοβουλίες, εφόσον πλέον έγινε συνείδησι ότι η Εκκλησιαστική Εκπαίδευσι έχει χάσει την ταυτότητα της και δεν πείθει όπως άλλοτε. Η λειτουργικότητα της αμφισβητείται και απαιτούνται ρηξικέλευθες αλλαγές ώστε το ανυπόληπτο σημερινό Σχολείο να αποκτήσει την επιθυμητή ποιότητα.
Βέβαια η ποιότητα στην παιδεία είναι ιδιαιτέρως ασαφής και σχετική έννοια και εξαρτάται από τους στόχους, τους σκοπούς και την λειτουργικότητα της κάθε εκπαιδευτικής Μονάδος.6
Απομονώνω όμως - με υπεραπλούστευσι αλήθεια- , εκείνα τα γνωρίσματα που καθιστούν κατά κοινή ομολογία ένα Σχολείο ποιοτικό.
1) Μαθηταί με διάθεσι για γνώσι και με ενδιαφέροντα
2) Εκπαιδευτικό προσωπικό με γνωστική κατάρτισι και ήθος
3) Σχολείο με πληρότητα υλικοτεχνικών υποδομών.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει επιτέλους να δημιουργήσουμε ένα Σχολείο ιδιαιτέρως Ελκυστικό, μια παιδεία με Όραμα. Ο προσανατολισμός αγωγής να είναι για έναν πολίτη: Κοσμοπολίτη –Ευρωπαίο στον οποίο να εμφυσήσουμε τον αξιολογικό πλούτο που αποκαλύπτει : η Θύραθεν παιδεία από την μια μεριά και η Ορθόδοξη Χριστιανική Παράδοση από την άλλη. Η ελληνική γλώσσα στην διαχρονία της, η Ιστορική γνώσι, ο λαϊκός πολιτισμός και το περιεχόμενο της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Ο Ελληνισμός ως φιλοσοφία και Αρετή. Ως γνώση και ομορφιά, ως αλήθεια και ανθρωπιά.
Β.
Νομίζω πως στο μέρος αυτό της Αγωγής η Εισήγησι της Επιτροπής , ξεχνώντας –ασύμμετρα - την κλασσική παιδεία , προβάλλει σχεδόν μονομερώς την Ορθόδοξη Παράδοσι (ως δογματική αλήθεια, ως λατρεία, τέχνη, και ήθος ) , στερώντας από τον μαθητή βασικό τομέα Ελληνομάθειας και Εθνικής αυτοσυνειδησίας.
Ό,τι όμως αναφέρεται στην γνώσι της Ορθοδόξου Πνευματικότητος τόσο ως Θεωρία όσο και ως μεθοδολογία καταρτίσεως και βιώματος δεν θα βρίσκαμε προσφορότερα θέματα, αν και θεωρώ ότι είναι ανεφάρμοστα μέσα στο ωρολόγιο πρόγραμμα.
Η ένσταση μου είναι κυρίως σε αυτόν τον τομέα: Δεν περιγράφεται με σαφήνεια η μορφή του Λυκείου. Αυτό που εισπράττω εγώ είναι ένα Λύκειο: Εκκλησιαστικό-Θεολογικών σπουδών
Αν στα ανωτέρω προσθέσει κανείς και όσα αναφέρονται στην ενότητα << ΙΙΙ. Μέσα για την επίτευξη σκοπών: 1) «Η λειτουργία ειδικά διαμορφωμένου ωρολογίου προγράμματος με αυξημένο αριθμό μαθητών και εργαστηρίων ειδίκευσης», 2) Ο «Ο σχεδιασμός ενός πρόσθετου προγράμματος κατάρτισης και μορφωτικών ευκαιριών με κύκλους ενδιαφερόντων … στο πλαίσιο αυτό το τυπικό σχολικό ωρολόγιο πρόγραμμα εμπλουτίζεται με δράσεις όπως ενισχυτική διδασκαλία γλώσσες – τέχνες κλπ », τότε φοβούμαι – αν κάνω καλή ανάγνωσι – πως η Δομή της εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως δεν θα είναι η ανάλογος της λοιπής Δημοσίας και Ιδιωτικής, με συνέπεια να εμποδίζονται οι μαθηταί που θέλουν να ενταχθούν στις γνωστικές κατευθύνσεις για να έχουν πρόσβασι στα ΑΕΙ_ΤΕΙ . Η φυσική συνέπεια ενός τέτοιου ενδεχόμενου είναι η περεταίρω συρρίκνωσή τους.
Ποιος από μας πιστεύει ότι ένα παιδί 15 ετών κρατώντας το Απολυτήριο της Γ΄ Γυμνασίου θα επιζητεί ένα Σχολείο να του κάνει Φροντιστήριο Θρησκευτικών ή να βρεθεί γονέας που θα επιζητήσει Σχολείο για τα παιδιά του για να τύχει καταρτίσεως της ομολογιακής πίστεως, ώστε να γίνει στέλεχος «υψηλού μορφωτικού επιπέδου και Χριστιανικού ήθους για να καταλάβει θέσι διακονίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία», όπως αναφέρει το πόρισμα ;
Θέλουμε Θεολογικό Σχολείο ανωτέρου τύπου, την στιγμή που υπάρχει έντονος σκεπτικισμός και αμηχανία στην ίδια την Εκκλησία από την μη δυνατότητα χειροτονίας κληρικών αλλά και την μη πρόσληψι προσωπικού με εργασιακή σχέσι Δημοσίου ;
Και αν συνηγορήσουμε(...), η Εκκλησία χρειάζεται οκτώ (08) τέτοια Σχολεία για τα Στελέχη της ; Και σε ποια δομή της Εκπαιδεύσεως θα ανήκουν ; Στα Γενικά Λύκεια ή στα Τεχνικά ειδικότητος; Οι μαθήσεις που προτείνονται θα μετατρέψουν το καθιερωμένο ωρολόγιο πρόγραμμα ; Και αν συμβή αυτό δεν θα υποβαθμισθή ή δεν θα καταργηθή η ισοκυρία και η ισοτιμία του Γενικού Απολυτηρίου; τότε δεν θα εξοβελισθή η δυνατότητα για την πρόσβασι στα ΑΕΙ και ΤΕΙ ;
Αν όντως προκύπτουν αυτά , τότε στις απαιτήσεις αυτής της κοινωνίας που προανέφερα , που έχει συνδυάσει τις σπουδές με τις κατευθύνσεις του Γενικού Λυκείου, όχι Ελκυστικό Σχολείο δεν θα δημιουργήσουμε , αλλά φοβούμαι τα χειρότερα.
Επειδή όσα παρουσιάζει το πόρισμα οδηγούν σε ένα ακαδημαϊκού τύπου Εκκλησιαστικό Σχολείο, ανώτερου δηλ. επιπέδου , εκτιμώ πως όσα αναφέρονται: για τους σκοπούς και για τα μέσα επιτεύξεως τους, ταιριάζουν για την Δ΄ μεταλυκειακή τάξι - που η Εισήγησι της Επιτροπής - την απορρίπτει. Τα επιχειρήματα καταργήσεώς της εφ’ όσον δεν αφορούν οικονομικά κριτήρια , δεν πείθουν.
Προσωπικά θεωρώ , πως η λειτουργία της είναι σημαντική , κυρίως για τους κάτωθι λόγους :
- Χρωματίζει τον Εκ/κό χαρακτήρα του Σχολείου, χαρίζοντας του προσανατολισμό και σκοπό.
- Καλύπτει γνωστικό κενό ως μεταλυκειακή τάξη, καλύπτοντας ικανώς το διάστημα ανάμεσα στο Λύκειο και στο Πανεπιστήμιο.
- Λογίζεται τάξι ειδικότητος , καταρτίσεως και επιμορφώσεως με μαθήσεις σχετικές με την Ελληνορθόδοξο λατρεία και την ομολογιακή πίστι, μορφώνοντας και υποψηφίους κληρικούς και ικανά στελέχη διακονίας της Εκκλησίας, όπως ακριβώς θέλει και η Εισήγησι και πιστεύω όλοι μας.
- Διευκολύνει τους Μητροπολίτας κυρίως της Επαρχίας να επιλέξουν προς χειροτονία άτομα καταρτισμένα με τα νάματα της Ομολογιακής πίστεως και με την αναγκαία λατρευτική αγωγή, που θα έχουν ξεφλυγει από την τυπική γνώσι ενός Γενικού Λυκείου .
Κρίνω λοιπόν ότι η τάξι αυτή είναι εντελώς απαραίτητος, λειτουργικό κομμάτι που κορυφώνει την Εκκλησιαστική –Θεολογική αγωγή του Εκκλησιαστικού Λυκείου και πρέπει – παρότι θα είναι προαιρετική για να λογίζεται ισόχρονος η σπουδή και ισότιμος η αξία του Απολυτηρίου του Λυκείου – να γίνει αναπόσπαστο τμήμα της Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσες του Λυκείου.
Εισπράττω δε πολύ θετικά την πρότασι του πορίσματος για ενίσχυσι του Εκκλησιαστικού Λυκείου με προνομιακή εισαγωγή των αποφοίτων στα τμήματα Θεολογικών Σχολών και στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες με τον τρόπο της «ποσόστωσης η προσαύξησης του βαθμού πρόσβασης».
Σε ότι αφορά το Γυμνάσιο: Η Ριζάρειος αυτή την περίοδο έχει θέσει ως άμεσο προτεραιότητα την Αναβάθμισι και Οργάνωσι ενός άρτιου και κατά το δυνατόν ποιοτικού-ελκυστικού Λυκείου.
Υπάρχει « εν αδρανεία» ένας έτοιμος νόμος για ίδρυσι Γυμνασίου στην Ριζάρειο Σχολή. Θα περιμένουμε τις εξελίξεις και τις αποφάσεις της πολιτείας και αναλόγως θα ενεργήσουμε. Συμμεριζόμαστε φυσικά τους προβληματισμούς των άλλων Σχολείων.
Δεν θα αναφερθώ σε άλλα θέματα επί της Εισηγήσεως της Επιτροπής και για να μην επαναλαμβανόμαστε με τους άλλους συνειγητάς.. ..
Γ.
Τελειώνοντας όμως, θέλω να μου επιτρέψετε, σήμερα, ενώπιό Σας να σας αναφέρω πώς έκανα δεκτή την τιμητική πρόσκλησι για μια ολιγόλεπτη εισήγησι – επειδή θέλω να σας κάνω κοινωνούς για τρεις σημαντικές πρωτοβουλίες που πήρε η Σχολή μας με στόχο την ποιοτική αναβάθμισί της. Θα τολμούσα να τις συμπυκνώσω στη Φράσι : «Καινοτομία Αριστείας».
Διατηρώντας καθ’ όλα τον Εκκλησιαστικό Χαρακτήρα της Σχολής και προβάλλοντας όλο τον πλούτο των αξιών της Ελληνορθοδόξου Αγωγής που μαρτυρεί η ιστορία της, τολμήσαμε φέτος το «στήσιμο» ενός Προτύπου Σχολείου, δεχόμενοι προς εγγραφή μαθητάς από το Γυμνάσιο έχοντας ως βαθμό Απολυτηρίου από 15 και άνω.
- Ταυτόχρονα για πρώτη φορά από την λειτουργία της Σχολής εφαρμόσαμε την εγκύκλιο 73985/2009 του Υπουργείου Παιδείας που δίνει την δυνατότητα εγγραφής και μαθητριών. Για την απόφασι αυτή δεν θέλω να προβάλλω ούτε παιδαγωγικές ερμηνείες για τους λόγους που μονομερώς αποκλείεται από την Ελληνορθόδοξη αγωγή το 50% του μαθητικού πληθυσμού, ούτε κοινωνικές, ούτε για το πώς η συμμετοχή τους μπορεί να αμβλύνει την άρνησι ή την προκατάληψι για το ράσο και την λατρευτική παιδεία, ούτε για τον πνευματικό και ηθικό τρόπο – με Χριστιανικές αρχές- που μπορεί να λειτουργήσει ενάρετα , γυναίκα πλέον, ως επισήμων στην κοινωνία ή ως μητέρα μέσα στον θεσμό της οικογενείας που περνά κρίσι.
Είναι ένα εγχείρημα συνειδητής επιλογής και σας πληροφορώ ειλικρινά ότι μέχρι προχθές την Παρασκευή (6-7 ημέρες μετά την παράδοση των βαθμολογιών στα Σχολεία) προέκυψε η πολύ θετική ανταπόκρισι 26 εγγραφών νέων μαθητών εκ των οποίων οι 19 είναι για την Α΄ Λυκείου με βαθμό από 16,5 έως 19,9. Με το ποσοστό αγοριών-κοριτσιών να μοιράζεται στα ίσα!
Η διαπίστωσι είναι : ότι κερδίσαμε αμέσως την εμπιστοσύνη γονέων και μαθητών όταν πείσαμε ότι οραματιζόμαστε την Αναγέννησι του Σχολείου , διαμορφώνοντας το με πνεύμα αξιοπιστίας και ανταγωνιστικότητος στην μάθησι, ώστε να ανταποκριθή στις απαιτήσεις του επιπέδου των Πανελλαδικών εξετάσεων.
Στην επαφή δε που είχαμε με όλους τους γονείς, μας ξάφνιασε επίσης θετικά για την αποδοχή που έτυχε το Σχολείο στον τομέα της ασφαλείας που ενέπνεε για τα παιδιά τους αλλά και το πλαίσιο των χριστιανικών – ηθικών αρχών και αξιών που θα ζήσουν , προσδοκώντας να βιώσουν ένα διαφορετικό κλίμα από εκείνο που γνώριζαν στα σχολεία τους.
Άρα όταν ένα Σχολείο κερδίσει την εκτίμησι, ότι παρέχει υψηλού επιπέδου γνώσι και προσπαθεί να διαπλάθει και την προσωπικότητα των παιδιών με το ήθος των αξιών της ορθοδόξου πνευματικότητος, νομίζω ότι θα προχωρήσει χωρίς την αγωνία του ολιγαρίθμου των μαθητών και κυρίως χωρίς την χαμηλή ποιότητα του.
Πρέπει επίσης να αναφέρω πως καταλύτης σε αυτές τις καινοτόμες αποφάσεις ήταν και η παρουσία του νυν Προέδρου του Πολυμελούς Συμβουλίου της Ρ.Ε.Σ. κ. Χρήστου Μασσαλά. Δεν είναι γιατί έχει και άποψι για τα δρώμενα – χρημάτισε Πρύτανις εξάλλου – αλλά γιατί έχει και «ευήκοα ώτα» και υλοποιεί «χρονίζοντες» σκέψεις – θέσεις και πρωτοβουλίες μας προς αυτή την φιλοσοφία, καθώς πήρε θετική θέσι και για άλλα θέματα που αφορούν π.χ. την υλικοτεχνική υποδομή του Σχολείου.
Ενδιαφέρεται προσωπικώς και άμεσα για τα εκπαιδευτικά τεκταινόμενα της Σχολής συνδράμοντας τα μέγιστα σε όλη αυτή την προσπάθεια της αναβάθμίσεώς του.
Στο πνεύμα αυτό έκανε δεκτή και την εισήγησί μας για χορήγησι των εξής Υποτροφιών : α) Στους 4ρεις πρώτους μαθητές ανά τάξι που θα βγάζουν βαθμό όχι μικρότερο του 17,5 να χορηγείται χρηματικό επίδομα και β) σ’ όλους τους επιτυχόντες στα ΑΕΙ και ΤΕΙ συγκεκριμένο χρηματικό βραβείο επίδοσης ανά μήνα επί 4 χρόνια (καθ’ όλη την διάρκεια δηλ των σπουδών τους).
Το ύψος του ποσού των χρημάτων θα καθορίζεται κατ’ έτος από το Πολυμελές Συμβούλιο της Ρ.Ε.Σ.
Αφού εκφράσω ευχαριστίες για την υπομονή και την ανοχή που δείξατε και προσδοκώντας τα πλέον ευδόκιμα και άριστα για την εκκλησιαστική παιδεία μας , εκζητώντας τις ευλογίες του Μακαριωτάτου και των παρευρισκομένων Μητροπολιτών και πατέρων να ευχηθώ προσωπικά στον καθένα σας καλό Καλοκαίρι.
1. Το παιδαγωγικό ινστιτούτο και οι σύγχρονες απαιτήσεις από την εκπαίδευση: Δημήτριος Βλάχος Πρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Ομότιμος Καθηγητής του ΑΠΘ.
2. Φανούριος Ζαννίκος : Αν. Καθηγητής ΕΜΠ Ευστάθιος Ζωγόπουλος : Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός MSCΥπ. Διδάκτωρ ΕΜΠ : Αναγκαιότητα δημιουργίας Μοντέλου ποιότητας για την Διοίκηση ολικής ποιότητας στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
3. Νόμος 3432/2006
4. του Ιωάννη Β. Κογκούλη, Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Παν/μιου Θεσσαλονίκης , Εκκλησιαστική Εκπαίδευση Προοπτικές αναβάθμισης και ανάπτυξής της
5. Αυτόθι
6. Φανούριος Ζαννίκος : Αν. Καθηγητής ΕΜΠ Ευστάθιος Ζωγόπουλος……