του Ι.Μότση
Ηταν συνήθεια στο χωριό μας οι εξετάσεις να ΄ναι συνάμα και πανηγύρι. Όχι μόνο οι εξετάσεις. Κάθε μεγάλη γιορτή του σχολειού μας ήταν και μια ευκαιρία πανηγυριού για την μικρή κοινωνία του Ζωτικού. Η 25η Μαρτίου, η 28η Οκτωβρίου, τα Χριστούγεννα, μα πάνω απ’ όλα οι εξετάσεις. Ηταν, βλέπετε, κι ο καιρός που βόλευε.
"Η κυρά 'Ρήνη του Κριτού, του Δούκα η θυγατέρα,
χρόνους της γράφουν τα προικιά, χρόνους τα πανωπροίκια, ….."
Στητή στην σκηνή η Μαρίνα ν’ απαγγέλλει το δημώδες αυτό άσμα και να φαντάζει στα μάτια μας ολύμπια θεά και νεράϊδα. Πήγαινα δεν πήγαινα τότε σχολείο. Αυτή η εικόνα, όμως, έχει χαραχθεί βαθειά στη μνήμη μου κι όλο ξανάρχεται μπροστά μου, κάθε που βρίσκομαι σε παρόμοια σχολική εκδήλωση.
Οι εξετάσεις ήταν για μας η αρχή του καλοκαιριού, το ξεκίνημα του μεγάλου παιγνιδιού, αλλά και το τέλος σε κάθε σχολικό χτυποκάρδι. Η λύτρωση από τον φόβο της κρανίσιας βέργας, κι η αδημονία των καινούργιων μας βιβλίων τον Αύγουστο.
Εν – δυό, εν – δυό, η σφυρίχτρα του δασκάλου να δίνει τον ρυθμό στην μικρή μας παρέλαση. Δοξολογία και με την σειρά καθένας πάνω στην σκηνή ν’ απαγγείλει το ποίημά του. Πρώτα η πρώτη τάξη, ύστερα η δευτέρα κι ακολουθούσαν όλες με την σειρά. Κάθε που καθένας μας κόμπιαζε να συνεχίσει, η φωνή της Πολυξένης – υποβολέας στο παρασκήνιο – σανίδα σωτηρίας.
Είχαμε και τα διαλείμματα της χορωδίας. Τραγουδούσαμε όλοι οι μαθητές μαζί δημοτικά τραγούδια. ‘Ήταν αυτά τα διαλείμματα όαση σ’ αυτήν την δοκιμασία. Εδιωχναν την αγωνία μας και ιδιαίτερα σ’ όσους από μας είχαν απομείνει ν΄ ανέβουν στην σκηνή.
Για την μικρή κοινωνία του Ζωτικού ήταν οι δικές μας εξετάσεις δική της γιορτή. Στρώναν τους πάγκους με τους μεζέδες, βγάζαν τα τσίπουρα κι άρχιζαν τα χωρατά και το τραγούδι. Μόνο που μια χρονιά ο Διόνυσος το παράκανε και παραγέμισε τα ποτήρια τους με τσίπουρο.