Ο ταξιδιώτης

Μυρτώ Μότση
Για τα ταξίδια του, καλό είναι να αναχωρεί κανείς με λίγες αποσκευές, ελεύθερο πνεύμα και ανοιχτή καρδιά, γενναιόδωρη. Παιδική. Με αυτό στο νου, αυτά είναι πλασμένα για να μας κάνουν ανθρώπους πλουσιότερους, να μας επιστρέφουν καλύτερους από ό,τι μας βρήκαν. Τα ταξίδια είναι η στιγμή (αν και συνήθως διαρκούν πολύ περισσότερο) όπου και τις αναποδιές αγκαλιάζουμε με αγάπη,
όπου θα πάρουμε την ξεχασμένη πρωτοβουλία να μιλήσουμε σε αγνώστους, να μοιραστούμε το φαγητό μας με κάποιον που γνωρίσαμε μόλις, να παρατηρήσουμε με χίλιες κεραίες ανοιχτές (που τις είχαμε ίσως θαμμένες) τι συμβαίνει γύρω μας: πού είμαστε, πώς συμπεριφέρονται οι θαμώνες του τόπου που βρεθήκαμε, πώς κινούνται, πώς μιλούν, τι μετράει για αυτούς, τι αγαπούν, τι συνηθίζουν. Με λίγα λόγια γινόμαστε αυτόματα καλύτεροι ακροατές και αποδέκτες.
Ο ταξιδιώτης ο αληθινός δεν είναι αυτός που ταξιδεύει απαραίτητα σε πολλά μέρη καινούρια, ή πολύ συχνά ή που το κάνει για να το υπερηφανευτεί. Ο αληθινός ταξιδιώτης είναι πρωτίστως ταξιδιώτης και χωρίς ταξίδι. Ένα ταξίδι φυσά στην ψυχή σου δίψα για ζωή και δέος για το ότι από ένα τυχαίο συνδυασμό χρωματοσωμάτων, που οι πιθανότητες δημιουργίας του είναι μια ανάσα από το μηδέν, εσύ υπάρχεις για να βρεθείς σε ετούτο το μέρος εδώ. “Τι τυχερός που είμαι”, σκέφτεσαι και μετανιώνεις μία προς μία όλες τις στιγμές που παραπονέθηκες για λόγους αστείους, ασήμαντους.
Ταξιδεύοντας καταλαβαίνεις πως κουτάκια δεν υπάρχουν και πως τους ανθρώπους σε κατηγορίες δεν πρέπει να τους βάζεις, όχι μόνο γιατί δε χωράνε, όχι μόνον επειδή όσοι άνθρωποι σε αυτή τη γη τόσες και περιπτώσεις, αλλά κυρίως επειδή περισσότερο μοιάζουμε παρά διαφέρουμε. Επειδή η καλοσύνη, η γενναιοδωρία, η φιλοξενία, το βάθος ψυχής τόπο και χρόνο δεν ξέρουν.
Τα ταξίδια σου μαθαίνουν να χαίρεσαι μόνο με αυτό που έχεις σήμερα. Σου θυμίζουν τι είναι σημαντικό. Μια καλή παρέα, που δεν είναι ανάγκη να είναι ανθρώπινη, ένας τόπος όμορφος όχι επειδή μοιάζει με πίνακα αλλά επειδή τον βρίσκεις διαφορετικό (άρα ούτε και η ομορφιά χωράει σε καλούπια), ένα τραγούδι καινούριο που άκουσες από ένα πλανόδιο μουσικό, η ιστορία που σου διηγήθηκε κάποιος, και που αληθινή αν είναι δεν ξέρεις και σημασία δεν έχει.
Τα ταξίδια σε μαθαίνουν να ταξιδεύεις χωρίς να αλλάξεις μέρος. Όταν ξαναβρεθείς στο σπίτι σου πάλι να ταξιδέψεις θέλεις. Πια όμως ξέρεις πως δε χρειάζεται να αλλάξεις χώρα ή συντεταγμένες για να το πετύχεις. Κανείς μπορεί να ταξιδέψει μένοντας στην πόλη του, στη γειτονιά του, στο σπίτι του. Κάθε μέρα μπορούμε να ταξιδεύουμε. Σε ένα από τα σκίτσα του ο Sempé σχεδίασε έναν κύριο άνετα καθισμένο στην πολυθρόνα του σαλονιού του, με το δείκτη του ενός χεριού του στον κρόταφο και ύφος υπέρτατης ονειροπόλησης:
“Τα ωραιότερα ταξίδια τα έκανα εδώ”, έγραφε η λεζάντα.