Το κριάρι

Ηταν φορές που γυρνώντας με τον Φώτη απ’ το σχολειό περνούσαμε απ’ το σπίτι της παπαδιάς, της Παπαγρηγόραινας, παίρναμε τα παγούρια της, και τρέχαμε στην βρύση να τα γεμίσουμε φρέσκο νερό, να γεμίσουμε και την βαρέλα - την συμπαθούσαμε πολύ την καλή γριούλα - κι όταν τελειώναμε περνούσαμε απ’ τον Αϊ Γιάννη να βρούμε τον μπάρμπα Κωνσταντή. Ετοίμαζε τότε για μας δυο κάπες για τον χειμώνα κι είμασταν όλο χαρές και περιέργεια για την εξέλιξη της κάθε κάπας. Ένα μέρος απ’ το βιλάρι το ‘χα ο ίδιος υφάνει στον αργαλειό μας.

Θα κάνουν και στους δυό σας, οι κάπες, μας έλεγε. Μα πώς γίνεται αυτό μπάρμπα Κωνσταντή του ΄λεγα. Εγώ είμαι δέκα πόντους ψηλότερος απ’ τον Φώτη, εγώ ένα μέτρο κι Φώτης ενενήντα πόντους. Εμένα θα μού ‘ ρχεται κοντή ή του Φώτη θα σβαρίζεται.
Γελούσε ο μπάρμπα Κωνσταντής και μας έλεγε. Τι σας νοιάζει εσάς, θα δείτε, άντε ένας σας να γυρίσει λίγο το πρόβατα, τα μαθητούδια έχουν χαλάσει την ποριά εκεί στου Τόρα και θα φάει το κοπάδι το καλαμπόκι σας.
Τρέχαμε κι οι δυό ποιος να πρωτοφτάσει να γυρίσει το κοπάδι, μόνο που εκεί πρώτο-πρώτο βλέπαμε το μεγάλο κριάρι έτοιμο να μας επιτεθεί. Αμέσως στροφή και καταφύγιο, ένας στη μικρή γκορτσούλα στη μέση του κάτω χωραφιού κι ο άλλος στην πρώτη ζελενιά που ΄βρισκε μπροστά του. Το κριάρι σταματούσε και γυρνούσε πίσω. Κατεβαίναμε κι εμείς απ’ τα καταφύγιά μας για να αποτελειώσουμε την δουλειά. Κι αυτό μπορεί να ΄γινε δυο και τρεις  φορές. Τότε μας λέει ο μπάρμπα Κωσταντής. Οσο τα κριάρι γροικά πως το φοβάστε, τόσο θα σας κυνηγάει.
Πήραμε κι εμείς την απόφαση να αντιμετωπίσουμε το θεριό. Αγριέψαμε όσο μπορούσαμε και κοίτα να δεις, το κριάρι μας φοβήθηκε, έσκαψε λίγο το χώμα, πήρε στροφή και ακολούθησε τ’ άλλα πρόβατα προς το ξωκκλήσι. Είχαμε νικήσει. Μόνο που το κόλπο αυτό δεν πιάνει πάντα και το ‘μαθα αυτό μ’  άγαρμπο τρόπο, καθώς θέλησα να κάνω τον νταή στο κριάρι του συμπέθερου Λάμπρου Θεμελή και βρέθηκα κάτω απ’ το πεζούλι, αφού και σήμερα όταν το θυμάμαι τρίβω ασυναίσθητα τον πισινό μου ν΄απαλύνω λίγο τον πόνο.

Ι. Μότσης

Εκτύπωση

Αναμνήσεις

Γενάρης του '69

Ξημερώματα του Αϊ Γαννιού. Το χωριό μας βρίσεκται σε αναστάτωση. Είναι η μέρα που ο μαθητόκοσμος των...

Read more: Γενάρης του '69

Το πάτημα του φεγγαριού

Μεταφέραμε, οι πιτσιρικάδες, στον μπάρμπα Λάμπρο τον Τσιορά τα συνταρακτικά, τότε, χαμπέρια της...

Read more: Το πάτημα του...

Στο γάμο του μπάρμπα Μήτσιου

Ταξιδευτής ο πρωτοξάδερφος, που μικρά τότε τον φωνάζαμε μπάρμπα-Μήτσιο, σε μια από τις επιστροφές...

Read more: Στο γάμο του...

Ο περδίκης

Βαρύς ο χειμώνας στο χωριό. Αφού είχαν, για κάμποσες μέρες, αγκομαχήσει ο Παλεχώρης κι ο Πλάτανος...

Read more: Ο περδίκης

Απόψεις

Ξέγνοιαστα χρόνια

Αχ αυτά τα ξέγνοιαστα, τα παιδικά μας χρόνια στο δημοτικό σχολείο. Γεμάτα παιγνίδι και ανεμελιά....

Read more: Ξέγνοιαστα...

«Δεύτε λάβετε φως»: ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΑΣΧΑ

«Η Αρέθουσα», τεύχος 7ο, Απρίλης, 2016   Από τα ελληνικά έθιμα, τα έθιμα του Πάσχα, με τις...

Read more: «Δεύτε λάβετε...

Ο “χρόνος” στην ελληνική φιλοσοφία

Ι. Μότσης Είναι γνωστό από το παράδοξο του Ζήνωνα που ο ταχύς Αχιλλέας δεν θα φτάσει ποτέ την...

Read more: Ο “χρόνος”...

ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ

Εσένα στολίδι του γένους των Ελλήνων, που πρώτος μπόρεσες να υψώσεις φως λαμπρό μες σε φρικτά...

Read more: ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ...

Δημιουργίες

Αναζητώντας το κέρας της Αμάλθειας

Την άδεια σου ζωή πως να γεμίσεις? ικέτης σε προσκύνημα να γίνεις πως μπορείς ? σε απομεινάρια...

Read more: Αναζητώντας...

πρώτη γραφή

Στέρφα τά χρόνια Καί δέν ἐγκυμονεῖ ὁ καιρός καλό καί καλοσύνη παρά μονάχα μαῦρα ἄτια νά κροτοῦν μέ...

Read more: πρώτη γραφή

τ’ αντέτι

Βάλτε μου χιόνια, λάσπες, λασπόχιονα, βάλτε μου κρύο μέχρι το μεδούλι, το δόντι να πηγαίνει...

Read more: τ’ αντέτι

Ο ταξιδιώτης

Μυρτώ Μότση Για τα ταξίδια του, καλό είναι να αναχωρεί κανείς με λίγες αποσκευές, ελεύθερο πνεύμα...

Read more: Ο ταξιδιώτης